Οταν ξεκίνησε να μεταδίδεται η φημισμένη, πλέον, δανέζικη τηλεοπτική σειρά «Borgen», δεν ήταν λίγοι όσοι έλεγαν ότι η βασική ηρωίδα (που αναρριχάται στην πρωθυπουργία της Δανίας) είναι εμπνευσμένη από τη ζωή μιας άλλης γυναίκας, που στην πραγματικότητα έφθασε ως το αξίωμα της αναπληρώτριας πρωθυπουργού της χώρας: της Μαργκρέτε Βεστάγκερ. Κάποιοι άλλοι επέμεναν ότι δεν υπήρχε καμία σύνδεση μεταξύ των δύο προσώπων. Οι ενδιαφερόμενοι θα ήταν πάντως καλό να παρακολουθήσουν την τέταρτη σεζόν της σειράς που κυκλοφόρησε πρόσφατα διότι η ηρωίδα μετακομίζει από το υπουργείο Εξωτερικών στην… Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σας θυμίζει κάποια αυτό;
«Γνωρίζω τους σεναριογράφους του «Borgen» και ορισμένες από τις πηγές της έμπνευσής τους. Νομίζω πήραν κάποιες ιδέες και από τη δική μου περίπτωση» παραδέχεται, χαμογελαστή, στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» την περασμένη Πέμπτη, λίγο πριν από την επίσκεψή της στην Αθήνα που ξεκινά σήμερα.
Η «ψηφιακή τσαρίνα» και η μάχη με την Big Tech
Η εκτελεστική αντιπρόεδρος της Επιτροπής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η «ψηφιακή τσαρίνα» της Ευρώπης. Ηδη από την προηγούμενη θητεία της ως επιτρόπου Ανταγωνισμού, η κυρία Βεστάγκερ έδειξε ότι «έχει τα κότσια» να τα βάλει με όλο «το βαρύ πυροβολικό» των αμερικανικών Big Tech εταιρειών, είτε πρόκειται για τη Apple και την Amazon είτε για την Google (ίσως μακράν τον δυσκολότερο αντίπαλο, με συνολικά πέντε υποθέσεις υπό το μικροσκόπιο της Βεστάγκερ τα τελευταία χρόνια). Αυτό προϋποθέτει άπειρες ώρες δουλειάς («Οταν τελειώνω από το γραφείο πηγαίνω στο σπίτι και μαγειρεύω, το μαγείρεμα είναι πολιτισμός» λέει), αλλά δεν γίνεται διαφορετικά.Τον περασμένο Απρίλιο, η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) υιοθέτησε μία από τις πλέον εμβληματικές νομοθεσίες της, την επονομαζόμενη Digital Markets Act (DMA), για τη ρύθμιση των ψηφιακών αγορών. Επρόκειτο για το δεύτερο βήμα μετά την Digital Services Act (DSA) στην προσπάθεια της Κομισιόν να βάλει σε μία τάξη τον ανταγωνισμό στον ψηφιακό χώρο, αλλά και να προασπίσει τα δικαιώματα καταναλωτών και επιχειρήσεων έναντι της αδηφάγου επέκτασης των ψηφιακών κολοσσών. Ρωτάμε την κυρία Βεστάγκερ ποια είναι τα βασικά σημεία της DMA και τι είναι αυτό που την κάνει τόσο σημαντική.
