1. Αμέσως μετά την Συνθήκη της Λοζάνης το 1923, οι σχέσεις των δύο χωρών, πέρασαν πολλές κρίσεις. Η επανεκλογή του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1928, άνοιξε το δρόμο, για μια νέα συμφωνία, μέσα από την προσέγγιση Βενιζέλου Κεμάλ, με κατάληξη την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας, το 1930.
2. Ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν οδυνηρός για την Ομογένεια της Κωνσταντινούπολης, η οποία, την περίοδο μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης, αριθμούσε περίπου τις 300.000, σε μια πόλη που τότε είχε πληθυσμό 1,5 εκ. κατοίκους. Οι Έλληνες όμως ήταν κυρίαρχοι στην οικονομία το εμπόριο και όχι μόνο. Το τέλος του Πολέμου με την Ελλάδα στην πλευρά των νικητών, έδωσε την δυνατότητα στους Ομογενείς, να ανασυγκροτήσουν τις δυνάμεις τους. Ο σχεδιασμός όμως της Άγκυρας, για την εκδίωξή τους δεν άλλαξε. Οι νέες αφορμές –προσχήματα, ήταν η δημιουργία της ΕΟΚΑ Α, με την έναρξη του αντιαποικιακού αγώνα, κατά των Βρετανών στην Κύπρο, και μια προβοκάτσια στο Τουρκικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης. Το βίαιο πογκρόμ της 6ης του Σεπτεμβρίου του 1955, κατά των Ομογενών, ήταν η κορύφωση της στρατηγικής της εθνοκάθαρσης.
3. Η Τουρκία, με την υποστήριξη της Μεγάλης Βρετανίας και τα λάθη των ηγεσιών Ελλάδας και Κύπρου, κυρίως της χώρας μας, επιτυγχάνει την Συμφωνία Ζυρίχης-Λονδίνου το 1960.
4. Ακολουθούν απειλές για εισβολή στην Κύπρο από την Άγκυρα, που δεν πραγματοποιούνται και με την παρέμβαση των ΗΠΑ. Το 1968, η συνεχιζόμενη πίεση αποδίδει, η Χούντα των Αθηνών, αποσύρει την Ελληνική Μεραρχία, από το Κύπρου, που είχε μεταφερθεί το 1964, για την άμυνά της. Το 1974, η εγκληματική ενέργεια της Χούντας των Αθηνών να ανατρέψουν τον νόμιμα εκλεγμένο πρόεδρο Μακάριο και, να αποπειραθούν να τον δολοφονήσουν, πιστεύοντας κάποιον χαμηλόβαθμό υπάλληλο της CIA, στην Αθήνα, όπως οι ίδιοι είπαν στις απολογίες τους, ότι η Ουάσιγκτον θα στηρίξει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, έδωσαν το άλλοθι που ήθελε η Άγκυρα για να εισβάλλει, προφασιζόμενη την Συνθήκη εγγυήσεων της ασφάλειας της Κύπρου και των Τουρκοκυπρίων,
της Συνθήκης της Ζυρίχης-Λονδίνου.
5. Στην συνέχεια το Κυπριακό βυθίστηκε στο τέλμα, παρ’ ότι τα ψηφίσματα του ΣΑ του ΟΗΕ, δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για την επίλυσή του. Η Τουρκία ήταν απολύτως αρνητική, πίστευε ότι η de facto κατάσταση στην Κύπρο, σύντομα θα μετατραπεί σε de yure. Η ανακήρυξη των κατεχόμενων το 1983, ως Ανεξάρτητο κράτος, δεν άλλαξε τα δεδομένα, αφού αναγνωρίστηκε μόνο από την Τουρκία. Η Τουρκία έκτοτε πλήρωνε για αρκετό καιρό, για την στάση της στο Κυπριακό, υψηλό διπλωματικό τίμημα και η Ελλάδα είχε μια ασπίδα διπλωματικής προστασίας.
6. Η Τουρκία το 1999 στο Ελσίνκι, δεσμεύτηκε σοβαρά για την λύση του Κυπριακού και των Ελληνοτουρκικών διαφορών, όταν έκρινε ότι η ανάπτυξη των σχέσεών της με την ΕΕ, την υποχρεώνει σε υποχωρήσεις, ιδιαίτερα μετά την εκλογή Ερντογάν, και την απόφασή της να επιδιώξει την ένταξή της στην ΕΕ. Η Ελλάδα έβαλε την Κύπρο στην ΕΕ, η πιο μεγάλη εθνική επιτυχία των τελευταίων δεκαετιών, παρά το casus belli την Τουρκίας. Δυστυχώς όμως, η Ελληνική ηγεσία, μαζί με την Κυπριακή, δίστασαν να μπουν στην αποφασιστική διαπραγμάτευση, για την επίλυση του Κυπριακού και των Ελληνοτουρκικών διαφορών, το 2004.
