Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση», έλεγε ο Μάο Τσετούνγκ. Αλλά σίγουρα δεν έχουν τον «μεγάλο τιμονιέρη» κατά νου οι αναλυτές στον γερμανικό Τύπο όταν αποφαίνονται ότι η απώλεια της απόλυτης πλειοψηφίας του πολιτικού σχηματισμού του Εμανουέλ Μακρόν στη γαλλική Εθνοσυνέλευση είναι «καλό νέο για τη Δημοκρατία». Καλό, διότι θα καλλιεργήσει το συνεργατικό πνεύμα μεταξύ των κομμάτων, αμβλύνοντας τα δήθεν αδιαπέραστα πολιτικοϊδεολογικά στεγανά και τα δήθεν αδιέξοδα που εξυπηρετούν συνήθως μικροπολιτικές σκοπιμότητες, με πρώτη την περιχαράκωση μιας εκλογικής πελατείας που το μόνο που εγγυάται είναι την επανεκλογή – δηλαδή την επιβίωση – επαγγελματιών πολιτικών.
Για «ιταλοποίηση» της πολιτικής ζωής μιλούσαν κάποτε οι αναλυτές, αναφερόμενοι στην παροιμιώδη κυβερνητική αστάθεια της Ιταλίας, όταν η μέση διάρκεια ζωής των μεταπολεμικών κυβερνήσεων ήταν επί τέσσερις και πλέον δεκαετίες λίγο μεγαλύτερη του 12μήνου. Και όμως, χάρη στο αποκεντρωμένο σύστημα διακυβέρνησης της Ιταλίας και την ισχυρή τοπική αυτοδιοίκηση η χώρα πρόκοψε.
Αλλά και πάλι, δεν έχουν με τίποτα την Ιταλία κατά νου οι Γερμανοί αναλυτές για να αποφανθούν ότι η «ιταλοποίηση» της γαλλικής πολιτικής ζωής θα κάνει καλό στη Γαλλική Δημοκρατία. Έχουν την εγχώρια, γερμανική κουλτούρα πολιτικών συνεργασιών, που τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες είχε μετατρέψει το φίλα προσκείμενο στη γερμανική εργοδοσία Κόμμα των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP) σε «μπαλαντέρ» για το σχηματισμό κυβερνήσεων.
Ήταν το τρίτο σε εκλογική απήχηση κόμμα-ρυθμιστής, που συνεργαζόταν με την ίδια άνεση πότε με τους Χριστιανοδημοκράτες και πότε με τους Σοσιαλδημοκράτες για τον σχηματισμό κυβερνήσεων ισχυρών και βιώσιμων, που κατά κανόνα εξαντλούσαν τη συνταγματικά ορισμένη θητεία τους – την τετραετία δηλαδή. Κατά παράδοση στέλεχος του FDP επάνδρωνε συστηματικά το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών ή το υπουργείο Εσωτερικών – και όχι οικονομικό υπουργείο! Εμβληματικός υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Κολ ήταν ο Χανς Ντίντριχ Γκένσερ.
Η τιμωρία του υπερόπτη
Εμβρόντητος ο γαλλικός Τύπος της Δευτέρας διαπιστώνει ότι «ο γερμανικός Τύπος βλέπει την απώλεια της απόλυτης πλειοψηφίας από το κόμμα του Εμανουέλ Μακρόν ως μια τιμωρία για το υπερβολικά προσωποποιημένο έως αυτοκρατορικό πολιτικό στιλ του προέδρου». Και σημειώνει ότι οι Γερμανοί θεωρούν πως «αν η πολιτική αστάθεια καιροφυλακτεί, οι Γάλλοι θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την εξέλιξη σαν ευκαιρία για να υιοθετήσουν μια νέα κουλτούρα κομματικής και κυβερνητικής συνεργασίας».
Η ρεπόρτερ Νινόν Ρενό της «Les Echos» σταχυολογεί τα γερμανικά δημοσιεύματα. «Το πάρτι τελείωσε», είναι ο τίτλος του περιοδικού «Spiegel», «Ένα χαστούκι για το Μακρόν», εκτιμά η λαϊκή ημερήσια «Bild», «μια τιμωρία για το στιλ διακυβέρνησης του γάλλου προέδρου, που πολύ συχνά σνομπάρει το Κοινοβούλιο», είναι η εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος για το καθημερινό συντηρητικό φύλλο «Frankfurter Allgemeine Zeitung» (FAZ).
