Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αναμένεται στις 21 Ιουλίου να αποφασίσει την πρώτη αύξηση επιτοκίων μετά από 11 χρόνια. Αυτό που μένει να διευκρινιστεί είναι αν η αύξηση θα είναι ήπια, της τάξης των 25 μονάδων βάσης, ή αν θα επικρατήσουν τα γεράκια (κυρίως των χωρών το βορρά) που υποστηρίζουν μια αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης. Η διαφωνία για τα επιτόκια δεν είναι η μόνη, καθώς αναβιώνει και η παραδοσιακή διαμάχη μεταξύ βορρά και νότου σε ό,τι αφορά τη στήριξη των υπερχρεωμένων χωρών.

Στο «επιτοκιακό μέτωπο» τα γεράκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχουν ένα ακόμα «όπλο» έχουν στη φαρέτρα τους . Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη εκτινάχθηκε σε νέο ρεκόρ, ξεπερνώντας τις προσδοκίες και ενισχύοντας τις εκκλήσεις για το είδος των επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων που ήδη εφαρμόζουν οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο.

Περιστέρια και γεράκια

Η αλήθεια είναι, ότι όπως προκύπτει και από μπαράζ δηλώσεων το τελευταίο διάστημα, υπάρχει έντονη διαφωνία στους κόλπους της ΕΚΤ, για την πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί: τα γεράκια εμμένουν σε επιθετική νομισματική πολιτική, χρεώνοντας προσωπικά στην ίδια τη Λαγκάρντ καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων, ενώ τα περιστέρια εξακολουθούν να επιθυμούν μια πιο ήπια προσαρμογή, που θα αποτρέψει τον κατακερματισμό εντός της ζώνης του ενιαίου νομίσματος.

Εξάλλου, η απότομη αύξηση των επιτοκίων δεν ευνοεί χώρες με αυξημένο δημόσιο χρέος, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα.

Το βλέμμα της Λαγκάρντ προς τα γεράκια

Σε μια προσπάθεια αφενός να αμβλύνει τις αντιδράσεις του βορρά, και αφετέρου να διασκεδάσει τις ανησυχίες του νότου, προ ημερών η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, διεμήνυσε ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει στη σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής ακόμα και αν υπάρξει νέα αναταραχή, που μπορεί να επιφέρει ύφεση.

Μιλώντας στο Forum της ΕΚΤ στην Σίντρα της Πορτογαλίας η Κριστίν Λαγκάρντ έδωσε έναν πιο επιθετικό τόνο. «Εάν οι προοπτικές για τον πληθωρισμό δεν βελτιωθούν, θα έχουμε επαρκείς πληροφορίες για να κινηθούμε πιο γρήγορα», είπε η Λαγκάρντ. Ωστόσο, υπάρχουν ερωτηματικά σχετικά με το μέλλον της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ εν μέσω φόβων για ύφεση τους επόμενους μήνες. Εάν η κεντρική τράπεζα κινηθεί γρήγορα στην αύξηση των επιτοκίων, αυτό θα μπορούσε να παρεμποδίσει ακόμη περισσότερο την οικονομική ανάπτυξη σε μια περίοδο που η επιβράδυνση βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.

Το εργαλείο για τα ομόλογα και οι αντιδράσεις

Σε μια προσπάθεια να περιορίσει τα spread μεταξύ του κόστους δανεισμού των υπερχρεωμένων χωρών και της Γερμανίας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επιστρατεύει ένα σχέδιο αγορά ομολόγων που έχουν εκδώσει η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα με μέρος των εσόδων από την λήξη γερμανικού, γαλλικού και ολλανδικού χρέους.

Αυτό αποκάλυψε το πρακτορείο Reuters, τονίζοντας ότι η εφαρμογή του σχεδίου αυτού τέθηκε σε ισχύ την Παρασκευή για να αποτρέψει τον χρηματοοικονομικό κατακερματισμό μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, που θα εγείρει εμπόδια στο σχέδιό της για αύξηση των επιτοκίων – ενώ ένα ακόμη σχέδιο πρόκειται να ανακοινωθεί τον επόμενο μήνα.

Διαχωρισμός σε 3 ομάδες

Η κεντρική τράπεζα έχει χωρίσει τις 19 χώρες της ευρωζώνης σε τρεις ομάδες – δωρητές, λήπτες και ουδέτερες – με βάση το μέγεθος και την ταχύτητα της αύξησης των περιθωρίων των ομολόγων τους τις τελευταίες εβδομάδες, σύμφωνα με συνομιλίες με αξιωματούχους στην ετήσια συνάντηση της ΕΚΤ στην Σίντρα της Πορτογαλίας.