«Η σημασία της DMA και το ζήτημα της δικαιοσύνης»
«Νομίζω ότι ο λόγος που η DMA είναι τόσο σημαντική είναι το ζήτημα της δικαιοσύνης» λέει, καθισμένη στο τραπέζι συσκέψεων του γραφείου της στο κτίριο Berlaymont και έχοντας πίσω της έναν πίνακα ζωγραφικής που απεικονίζει το λιμάνι της Κοπεγχάγης. «Κάθε επιχείρηση πρέπει να μπορεί να τα καταφέρει στην αγορά με βάση τις ιδέες της, την εργασιακή ηθική της και τη χρηματοδότηση που διαθέτει. Ετσι όπως είναι τα πράγματα σήμερα, είναι οι πυλωροί (gatekeepers) που αποφασίζουν αν μπορείς να έχεις πρόσβαση στους πιθανούς πελάτες σου» προσθέτει. Σύμφωνα με την DMA, οι πυλωροί είναι εκείνες οι ψηφιακές πλατφόρμες (οι επονομαζόμενες Big Tech) που επηρεάζουν σημαντικά την ενιαία αγορά, προσφέρουν δίοδο για τις επιχειρήσεις ώστε να προσεγγίσουν τους πελάτες τους και ουσιαστικά διαμορφώνουν μέρος των κανόνων της αγοράς.
Εταιρείες με υποχρεώσεις και περιορισμούς
«Θέλουμε να το αλλάξουμε αυτό και για αυτό θα ορίσουμε ποιοι είναι οι πυλωροί. Αν είσαι μία γιγαντιαία επιχείρηση, τότε η μέτρηση γίνεται με βάση έναν αριθμό κριτηρίων και εφόσον αυτή διαθέτει μεγάλη δύναμη στην αγορά θα την ορίσουμε ως πυλωρό. Αυτό», μας εξηγεί, «θα έχει μία σειρά από υποχρεώσεις, αλλά και πράγματα που ο πυλωρός δεν θα μπορεί να κάνει. Θα πρέπει, ας πούμε, να προσφέρει στους ανθρώπους τα δεδομένα που τους αφορούν, π.χ. αν είσαι αυτός που φιλοξενεί μία αγορά, τότε κάθε μικρό κατάστημα σε αυτή την αγορά θα πρέπει να έχει τα δεδομένα του. Ασχολούμαστε με μία υπόθεση που αφορά την Amazon και σχετίζεται ακριβώς με αυτό, διότι πιστεύουμε ότι η Amazon έχει πάρει όλα τα δεδομένα των μικρών καταστημάτων και τα έχει δώσει στο τμήμα λιανικής της. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Σε ό,τι αφορά τα όσα πρέπει να κάνουν, οφείλουν π.χ. να διασφαλίζουν ότι θα υπάρχουν πέραν του ενός app stores για τους χρήστες τηλεφώνων, εφόσον αυτοί το θέλουν. Με αυτές τις υποχρεώσεις και απαγορεύσεις πιστεύουμε ότι η συμπεριφορά και η αγορά θα αλλάξουν».
«Θα καταλάβουν ότι το κύμα γυρίζει»
Η εφαρμογή μιας τόσο τεχνικής διαδικασίας μοιάζει με ανυπέρβλητο εμπόδιο. «Εχετε πολύ δίκιο. Σύμφωνα με την εμπειρία μου είναι δύσκολο να περάσεις μία νομοθεσία, αλλά 10, ίσως και 100 φορές δυσκολότερο να την εφαρμόσεις πραγματικά. Τότε συμβαίνει η αλλαγή. Αυτή την περίοδο», σημειώνει, «δημιουργούμε ομάδες που θα ασχοληθούν με τον ορισμό των πυλωρών και την εφαρμογή των υποχρεώσεών τους. Πριν δε η νομοθεσία τεθεί σε εφαρμογή, υιοθετούμε μία πολιτική ανοικτών θυρών, δηλαδή μία εταιρεία που πιθανότατα θα οριστεί ως πυλωρός μπορεί να προσέλθει και να ρωτήσει τι χρειάζεται να πράξει και να δώσουμε συμβουλές για να επιταχύνει». Εκφράζει δε την ελπίδα ότι «αυτές οι εταιρείες θα καταλάβουν ότι το κύμα γυρίζει διότι αυτή είναι μεν μία ολιστική νομοθεσία, αλλά υπάρχουν ανάλογες νομοθεσίες στον Καναδά, στην Ιαπωνία, στη Νότια Κορέα, στην Αυστραλία, ενώ σχετικές συζητήσεις γίνονται στις ΗΠΑ».