«Στη Γερμανία, όπου η συναίνεση είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για να κυβερνήσει ένα κόμμα, ο τύπος βλέπει το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών ως εξαναγκασμό για τον Εμανουέλ Μακρόν προκειμένου να επιστρέψει στη λογική», αναφέρει η «Le Echos». Κατά την εφημερίδα της Φραγκφούρτης, «ο Μακρόν υποσχέθηκε μια νέα μέθοδο πολιτικής διακυβέρνησης, αλλά δεν κράτησε την υπόσχεσή του».
Αυτή η «μαζική οπισθοδρόμηση» της συμμαχίας του προέδρου θα έχει τεράστιες επιπτώσεις για τον ίδιο τον πρόεδρο, αφού «θα τον αναγκάσει να αναζητήσει μια ευνοϊκή γι’ αυτόν ισορροπία στο Κοινοβούλιο», γράφει το «Spiegel». Όσο για την «Handelsblatt» προτάσσει την απειλή μιας προϊούσας οικονομικής κρίσης.
«Οι πολιτικές συμμαχίες που αποτελούν την πεπατημένη στη Γερμανία, δεν είναι προφανείς και δεν προβλέπονται σε ένα πολιτικό σύστημα όπως το γαλλικό», σημειώνει η οικονομική ημερήσια εφημερίδα. Η «Handelblatt» υπογραμμίζει ότι υπάρχει «ελάχιστη προθυμία για συναίνεση εκ μέρους των πολιτικών κομμάτων και ακόμα λιγότερη εκ μέρους του γάλλου προέδρου».
Μια απειλή γεμάτη ευκαιρίες
Ο κίνδυνος η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης να εισέλθει σε μια ασταθή πολιτική περίοδο και να γίνει «παράγοντας αβεβαιότητας και αστάθειας εντός της ΕΕ» είναι υπαρκτός, καταλήγει η «Handelsblatt». Η εφημερίδα εκτιμά ότι το μέλλον της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης που υποσχέθηκε ο Μακρόν δεν είναι πλέον εξασφαλισμένο. Και ότι το υψηλό γαλλικό χρέος θα μπορούσε να εξελιχθεί σε απειλή.
«Πράγματι, δεν είναι σίγουρο ότι ο Εμανουέλ Μακρόν θα μπορέσει να περάσει από το Κοινοβούλιο αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα, ειδικά αν πρέπει να προσεγγίσει το στρατόπεδο της Αριστεράς για να εξασφαλίσει πλειοψηφία», ανησυχεί η «Handelsblatt».
Ο γερμανικός Τύπος, ωστόσο, δεν μοιάζει να χτυπά το καμπανάκι του συναγερμού για τα τεκταινόμενα στη γειτονική Γαλλία. Ακόμα και η ταμπλόιντ «Bild», παραδοσιακά πολύ κριτική και δύσπιστη απέναντι στη Γαλλία, σημειώνει ότι «παρά τη σχετική πλειοψηφία που εξασφάλισε ο Μακρόν, η Γερμανία και η ΕΕ θα συνεχίσουν να θεωρούν τη Γαλλία ως αξιόπιστη εταίρο και να στηρίζονται σ’ αυτή».
«Η ήττα του γάλλου προέδρου συνιστά μια πραγματική ευκαιρία για τη Γαλλία», υποστηρίζει εξάλλου η «Tagesspiegel». Όπως και η «FAZ», η βερολινέζικη εφημερίδα πανηγυρίζει για την αναβάθμιση της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης που αναπόφευκτα φέρνει το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής.
Αναβάθμιση του Κοινοβουλίου
«Η ενίσχυση της Λεπέν και του Μελανσόν προοιωνίζεται έντονες κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις, αλλά και μια ανανέωση που τόσο περίμενε και αναζητούσε η γαλλική κοινοβουλευτική παράδοση», εκτιμά η «FAZ». «Οι Γάλλοι ψηφοφόροι αποφάσισαν ότι η γαλλική πολιτική σκηνή πρέπει να είναι πιο κοινοβουλευτική και ως εκ τούτου πιο δημοκρατική. Πρόκειται για μια καλή εξέλιξη», συμπεραίνει η «Tagesspiegel».