Η διαφωνία της Bundesbank

Τα νέα αυτά μέτρα που σχεδιάστηκαν στην έκτακτη συνεδρίαση της ΕΚΤ, τον περασμένο μήνα, όταν οι αποδόσεις των ομολόγων κατέρριπταν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, ανέδειξαν το χάσμα μεταξύ της ΕΚΤ και του μεγαλύτερου μετόχου της, της Bundesbank.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να είναι προσεκτική σχετικά με την ανάπτυξη εργαλείων για τον περιορισμό του κόστους δανεισμού των πιο αδύναμων εθνών, δήλωσε ο πρόεδρος της Bundesbank Γιοαχίμ Νάγκελ, επιβεβαιώνοντας προηγούμενες πληροφορίες ότι είχε ήδη διαφωνήσει στην έκτακτη συνεδρίαση της ΕΚΤ.

Στην πρώτη του επίσημη αντίδραση σχετικά με το θέμα, ο Γερμανός Τραπεζίτης είπε ότι οι αξιωματούχοι θα πρέπει να εφαρμόζουν τέτοια μέτρα μόνο σε «εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό στενά καθορισμένες συνθήκες».

Παρατήρησε επίσης ότι είναι «πρακτικά αδύνατο» να διαπιστωθεί εάν δικαιολογείται ένα διευρυμένο spread μεταξύ των μελών της ευρωζώνης.

Προειδοποιήσεις

Οι δηλώσεις του Νάγκελ είναι οι πιο επικριτικές μέχρι στιγμής από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. Προειδοποίησε ότι οι κεντρικές τράπεζες «δεν πρέπει να οδηγούνται από τις συχνά πολύ βραχύβιες εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές» και ότι οποιοδήποτε μέσο θα πρέπει να «καθορίζεται με σαφήνεια».

Ο Νάγκελ επέμεινε επίσης ότι οποιαδήποτε ενεργοποίηση ενός εργαλείου θα πρέπει να είναι «αυστηρά προσωρινή».

Λίγες ώρες προετοιμασίας

Πηγές που επικαλείται το Reuters, ανέφεραν ότι η έκτακτη συνεδρίαση της ΕΚΤ πραγματοποιήθηκε μέσω τηλεδιάσκεψης και με ειδοποίηση μόνο λίγων ωρών πριν, πράγμα που σημαίνει ότι οι τραπεζίτες είχαν λίγο χρόνο να εξετάσουν τα προπαρασκευαστικά έγγραφα και δεν μπορούσαν όλοι να παραστούν.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ που μίλησαν μετά τη συνάντηση, συμπεριλαμβανομένου του Βελγίου Πιερ Βουνς και του Ολλανδού Κλάας Κνοτ, δύο βασικών γερακιών, υποστήριξαν τη δέσμευση της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ να καταπολεμήσει τον κατακερματισμό. Ως εκ τούτου η αντίθεση του Νάγκελ, ήταν απίθανο να αποδειχτεί ανυπέρβλητο εμπόδιο, στη λήψη της τελικής απόφασης.

Σημειώνεται ότι η Bundesbank ήταν για χρόνια ο μεγαλύτερος επικριτής της πολιτικής εύκολου χρήματος της ΕΚΤ, με πρωταγωνιστές τότε τον Γενς Βάιντμαν και τον Μάριο Ντράγκι.

Προσπάθεια συναίνεσης

Η Λαγκάρντ και ο Νάγκελ προσπάθησαν έκτοτε να αμβλύνουν αυτές τις διαφορές, με την πρώτη να δίνει μεγαλύτερο λόγο στους επικεφαλής των εθνικών κεντρικών τραπεζών στις συναντήσεις πολιτικής και τον δεύτερο να αποφεύγει να επικρίνει δημόσια αποφάσεις.

Ωστόσο, ο Νάγκελ δέχεται πιέσεις στο εσωτερικό για τον υψηλότερο πληθωρισμό από τη δεκαετία του 1970 και την αντίληψη ότι η ΕΚΤ επικεντρώνεται περισσότερο στο να στηρίξει τα χρεωμένα κράτη όπως η Ιταλία και η Ελλάδα αντί να κρατήσει τις τιμές υπό έλεγχο.