Η DSA, τα προϊόντα και η έκφραση
Αναφορικά με την DSA, η κυρία Βεστάγκερ τονίζει ότι πρέπει να εστιάσουμε σε δύο πτυχές. «Η πρώτη ασχολείται με τα προϊόντα, ώστε να μπορούμε να αποφύγουμε π.χ. μία περίπτωση που δεν μπορούμε να βρούμε έναν έμπορο όταν ένα προϊόν δεν λειτουργεί και κάποιος θέλει να χρησιμοποιήσει την εγγύησή του. Επομένως, οι πλατφόρμες πρέπει να γνωρίζουν τους πελάτες τους, ώστε να έχουμε πραγματικές επιχειρήσεις που πωλούν πραγματικά προϊόντα. Η άλλη πλευρά», προσθέτει, «αφορά τον λόγο και την έκφραση. Κάθε πάροχος υπηρεσίας θα πρέπει να εκτιμά αν η υπηρεσία που προσφέρει μπορεί να χρησιμοποιηθεί με λάθος τρόπο και να υποσκάψει τη δημοκρατία ή αν είναι η ίδια η υπηρεσία επικίνδυνη για τους ανθρώπους. Αναφορικά δε με τις προσωπικές αναρτήσεις, σκοπεύουμε να έχουμε τους επονομαζόμενους πιστοποιημένους «flaggers» και αν αυτοί μας ειδοποιήσουν ότι μία ανάρτηση μπορεί να είναι παράνομη τότε θα είναι υποχρεωτικό «να κατεβεί», αλλά αν είναι απλώς επιζήμια, θα υπάρχει ένας μηχανισμός σε κάθε εταιρεία για να αποκαθίσταται η ανάρτηση».
«Πληρώνουμε πια με όλα τα προσωπικά μας δεδομένα»
Πριν από λίγα χρόνια, η καθηγήτρια του Χάρβαρντ Σοζάνα Ζούμποφ εξέδωσε το βιβλίο «Κατασκοπευτικός Καπιταλισμός» (Surveillance Capitalism), με το οποίο ξεγύμνωσε τον τρόπο με τον οποίο οι Big Tech και ιδιαίτερα η Google «εργαλειοποιούν» τα προσωπικά μας δεδομένα με σκοπό το κέρδος. «Συμφωνώ με πολλά από τα επιχειρήματα της Ζούμποφ. Πρόκειται για ένα μείζον έργο που μας βοηθάει να καταλάβουμε τι συμβαίνει – πως όλοι μας «χρησιμοποιούμαστε» με σκοπό το κέρδος. Πιστεύω ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα οι εταιρείες αυτές ήταν επιτυχημένες, λέγοντας ότι προσφέρουν κάτι δωρεάν. Αυτό ισχύει μέχρι τη στιγμή που θα χρειαστεί να βάλεις κάπου την πιστωτική σου κάρτα. Πληρώνεις όμως πια με όλα τα προσωπικά σου δεδομένα. Πληρώνεις με τον χρόνο που δαπάνησες, κοιτώντας τις διάφορες υπηρεσίες, διότι αυτός ο χρόνος θα συνδυαστεί με διαφημίσεις και θα είσαι πολύ εκτεθειμένος» μας λέει. Η ίδια πάντως δεν χρησιμοποιεί ως μηχανή αναζήτησης το Google. «Προτιμώ το Bing ή το DuckDuckGo επειδή ορισμένες φορές η άνεση σκοτώνει την περιέργεια. Θέλω στην ψηφιακή μου ζωή να βάζω ορισμένα εμπόδια που χρειάζεται να ξεπερνάω» λέει με το γνωστό ανατρεπτικό της ύφος.
