Ο πήχης για τη διαχείριση των απορριμμάτων έχει μπει ψηλά. Ο στόχος που θέτει το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) είναι ότι έως το 2030 μόνο το 10% των απορριμμάτων θα καταλήγει σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής, όταν σήμερα θάβεται το 80%. Και για να μη χαθεί το στοίχημα, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), εκτός από την ανακύκλωση σκουπιδιών, την επαναχρησιμοποίηση και ανάκτηση ανακυκλούμενων υλικών, δρομολογεί τις διαδικασίες ώστε να προωθηθεί και η καύση σκουπιδιών. Το σχέδιο περιλαμβάνει δύο προοπτικές: τη διάθεση στις μονάδες καύσης του συνόλου των υπολειμμάτων από τις Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων και της παραγόμενης ποσότητας δευτερογενούς καυσίμου (SRF/RDF) που προκύπτει, ή τη θερμική επεξεργασία μόνο των υπολειμμάτων, ώστε τα παραγόμενα δευτερογενή καύσιμα να οδηγούνται ως εναλλακτικό καύσιμο στις ενεργοβόρες βιομηχανίες (π.χ. τσιμεντοβιομηχανία).
Στις αρχές του περασμένου Φεβρουαρίου, δύο χρόνια μετά την έγκριση του ΕΣΔΑ, το ΥΠΕΝ προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό για την εκπόνηση της μελέτης σκοπιμότητας και βιωσιμότητας για τη δημιουργία ενός δικτύου μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης αστικών αποβλήτων. Η σχετική σύμβαση με τους αναδόχους υπεγράφη και έχουν πλέον ξεκινήσει οι εργασίες ώστε η πολιτική ηγεσία να έχει τα συμπεράσματα έως τα τέλη του έτους. Παράλληλα, της έχει υποβληθεί η μελέτη για την αξιολόγηση των μεθόδων ενεργειακής αξιοποίησης.
Τέσσερις μονάδες
Οπως αναφέρει στο «Βήμα» ανώτατο στέλεχος του υπουργείου, αν και η απαραίτητη τεκμηρίωση δεν έχει ολοκληρωθεί, σύμφωνα με τα έως σήμερα δεδομένα, απαραίτητες είναι τρεις μονάδες καύσης, μία στην Κρήτη η οποία θα εξυπηρετεί και τα νησιά, μία στην Αττική και μία στην Πτολεμαΐδα, ενώ δεν αποκλείεται να χρειαστεί και η χωροθέτηση μιας τέταρτης στην περιοχή της Μεγαλόπολης. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΥΠΕΝ έπειτα από την ανάκτηση των ανακυκλούμενων υλικών από την επεξεργασία των περίπου 5,5 εκατ. τόνων αστικών απορριμμάτων που παράγονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι περίπου 800.000 τόνοι υπολειμμάτων και δευτερογενών καυσίμων θα καταλήγουν στο δίκτυο των μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης και άλλοι 800.000 τόνοι στις τσιμεντοβιομηχανίες.
Η χωροθέτηση μονάδας στην Πτολεμαΐδα εξυπηρετεί τη ΔΕΗ, καθώς η επιχείρηση διατηρεί τεράστιες εκτάσεις στην υπό απολιγνιτοποίηση περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας αλλά και υποδομές διασύνδεσης με το ηλεκτρικό σύστημα, όπως επίσης και στη Μεγαλόπολη, στην περίπτωση που τελικά προσδιοριστεί ανάγκη για λειτουργία τεσσάρων μονάδων καύσης. Μάλιστα, το ενδιαφέρον της ΔΕΗ για επέκταση των δραστηριοτήτων της και στα σκουπίδια είχε διαφανεί ήδη στα τέλη του 2021, από την παρουσίαση τότε του επιχειρησιακού της σχεδίου.