Ανέκαθεν σε όλο τον κόσμο πολιτικά στελέχη των μεγάλων, κυβερνητικών κομμάτων υποστηρίζουν (off the record και με τακτ ασφαλώς) ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι επικίνδυνες λόγω του ότι οι μικρότεροι κυβερνητικοί εταίροι είναι, λόγω μεγέθους προφανώς, πιο ευάλωτοι σε εξωθεσμικές παρεμβάσεις και επιρροές (ακόμα και σε θέματα εξαγοράς συνειδήσεων) και ως εκ τούτου κάθε κυβέρνηση συνεργασίας υστερούσε έναντι των αυτοδύναμων κυβερνήσεων τόσο σε σταθερότητα όσο και σε μεταρρυθμιστική ισχύ.
Ουκ ολίγες φορές, ωστόσο, ήταν οι μεγάλοι, κυβερνητικοί και εκλογικά πρωταγωνιστικοί κομματικοί σχηματισμοί που συγκλονίστηκαν από οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα που καταβαράθρωσαν λαοπρόβλητες κυβερνήσεις και αμαύρωσαν περικλεείς πολιτικές καριέρες. Ουκ ολίγες φορές ήταν οι μεγάλοι κομματικοί εταίροι εκείνοι που αποδείχθηκαν αδύναμοι κρίκοι μιας κυβέρνησης.
Η δήθεν ακεραιότητα των μεγάλων
O λαμπερός Μπετίνο Κράξι πιάστηκε με τη «γίδα στον ώμο» καταδικάζοντας τους Ιταλούς Σοσιαλιστές σε ανυποληψία. Αλλά και ο μακροβιότερος μεταπολεμικός πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζούλιο Αντρεότι ήταν εκείνος που έκλεισε την πόρτα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος όταν η περίφημη έρευνα «Καθαρά Χέρια» του Αντόνιο Ντι Πιέτρο αποκάλυψε εκτεταμένη διαφθορά από τη Μαφία στο μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα της χώρας.
Στη Γαλλία λίαν προσφάτως ο Νικολά Σαρκοζί και ο πρωθυπουργός του, Φρανσουά Φιγιόν, κατέστρεψαν τις πολιτικές τους καριέρες αλλά και την γκωλική Δεξιά, πρωταγωνιστική κυβερνητική δύναμη στην Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία που έφθασε να αποσπά μόλις το 7% των ψήφων στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές (και μόλις το 4,78% η υποψήφια του κόμματος για την προεδρία Βαλερί Πεκρές).
Όσο για τη Γερμανία, ο εμβληματικός ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών Χέλμουτ Κολ και το Κόμμα του που άρχισαν από το 1995 να δέχονται μέσω μυστικών τραπεζικών λογαριασμών χορηγίες του εμπόρου όπλων Καρλχάιντς Σράιμπερ – ένα σκάνδαλο που ξέσπασε το 1999 και ανάγκασε τον ίδιο τον Κολ να παραδεχθεί ότι εισέπραττε επί σειρά ετών χρήματα όχι για λογαριασμό του βέβαια, αλλά για το κόμμα.
Μπορεί να είναι ενοχλητικό, αλλά εν τέλει αποδείχθηκε ότι δεν ήταν οι νεοφιλελεύθεροι και δεδηλωμένοι φιλο-εργοδοτικοί πολιτικοί του FDP εκείνοι που χρηματίζονταν από τη γερμανική εργοδοσία και από εξωθεσμικούς εν γένει παράγοντες. Ήταν οι σταθερά προσηλωμένοι στις αρχές της προτεσταντικής ηθικής Χριστιανοδημοκράτες.
Εν προκειμένω, ο Κολ κηλίδωσε την υστεροφημία του, το κόμμα του όμως όχι. Ευτυχώς ή δυστυχώς ο πανδαμάτωρ χρόνος αμβλύνει τις μνήμες του παρελθόντος και εν τέλει τις εξαφανίζει. Και κάποια πολιτικά πρόσωπα ή και κόμματα ολόκληρα καταφέρνουν να εμβαπτισθούν σε μια κολυμπήθρα του Σιλωάμ και να αναδυθούν άσπιλα, αμόλυντα και καθαρμένα, έτοιμα για να πετύχουν νέους πολιτικούς και εκλογικούς θριάμβους.