Ο νέος άνδρας που έβλεπα σχεδόν κάθε βράδυ με το στρατιωτικό αμπέχωνο της εποχής και ένα balon rouge στο χέρι, καθισμένος στους κομμένους πάγκους των παλαιών βαγονιών του métro, σ’ εκείνο το μαύρο από την καπνιά, bar «Dix», 10, rue de l’ Odéon, πριν πενήντα τόσα χρόνια, κηδεύεται σήμερα με πολιτική κηδεία στο Πρώτο.
Εμένα -κατά σύμπτωση- τα τρία χρόνια που έμενα στις σοφίτες, αυτού του μεγάρου, που σπούδαζα, όπως κι αυτός, χωρίς να είμαι «καστρικός», ούτε να καπνίζω ή να φοράω χακί αμπέχωνο (στη Νομική, στο Panthéon, έπρεπε να εμφανιζόμαστε με γραβάτα), εμένα λοιπόν η πρόσκλησή του να πιούμε μαζί ένα ποτήρι, ήταν άλλοθι για τις «καθωσπρέπει» σπουδές μου -όπως αργότερα που γνώρισα (με αμπέχωνο κι αυτός) τον γκεβαριστή Κώστα Βεργόπουλο στο φοιτητικό εστιατόριο της Cité πλάι στον Χρόνη και την Ελένη Μπότσογλου.
Θυμάμαι πως ο Ηλίας ήθελε με τον τρόπο του να μου εξηγήσει την τύχη και την ζαριά στον Μαλλαρμέ, αλλά από την πλευρά της θεωρίας των πιθανοτήτων μιλώντας μου για την αλληλογραφία του Pascal με τον Fermat που τον γοήτευε.
Από σήμερα ο Ηλίας και ο Κωστάκης θα τα λένε ξανά μαζί, στις αλέες αυτού του εσωτερικού στον καθένα μας κήπου, κατέχοντας -οι εγγράμμματοι- πως «μέσα στην άκρα σιγαλιά, είναι που ακούγονται οι πιο αποτρόπαιοι κρότοι».
Σκέφτομαι όσους επιβιώνουμε, εμάς που μας χωρίζει διαρκώς η ηλικία και η ζωή: τον Κωνσταντίνο Τσουκαλά, τον Αλέξη Χατζιδάκη -φίλο τότε του Ηλία- και ό,τι απέμεινε από εκείνα τα νιάτα και τα χρόνια.
Πώς το έλεγε ο Μαλρώ -που τον καταδικάζαμε ιδεολογικά- αγκαζέ με τα καλόπαιδα του δέκατου έκτου να κατηφορίζει στη μεγάλη γκωλική διαδήλωση στα Champs-Élysées;
«Ο θάνατος είναι μία αδιαμφισβήτητη απόδειξη για το πόσο παράλογη είναι η ζωή».
Ο Νίκος Πουλαντζάς το είχε αλλιώς καταλάβει: νέος και ένδοξος, ένα μεσημέρι σ’ ένα ουρανοξύστη της Place d’ Italie μπροστά στα μάτια του φίλου του, άνοιξε το παράθυρο και πέταξε.
Ο Νίκος, προνοητικότερος απ’ όλους, δεν περίμενε τον θάνατο χωρίς να τον περιμένει. Υπάρχουν βέβαια, κι άλλες αυτοκτονίες, εν ζωή.
Αλλά ο Ηλίας δεν ήταν απ’ αυτούς. Έζησε, και άφησε την καρδιά του να τον κεραυνοβολήσει στα νερά του Αιγαίου, «sous le soleil exactement «.