Επιχειρηματικό ενδιαφέρον
Στον σχεδιασμό της περιλαμβάνεται μια νέα μονάδα, ισχύος 56 MW, της οποίας η έναρξη της κατασκευής τοποθετείται το 2023 με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2025, μια επένδυση 340 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 170 εκατ. ευρώ αναμένεται να προέλθουν από τραπεζικό δανεισμό. Η μονάδα θα μπορεί να παράγει περί τις 360 GWh ετησίως και εκτιμάται ότι από το 2026 και έπειτα τα λειτουργικά της κέρδη θα φτάνουν στα 30 εκατ. ευρώ ετησίως.
Η τεχνολογία της καύσης δεν αφήνει αδιάφορους και άλλους επιχειρηματικούς ομίλους της χώρας, οι οποίοι είτε δραστηριοποιούνται στη διαχείριση απορριμμάτων είτε ενδιαφέρονται να αναπτύξουν δραστηριότητα στον συγκεκριμένο τομέα, όπως η ΤΕΡΝΑ, η Ηλέκτωρ, η Μεσόγειος, η Αβαξ, η WATT, η Ιντρακάτ, η Thalis, η Motor Oil, η Μυτιληναίος κ.ά. αλλά και «παίκτες» της βιομηχανίας. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η σύμπραξη της τσιμεντοβιομηχανίας ΤΙΤΑΝ με τον όμιλο ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ για την από κοινού διεκδίκηση των τριών μονάδων επεξεργασίας σκουπιδιών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, οι οποίες προωθούνται μέσω ΣΔΙΤ. Κι αυτό διότι έτσι, η ΤΙΤΑΝ θα αποκτήσει άμεση πρόσβαση σε εναλλακτικά καύσιμα τα οποία χρησιμοποιεί για την παραγωγή τσιμέντου. Είναι αξιοσημείωτο ότι σχεδόν όλες οι νέες μονάδες επεξεργασίας απορριμμάτων που λειτουργούν ή που προωθούνται σήμερα, μέσω διαγωνισμών, σε διάφορες περιοχής της χώρας, προβλέπουν την παραγωγή SRF ή RDF.
Ο προϋπολογισμός
Ο συνολικός προϋπολογισμός για τη δημιουργία 3 ή 4 μονάδων θερμικής επεξεργασίας σύμμεικτων υπολειμματικών αποβλήτων ή/και δευτερογενών καυσίμων (μονάδες Waste-to-Energy), όπως έχει υπολογιστεί από το ΕΣΔΑ κυμαίνεται μεταξύ 632 και 805 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η παραγωγή ενέργειας και θερμότητας από υπολείμματα απορριμμάτων είναι σύμφωνη με τις ευρωπαϊκές αρχές για τη διαχείριση των σκουπιδιών και αποτελεί έργο που μπορεί να είναι επιλέξιμο προς χρηματοδότηση, σύμφωνα με το κατευθυντήριο κείμενο της Κομισιόν «The role of waste-to-energy in circular economy» (4/7/2017).
Σε κάθε περίπτωση, επιδίωξη του επιτελείου του γενικού γραμματέα Διαχείρισης Αποβλήτων του ΥΠΕΝ κ. Μανώλη Γραφάκου δεν είναι μόνο η επίτευξη του στόχου περιορισμού των αποβλήτων που οδηγούνται προς ταφή στο 10% κατά βάρος έως το 2030, ο οποίος δίχως μονάδες αποτέφρωσης δύσκολα επιτυγχάνεται. Στόχος είναι και το κλείσιμο των 33 Χώρων Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Απορριμμάτων (ΧΑΔΑ) που ακόμη παραμένουν ανοιχτοί ή δεν έχουν αποκατασταθεί, με τη χώρα να εξακολουθεί να καταβάλλει πρόστιμα στην ΕΕ (αν και μειωμένα καθώς αρκετές χωματερές έχουν κλείσει), τα οποία φτάνουν τα 2.640.000 ευρώ ετησίως.