Οι δημοσκοπικές αναλύσεις των τελευταίων έξι μηνών παρουσιάζουν, με μικρές διαφορές ως προς τη σαφήνεια των προβλέψεών τους, μια σταθερή εικόνα. Ως κύρια στοιχεία τούτης της εικόνας καταγράφονται: (α) η μικρή πτώση της απήχησης της Νέας Δημοκρατίας ως λογική συνέπεια της διάχυτης δυσαρέσκειας που δημιουργεί στην κοινωνία η αδυναμία της κυβέρνησης να διαχειριστεί την ακρίβεια και τις αλλεπάλληλες φυσικές καταστροφές, (β) η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να εισπράξει τη δυσαρέσκεια αυτή με τον αυτόματο τρόπο που συνήθως οι αξιωματικές αντιπολιτεύσεις ωφελούνται παραδοσιακά από τις παραλείψεις των κυβερνήσεων, (γ) η εδραίωση των σημαντικών εισροών του ΠαΣοΚ πρωτίστως από τον ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως από τη ΝΔ, και (δ) η ενίσχυση του πέραν της ΝΔ δεξιού χώρου που αποτυπώνεται στην αύξηση του ποσοστού της Ελληνικής Λύσης και στην καταγραφή ποσοστού κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του κόμματος του Ηλία Κασιδιάρη. Υπάρχουν περιθώρια μεταβολής των παραπάνω στοιχείων στον δρόμο για την κάλπη;
Είναι αλήθεια πως η βεβαιότητα των επιλογών ψήφου που καταγράφονται στην παρούσα συγκυρία είναι απολύτως αμφισβητήσιμη. Και αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση ευθύνη των μετρήσεων ή των αναλυτών, αλλά αποτέλεσμα της αμφιθυμίας των ίδιων των ψηφοφόρων έναντι των κομμάτων. Ενας στους δύο ερωτώμενους που δηλώνουν εκλογική προτίμηση απαντά ότι δεν είναι απολύτως βέβαιος για την επιλογή που μόλις έδωσε στον ερευνητή. Συνεπώς, η βάση των δεδομένων πάνω στην οποία επιχειρείται η εκτίμηση της εκλογικής επιρροής των κομμάτων είναι σαθρή. Υπό την έννοια αυτή, οι μεταβολές στα ποσοστά των κομμάτων που τελικά θα καταγραφούν στην κάλπη είναι παραπάνω από πιθανές, καθώς ενέργειες και επιλογές της τελευταίας στιγμής από την πλευρά των πολιτικών κομμάτων δύνανται να προσελκύσουν ή να απωθήσουν εκλογείς ακόμα και την ημέρα των εκλογών.
Η υψηλότερη αβεβαιότητα επιλογών παρατηρείται σε δύο σημεία του εκλογικού σώματος: (α) σε ένα μικρό τμήμα (περίπου το 10%) ψηφοφόρων της ΝΔ του 2019 που κινούνται μεταξύ της επιλογής επιβεβαίωσης της προηγούμενης ψήφου τους και της επιλογής της αποχής, (β) σε ένα σημαντικό τμήμα (περίπου 20%) ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του 2019 που κινούνται μεταξύ της επιλογής επιβεβαίωσης της προηγούμενης ψήφου τους και της επιλογής στήριξης – ή ουσιαστικά επιστροφής τους, καθώς πρόκειται κυρίως για εκλογείς μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας – στο ΠαΣοΚ.
Πρόκειται για τα δύο ερωτήματα που δυσκολεύουν περισσότερο τον αναλυτή στην έναρξη της προεκλογικής περιόδου. Και αν το πρώτο από τα δύο ερωτήματα δεν θα επηρεάσει σημαντικά την ουσία του εκλογικού αποτελέσματος, γιατί η επιλογή της αποχής εκ μέρους ενός αριθμού εκλογέων της ΝΔ του 2019 θα λειτουργήσει εμμέσως προς όφελος του πρώτου κόμματος, το δεύτερο ερώτημα μοιάζει να είναι κομβικό για την ισορροπία ισχύος μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠαΣοΚ και συνεπώς για τη συμπεριφορά που καθένα από τα δύο κόμματα θα υιοθετήσει την επομένη των εκλογών της απλής αναλογικής.
Ο κ. Γιάννης Κωνσταντινίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και σύμβουλος της εταιρείας Abacus Research.