Επανεφεύρεση της παγκοσμιοποίησης
Η άποψη ότι πρέπει να μπει ένα φρένο στην τεχνολογία, μία εκ των βασικών μοχλών της παγκοσμιοποίησης, μοιάζει όμως να κερδίζει έδαφος παγκοσμίως – ένα φαινόμενο που έχει ονομαστεί «techlash». «Οταν ήρθα σε αυτή τη δουλειά, ήταν σαν η τεχνολογία να μην μπορεί να κάνει λάθος. Το αίτημα ήταν: «Δώστε μας κι άλλη τεχνολογία». Τώρα, υπάρχει η αίσθηση ότι πρέπει να αποκτήσουμε έλεγχο επί της τεχνολογίας, ότι αυτή πρέπει να έχει επίκεντρο τον άνθρωπο, όχι το αντίστροφο. Ετσι όπως είναι τα πράγματα σήμερα», υπογραμμίζει, «υπάρχει ο κίνδυνος να είμαστε απλά ένα σημείο δεδομένων που θα αποφέρει κέρδος. Δεν το θέλουμε αυτό». Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι «προσπαθούμε να επανεφεύρουμε την παγκοσμιοποίηση. Είμαστε μέσα σε αυτή τόσο βαθιά που έχουμε εξαρτήσεις προς κάθε κατεύθυνση. Η Ευρώπη πέτυχε όλη αυτή την ευημερία βασιζόμενη στο εμπόριο: εισαγωγή φθηνής ενέργειας, φθηνού εργατικού δυναμικού από την Ασία, φθηνών τσιπ από την Ταϊβάν. Τώρα πρέπει να το αλλάξουμε αυτό. Οι νεότερες εμπορικές συμφωνίες έχουν ρήτρες που ζητούν τον σεβασμό των συμβάσεων του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO) για τις συνθήκες εργασίας, αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό έχει ξεκινήσει εδώ και κάποιον καιρό αλλά τώρα υπάρχει επιτάχυνση διότι παρατηρώντας τις εφοδιαστικές αλυσίδες υπάρχουν σαφείς κίνδυνοι ασφαλείας και εξαρτήσεις» προσθέτει.
«Η διεύρυνση μπορεί να ανανεώσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση»
Ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος έχει επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης. Για την κυρία Βεστάγκερ, «η Ευρώπη δεν προέρχεται από ένα εγχειρίδιο, αναπτύσσεται από τους ανθρώπους που τη διαμορφώνουν. Αρχικά ήταν η οικονομία και η ενιαία αγορά, μετά ήρθε η κοινωνική πλευρά και οι αξίες, τώρα η προσοχή στρέφεται στην ασφάλεια και στην άμυνα». Τώρα, τα βλέμματα πέφτουν πάνω στη διεύρυνση. «Επί μακρόν νόμιζα ότι οι διευρύνσεις θα κρατούσαν για πάντα. Νομίζω όμως ότι η περίπτωση της Ουκρανίας είναι διαφορετική. Είναι μία χώρα προηγμένη ψηφιακά, η αντίστασή της στη ρωσική επιθετικότητα είναι εντυπωσιακή, μοιάζει τόσο αποφασισμένη. Εχω κάπως ενθουσιαστεί με μία πιθανή διεύρυνση», υπογραμμίζει, «διότι πιστεύω ότι, αν και θα πρέπει να μεταρρυθμίσουν οι ίδιοι οι Ουκρανοί το κράτος τους για να καταπολεμήσουν τη συστημική διαφθορά, έχουμε κι εμείς να κάνουμε τη δική μας εργασία για την προετοιμασία της διεύρυνσης, βλέποντάς την ως μία ευκαιρία να ανανεώσουμε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, να αποκτήσουμε νέες ιδέες. Γερνάμε ξέρετε, δείτε τα μαλλιά μου (σ.σ.: χαμογελάει). Η διεύρυνση προς την Ουκρανία θα βελτιώσει ίσως και όσα συνέβησαν με την προηγούμενη διεύρυνση στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Η γεωγραφία μετακινείται προς την Ανατολή» καταλήγει.