Ο Τύπος και ευρύτερα τα μέσα ενημέρωσης έρχονται κατά καιρούς στο προσκήνιο, αντιμετωπίζοντας συνήθως επικριτικά σχόλια, συνοδευόμενα από ύβρεις και πολεμική αδυσώπητη. Την τελευταία δεκαετία μάλιστα μπορεί να ισχυριστεί κανείς βάσιμα ότι βρίσκονται στο κέντρο της αντισυστημικής αντιπαράθεσης από πλήθος ετερόκλητων δυνάμεων και σχημάτων σε ολόκληρο τον κόσμο. Συνωμοσιολογικά, περιθωριακά μέχρι πρότινος, κέντρα, σε Αμερική και Ευρώπη στο όνομα δήθεν της ελευθεροτυπίας στήνουν διαρκώς δίκες και καταδίκες εναντίον επιφανών παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης, φορές δεν διστάζουν ακόμη και να βιαιοπραγήσουν εναντίον τους, επειδή απλούστατα όσα γράφουν, αναλύουν και υπερασπίζονται δεν ταιριάζουν με τις ανορθολογικές κατά βάση θεωρήσεις και προσεγγίσεις τους. Συντονίζονται προς τούτο εθνικιστικές, ακροδεξιές, λαϊκιστικές και αριστερές δυνάμεις, συγκροτώντας μια συμμαχία των άκρων, χωρίς έρμα και βάθος, για τις εντυπώσεις και μόνο, για τις ανάγκες μιας υποτιθέμενης αντιπληροφόρησης που διακρίνεται για την πρωτοφανή μονομέρειά της και την πρωτόγονη προπαγάνδα της.
Στην Ελλάδα το κύμα του λαϊκιστικού αντισυστημισμού έλαβε σάρκα και οστά στη δεκαετία του ’80. Αρχικώς το εκπροσωπούσαν περιθωριακά θρησκόληπτα ακροδεξιά έντυπα, υποστηριζόμενα από πρόσωπα συνδεδεμένα με τις εκφράσεις της ηττημένης χούντας των συνταγματαρχών. Στη συνέχεια τη σκυτάλη έλαβαν οι εμπνευστές του «Αυριανισμού», οι οποίοι συστηματικά στόχευαν πρόσωπα και δυνάμεις που κρεμούσαν στην κυριολεξία στα μανταλάκια, αναπαράγοντας ανυπόστατες φήμες και αστήρικτες θεωρίες συνωμοσίας.
Απειρα πρόσωπα, όχι μόνο της Πολιτικής, αλλά και άλλα της Τέχνης, του Πολιτισμού και της Επιστήμης, λοιδορήθηκαν και διαπομπεύθηκαν στην κυριολεξία, επειδή απλά οι απόψεις και η ζωή τους δεν ταίριαζαν με τα συντηρητικά χαρακτηριστικά εκείνου του πρώτου λαϊκιστικού και συνωμοσιολογικού ρεύματος. Με τον καιρό αποκαλύφθηκαν, αλλά η κακοσπορά τους παρέμεινε ενεργή και ικανή να αναδεικνύει κατά καιρούς φιλόδοξους τσαρλατάνους, κοινούς εκβιαστές, που ορκίζονταν στο όνομα του λαού, αλλά κατά βάση απλώς μάζευαν φράγκα, όπως φανερώθηκε πρόσφατα μετά τον θάνατο του Γιώργου Τράγκα.
Το δυστύχημα είναι ότι προϊόντος του χρόνου όλη αυτή η ευκολία της αστήρικτης αντισυστημικής προπαγάνδας υιοθετήθηκε από έναν ευρύ κύκλο δυνάμεων στα χρόνια που ακολούθησαν με το ξέσπασμα της μεγάλης διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, που μετεξελίχθηκε σε κρίση χρέους στην Ευρώπη, βρίσκοντας την Ελλάδα εξασθενημένη και ευάλωτη. Μέχρι τότε οι μετέπειτα εκφράσεις του αντισυστημισμού δεν αναγνώριζαν τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, τη θεωρούσαν «κόλπο» του διεθνούς καπιταλισμού, στις πολλές προειδοποιήσεις του θεωρούμενου από εκείνους «συστημικού» αστικού Τύπου απαντούσαν ανοήτως ότι «ο καπιταλισμός είναι ισχυρός, δεν κινδυνεύει». Και όταν «έσκασε» η κρίση χρέους στην Ελλάδα και οι αστικές εφημερίδες προέτρεπαν τις κυβερνήσεις να λάβουν μέτρα δεν αναγνώριζαν το πρόβλημα, παρά υιοθετούσαν το υπερφίαλο παπανδρεϊκό δόγμα «λεφτά υπάρχουν». Επελθούσα η χρεοκοπία, ο απαράσκευος κύκλος του πολιτικού και κοινωνικού ανορθολογισμού διεκδικώντας την πρωτοκαθεδρία θέλησε να καθυποτάξει τον Τύπο και τα αστικά μέσα ενημέρωσης κατά τρόπο επιθετικό και βάναυσο. Απέδωσε στις αστικές εφημερίδες την κρίση, θέλησε να τις ελέγξει, να τις θέσει στην υπηρεσία της άθλιας προπαγάνδας του. Και όταν εκείνες αντιστάθηκαν, επιμένοντας στη γραμμή του ευρωπαϊκού ορθολογισμού, λοιδορήθηκαν και αντιμετωπίστηκαν ως άλλοι εχθροί του λαού. Ουδέν ψευδέστερον. Ο αστικός Τύπος ωστόσο δεν υπέκυψε, απέδωσε κατά τρόπο σαφή και καθαρό τις δυσμενείς εξωτερικές συνθήκες, περιέγραψε με σαφήνεια τους κινδύνους που αντιμετώπισε η χώρα, υπερασπίστηκε την ευρωπαϊκή της προοπτική και δικαιώθηκε εν μέσω ανυπολόγιστων ζημιών και καταστροφών. Ολοι σήμερα μπορούν να αντιληφθούν σε πόσο δεινή θέση θα ήταν η Ελλάδα στις παρούσες συνθήκες των επάλληλων κρίσεων αν είχε αμφισβητηθεί τότε η ευρωπαϊκή της υπόσταση. Γι’ αυτή του τη στάση ο Τύπος δέχθηκε και συνεχίζει να δέχεται πρωτοφανείς επιθέσεις και να αντιμετωπίζεται από ορισμένους ως άλλο μέγιστο κακό. Η Ιστορία ωστόσο άλλα έχει καταγράψει. Γι’ αυτό και επιβάλλεται μέτρο από εκείνους που με περισσή ευκολία τον λιθοβολούν.
Ο αστικός Τύπος είναι υποχρεωμένος να αποδίδει την πραγματικότητα, να περιγράφει χωρίς φόβο και πάθος τις συνθήκες, να προειδοποιεί για τις συνέπειες συγκεκριμένων επιλογών και βεβαίως να τοποθετείται ευθέως, ερχόμενος ακόμη και σε σύγκρουση με το αναγνωστικό του κοινό.