7. Η Τουρκία, στην Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, στο τέλος του 2004, ξεκίνησε τον ενταξιακό διάλογο, το άνοιγμα των φακέλων εναρμόνισης με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, χωρίς τις δεσμεύσεις του Ελσίνκι. Μετά τα πρώτα κεφάλαια, που αφορούσαν την οικονομική συνεργασία και το κράτος δικαίου, που ήθελαν πολύ και οι δύο πλευρές, ειδικά ο Ερντογάν για να αποδιαρθρώσει το Κεμαλικό κράτος, ήρθε ο φάκελος των μεταφορών και εκεί όλα σταμάτησαν. Ο Ερντογάν πήρε αυτά που ήθελε, δεν έκλεισε όμως ποτέ τον φάκελο των μεταφορών, γιατί έπρεπε να ανοίξει τα λιμάνια της Τουρκίας σε πλοία με Κυπριακή σημαία και τα αεροδρόμια για τις κυπριακές αεροπορικές εταιρείες. Επειδή Όμως, αυτό ισοδυναμούσε με έμμεση αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν το έκανε ποτέ και από εκείνη την στιγμή πάλι όλα πάγωσαν, αφού η Κυπριακή Δημοκρατία ορθώς, άσκησε
βέτο και ο φάκελος δεν έκλεισε ποτέ. Όμως τώρα, δεν χρεωνόταν μόνο η Τουρκία αδιαλλαξία, χρεωνόταν και η Κυπριακή πλευρά, εμμέσως και η Ελληνική.
8. Η επόμενη ουσιαστική ευκαιρία, για την επίλυση του Κυπριακού και την βελτίωση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, ήταν η περίοδος που ανέβηκε το ενδιαφέρον για τους υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι υδρογονάνθρακες και η πίεση της πλειοψηφίας των Τουρκοκυπρίων και της ηγεσίας τους, ήταν κίνητρα για τον Ερντογάν να εμπλακεί ουσιαστικά στον διάλογο για την επίλυση του Κυπριακού, όμως και αυτή η ευκαιρία χάθηκε στο Grand Montana, χωρίς να το χρεωθεί η Άγκυρα, πάλι.
9. Οι εξελίξεις που ακολούθησαν, έφεραν την Τουρκία να διεκδικεί ρόλο Περιφερειακής Υπερδύναμης, με ευρύτερο ζωτικό χώρο, που δικαιολογεί πλέον κατ’ αυτήν, την αναθεώρηση των Συνθηκών.
10. Η εισβολή του 1974, ήταν η πρώτη εφαρμογή, μετά τις Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, της αναθεωρητικής στρατηγικής της Τουρκίας, η δεύτερη ήταν στα Ίμια και η τρίτη με το Τουρκολυβικό Μνημόνιο, που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, αλλά δημιουργεί τετελεσμένα, δυστυχώς.
11. Η Ελλάδα μετά το Τουρκολυβικό Μνημόνιο τον Νοέμβριο του 2019, τρέχει αμήχανη πίσω από τις επιλογές της Τουρκίας και καθορίζεται απολύτως από αυτές. Οι Συμφωνίες για την ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, οι αμυντικές συμφωνίες, οι έκτακτοι δαπανηροί μεγάλοι εξοπλισμοί, η ταύτιση με την Γαλλική και στην συνέχεια με την Αμερικανική πολιτική, κυρίως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι οι τακτικές και στρατηγικές επιλογές της, με πολλές αντιφάσεις, πολλές γκρίζες ζώνες, διπλωματικές απώλειες, όπως η ένταση στις σχέσεις με την Ρωσία, χωρίς ορατά εθνικά οφέλη.
12. Η στρατηγική της κυβέρνησης είναι αδιέξοδη, δεν έχει λάβει καθόλου υπόψιν της τις νέες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές
πραγματικότητες. Κινείται τακτικά, σπρώχνοντας τα προβλήματα μακριά, κερδίζοντας πολιτικό χρόνο στο εσωτερικό.
Έστω και τώρα, πρέπει να διαμορφωθεί, μια νέα εθνική στρατηγική, που θα περιλαμβάνει την: α) Εθνική συνεννόηση β) Ανάλυση των γεωπολιτικών εξελίξεων σε βάθος, για να βρούμε την θέση της χώρας μας. γ) Αναγκαία ενίσχυση της στρατιωτικής αποτρεπτικής δύναμης, χωρίς να παρασυρθούμε σε συνεχείς και πανάκριβους εξοπλισμούς, που δεν οδηγούν πουθενά, αφού η Τουρκία μπορεί, με λιγότερο επώδυνο οικονομικό τρόπο, να ανατρέπει τις στρατιωτικές ισορροπίες. δ) Ισχυροποίηση της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής. ε) απαίτηση από τους εταίρους και συμμάχους να αναγκάσουν την Τουρκία να συμφωνήσει ένα Οδικό Χάρτη αποκλιμάκωσης της έντασης, που θα κορυφώνεται σε μια ουσιαστική διαπραγμάτευση, με την αξιοποίηση των διεθνών δικαστηρίων του ΟΗΕ και της ΕΕ. Αν δεν θέλει ή δεν μπορεί η κυβέρνηση, ας το επιδιώξει η Αντιπολίτευση.