Γεννημένος στη Βαρσοβία, στις 27 Ιουνίου του 1941 υπήρξε ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και μαέστρος της έβδομης τέχνης την οποία και υπηρέτησε με δημιουργική συνέπεια.
Μέσα από τις ταινίες του, ο Κισλόφσκι κατάφερε αφενός να στηρίξει τον δισυπόστατο χαρακτήρα της ανθρώπινης ψυχής και αφετέρου, να σχολιάσει μοναδικά τις άπειρες δυνατότητες της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στη σύντομη, αλλά πλούσια σε κινηματογραφικό έργο ζωή του, ο Κριστόφ Κισλόφσκι διερεύνησε σε βάθος το εύθραυστο τοπίο της ανθρώπινης ύπαρξης, κύριο τροφοδότη της ηθικής προβληματικής και της φιλοσοφικής διάστασης, που διατρέχουν όλο το έργο του.
Το έργο του Κισλόφσκι, συνεπές και άμεσα συνδεδεμένο με κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, ακολούθησε τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας στην πάλη τους για επιβίωση, αναδεικνύοντας διαφορετικές πτυχές της πολωνικής ζωής και κουλτούρας.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο κινηματογραφιστής συγκαταλεγόταν ήδη στους βασικούς εκπροσώπους του νέου κύματος του πολωνικού ντοκιμαντέρ.
Οι σπουδές και οι πρώτες ταινίες
Μετά τις σπουδές του στην Κινηματογραφική Σχολή του Λοτζ, φυτώριο για τον πολωνικό κινηματογράφο, ο Κισλόφσκι πειραματίστηκε με τα όρια του ντοκιμαντέρ.
Κάθε βήμα του συνιστούσε κι ένα ταξίδι στο ανθρώπινο πνεύμα, μια κινηματογραφική διαδρομή που έθετε ηθικά διλήμματα, επιχειρώντας ταυτόχρονα να βρει τη λύση τους.
Με τα πρώτα του καρέ σε άσπρο και μαύρο, ο σκηνοθέτης άρχισε να αναπτύσσει το ιδιαίτερο κινηματογραφικό του ύφος, επιλέγοντας να προσεγγίσει θεματικά την αντίξοη καθημερινότητα των κατοίκων της πόλης, των εργατών, αλλά και των στρατιωτών.
Το 1966 ο Κισλόφσκι γύρισε την πρώτη μικρού μήκους ταινία το Tramwaj (1966).
Το 1969 αποφοίτησε από την περίφημη Κινηματογραφική Σχολή του Λοντζ έχοντας γυρίσει τέσσερις ταινίες μικρού μήκους και για τα επόμενα χρόνια σκηνοθέτησε αρκετά ντοκιμαντέρ.
Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας είναι το Personel του 1975.
Η συγκεκριμένη ταινία όπως και η επόμενή του Το Σημάδι του 1976, είναι έργα κοινωνικού ρεαλισμού μ’ ένα εξαιρετικά μεγάλο επιτελείο ηθοποιών.
Στο ίδιο μοτίβο κινείται και με τις ταινίες, Ερασιτέχνης Κινηματογραφιστής του 1979 και Blind Chance (Przypadek» – γυρίστηκε το 1981 αλλά εξαιτίας λογοκρισίας προβλήθηκε το 1987) – μόνο που εδώ δίνει έμφαση περισσότερο στο άτομο παρά στο κοινωνικό σύνολο.
Ο Δεκάλογος
Η ταινία «Δίχως Τέλος» του 1984, είναι ίσως η πιο ξεκάθαρη, πολιτικά, ταινία του, για να ακολουθήσει ο περίφημος «Δεκάλογος» που αποτελούν ένα κύκλο δέκα μικρού μήκους ταινιών διάρκειας μίας ώρας, εμπνευσμένες από τις Δέκα Εντολές.
Από αυτόν τον κύκλο ταινιών προέκυψαν και οι μεγαλύτερου μήκους αριστουργηματικές εκδοχές του πέμπτου και έκτου επεισοδίου με τον τίτλο «Μικρή Ιστορία για έναν Φόνο» το 1988 και «Μικρή Ερωτική Ιστορία» της ίδιας χρονιάς.
Το όνομά του αρχίζει να γίνει γνωστό, ο κινηματογράφος του ευδιάκριτος.
Η Μπλε, η Λευκή και η Κόκκινη Ταινία και η υποψηφιότητα για Όσκαρ
Ωστόσο, οι ταινίες που τον έκαναν γνωστό στο ευρύ κοινό και του χάρισαν τη διεθνή αναγνώριση είναι οι τέσσερις τελευταίες δημιουργίες της ζωής του:
«Η Διπλή Ζωή της Βερόνικα» του 1991 και βέβαια ο πασίγνωστος κινηματογραφικός κύκλος, «Τρία Χρώματα: η Μπλε, η Λευκή και η Κόκκινη Ταινία» που γυρίστηκαν το χρονικό διάστημα 1993-94.
Στην πρώτη ταινία της τριλογίας, μία γυναίκα που έχασε τον άντρα της και την κόρη της σε τροχαίο δυστύχημα, προσπαθεί να ξεχάσει και ν’ αρχίσει μια καινούργια ζωή.
Στη δεύτερη, ένας κομμωτής, αποδιωγμένος ερωτικά από τη γυναίκα του, αποκτά με δόλο μία περιουσία και σκηνοθετεί το θάνατό του και στην τρίτη, χάρη στον τροχαίο τραυματισμό ενός σκύλου αναπτύσσεται μία άδολη σχέση αγάπης ανάμεσα σ’ έναν γέρο δικαστή και μια όμορφη νεαρή γυναίκα.
Οι ταινίες κυκλοφόρησαν ξεχωριστά και παρόλο που η κάθε μία μπορεί να σταθεί από μόνη της, σχεδιάστηκαν να αποτελούν μία ενότητα.
Το 1993 «Η Μπλε Ταινία» απέσπασε τον «Χρυσό Λέοντα» του Φεστιβάλ της Βενετίας και το 1995 o Κισλόφσκι ήταν υποψήφιος για το Όσκαρ σκηνοθεσίας και σεναρίου για την «Κόκκινη Ταινία».
Ο θάνατος
Μέχρι τις τελευταίες του στιγμές της ζωής του, δούλευε. Πέθανε στις 13 Μαρτίου 1966, στη γενέθλια Βαρσοβία, μετά από προβλήματα καρδιάς, σε ηλικία μόλις 54 χρόνων.
Ως τη στιγμή του θανάτου του, δούλευε με τον Πίσεβιτς σε μία νέα τριλογία ταινιών που βασιζόταν στη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη.
Ο Πίσεβιτς ολοκλήρωσε τα σενάρια και για τις τρεις ταινίες, τις οποίες ανέλαβαν να σκηνοθετήσουν ο γερμανός Τομ Τίκβερ με τίτλο «Παράδεισος»(«Heaven, 2002), o βόσνιος Ντάνις Τάνοβιτς με τίτλο «Η Κόλαση Μέσα μας» («L’enfer»», 2005) και ο πολωνός Στάνισλαβ Μούχα «Nadzieja» («Πουργατόριο», 2007).