Παρέμεινε ακμαία μέχρι το τέλος, κι ας υπήρχε η φήμη ότι δεν ήταν τόσο καλά στην υγεία της. Στη συνέντευξη Τύπου για τη δωρεά του ΙΣΕΤ προς την Εθνική Πινακοθήκη στις αρχές Μαΐου έδειχνε καταβεβλημένη αλλά βέβαια «δεν επέτρεπε τέτοιου είδους συζητήσεις», όπως λένε όσοι τη ζούσαν καθημερινά. Αλλωστε, μόλις ανέβηκε στο βήμα για να μιλήσει ο δυναμισμός της επανήλθε, η γνωστή σπίθα και το πάθος όταν μιλούσε για τέχνη αλλά και για τα εμπόδια που έπρεπε να υπερκεράσει – καθόλου τυχαία χάρη σε εκείνη ξεπεράστηκαν γραφειοκρατικά και νομικά κωλύματα προκειμένου να περιέλθει το ΙΣΕΤ στην Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, για να αναφέρουμε μόνο ένα μικρό παράδειγμα.
Υπήρξε η ψυχή της για 30 ολόκληρα χρόνια, η μακροβιότερη διευθύντρια σε δημόσιο οργανισμό στην Ελλάδα, που ήξερε πώς να πετυχαίνει τους στόχους της και να παραμένει κραταιά στη θέση της, πάντα με το χαμόγελο,όσο οι κυβερνήσεις κλυδωνίζονταν και καταποντίζονταν. Κανείς δεν περίμενε ότι θα έφευγε τόσο ξαφνικά, αν μη τι άλλο γιατί η ίδια έδειχνε αποφασισμένη να μείνει, να κερδίσει και αυτή τη μάχη. Οπως κέρδιζε το στοίχημα της επισκεψιμότητας στις εκθέσεις της Πινακοθήκης, όπως είδε τους κλεμμένους Πικάσο και Μοντριάν να επιστρέφουν στο μουσείο έπειτα από δέκα χρόνια περίπου, όπως κατάφερνε να δει το νέο κτίριο ολοκληρωμένο, άλλωστε ήξερε πώς να καλλιεργεί φιλίες και συμμαχίες προκειμένου να εξασφαλίζει χορηγίες για την Εθνική Πινακοθήκη. Κανείς λοιπόν δεν μπορεί να διαγράψει το έργο που επιτέλεσε επί 30 χρόνια στην Πινακοθήκη, «θα ήταν στενόκαρδο» όπως έλεγε ένας γνωστός ζωγράφος. Κανείς δεν ξεχνά τις ξεναγήσεις της στις εκθέσεις ή τις αναλύσεις της για τα έργα της Πινακοθήκης και όχι μόνο, ένα άλλο από τα ταλέντα της, ή τη διδακτική της σταδιοδρομία στην ΑΣΚΤ. Το έργο της μένει, όπως επίσης και το όνομά της σε μια αίθουσα της Εθνικής Πινακοθήκης όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα από το ΔΣ του οργανισμού.
Το βλέμμα όλων είναι στην τελευταία της έκθεση, αφιερωμένη στον αγαπημένο της ζωγράφο Κωνσταντίνο Παρθένη και στην Ιδανική Ελλάδα της ζωγραφικής του για την οποία δούλευε εντατικά τον τελευταίο καιρό. Τα εγκαίνια αναβάλλονται προσωρινά (θα άνοιγε 20 Ιουνίου) και αναμένουμε τη νέα ημερομηνία, όπως βεβαίως και την επόμενη μέρα που θα ξημερώσει για την Εθνική Πινακοθήκη.
Νικόλας Γιατρομανωλάκης (υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρμόδιος για θέματα Σύγχρονου Πολιτισμού) – «Κατέστησε την τέχνη πιο προσβάσιμη»
H Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα ήταν μια δύναμη της φύσης. Πάντοτε στοχοπροσηλωμένη, πάντοτε διεκδικητική, πάντοτε έτοιμη να σχεδιάσει το επόμενο βήμα, την επόμενη έκθεση, την επόμενη επέκταση της δραστηριότητας της Εθνικής Πινακοθήκης. Για 30 χρόνια, αντικειμενικά, ταυτίστηκε με την Πινακοθήκη, την οποία έκανε ευρύτερα γνωστή μέσα από δημοφιλείς εκθέσεις. Υπό αυτή την έννοια, κατέστησε την τέχνη πιο προσβάσιμη. Αυτό εξάλλου ήθελε να συμβολίσει και με τη «Λαϊκή Αγορά» του Τέτση στην είσοδο της ανακαινισμένης Εθνικής Πινακοθήκης.
Συνεργαστήκαμε τα τελευταία τρία χρόνια. Θαύμασα την επιμονή της και τον τρόπο με τον οποίο πετύχαινε τους στόχους που έθετε, με χάρη, ευστροφία και με μια ανεξάντλητη ενέργεια. Ταυτόχρονα ευέλικτη και στιβαρή. Ανέλυε την ιδέα της σε μία σύσκεψη και παράλληλα ολοκλήρωνε το πορτρέτο του συνομιλητή της απέναντι, με μια αναγεννησιακή λογική.
Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα σίγουρα άσκησε εξουσία στο πεδίο του πολιτισμού αφήνοντας το αποτύπωμά της στη σύγχρονη ελληνική τέχνη. Δέκτης πυρών και κριτικής, άλλοτε δίκαιης, άλλοτε άδικης, αλλά σίγουρα ποτέ προσωπικότητα αδιάφορη ή μέτρια.
Κώστας Τσόκλης (Εικαστικός) «Αφησε ένα τεράστιο έργο» – Αυτό που έχει μεγάλη σημασία δεν είναι τι έκανε κανείς αλλά τι άφησε πίσω του.
Η Μαρίνα άφησε ένα τεράστιο έργο και έναν τρόπο λειτουργίας για το πώς λειτουργεί ένα μεγάλο μουσείο που δικαιολογεί την παραμονή της στη διεύθυνση του μουσείου παρά τις ενστάσεις που ακούγονταν από κάποιους. Αφιέρωσε τη ζωή της στην υπόθεση της τέχνης και ήταν χρήσιμη για όλους μας, επιτέλεσε ένα έργο που δεν θα ξεχαστεί εύκολα. Αν καθένας από εμάς κατόρθωνε να κάνει κάτι αντίστοιχο θα μπορούσαμε να πούμε πως είμαστε περήφανοι που είμαστε άνθρωποι της τέχνης και Ελληνες. Της είμαστε ευγνώμονες, προσωπικά την αγάπησα πολύ, νομίζω και εκείνη με αγάπησε. Θα μας λείψει.
Γιώργος Ρόρρης (Ζωγράφος) – «Μας ταξίδευε στα μεγάλα έργα»
Γνώρισα τη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα το ’82, όταν μπήκα στη Σχολή Καλών Τεχνών και εκείνη ήταν καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης. Αισθάνομαι τυχερός που η μύηση στο μάθημα έγινε από εκείνη και κυρίως όσον αφορά την Αναγέννηση που ήταν το φόρτε της. Είχε έναν τρόπο να κάνει το μάθημα πάρα πολύ ζωντανό, σαν να είχε αποκτήσει φαντασιακή βιωματική σχέση με το αντικείμενο, και κατάφερνε να μας ταξιδεύει στα μεγάλα έργα και μνημεία του κόσμου. Εδινε μεγάλη σημασία, όπως έκανε και στις ξεναγήσεις της, στο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον που είχε δημιουργήσει το έργο τέχνης, μια προσέγγιση που διατήρησε αργότερα και στην Εθνική Πινακοθήκη. Θυμάμαι επίσης ότι ήθελε να παρακολουθεί την εξέλιξη των σπουδαστών, είχε επίγνωση ότι η ΑΣΚΤ – η μόνη σχολή τότε – είναι το φυτώριο των μελλοντικών καλλιτεχνών. Ηταν σαν να προοιωνιζόταν τη μελλοντική της θέση στην Εθνική Πινακοθήκη, όπου μοιραία ασχολήθηκε με την ανίχνευση, την αξιολόγηση και την επιβεβαίωση της αξίας κάποιων καλλιτεχνών που είναι δρώντες και εν εξελίξει.
Βασίλης Θεοχαράκης (Πρόεδρος του Ιδρύματος Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη) – «Ηταν δυναμική
και με τίμιο λόγο»
Δυναμική και με τίμιο λόγο ήταν η φίλη μου Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα. Δεν ήταν εύκολος άνθρωπος. Πολλοί μπέρδευαν την έμφυτη ευγένειά της με τη σταθερή και αμετακίνητη θέση της, στο να υπηρετεί με πάθος τη μεγάλη Τέχνη και τα πιστεύω της. Αδιάψευστη αλήθεια των λόγων μου παραμένει η σπουδαία νέα μας Εθνική Πινακοθήκη που είναι κυρίως δικό της όραμα και υλοποιήθηκε με τις επίπονες προσπάθειές της. Επίσης έζησα τη διεθνή της απήχηση στις εκθέσεις μου στο εξωτερικό στο Palazzo Venezia στη Ρώμη, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες, στο Ιδρυμά μου στην Αθήνα με τις τόσο ακριβοδίκαιες και τεκμηριωμένες της αναλύσεις. Εύχομαι να αποτελέσει για τις επόμενες γενιές ένα λαμπρό παράδειγμα προς μίμηση όπου η ολόφωτη Πινακοθήκη μας πάντα θα θυμίζει την τεράστια προσφορά της στο έθνος. Και επειδή δεν μου αρέσουν τα λόγια αλλά τα έργα, η εμπιστοσύνη μου στο πρόσωπό της είχε ως αποτέλεσμα μαζί με τη σύζυγό μου Μαρίνα να είμαι ένας από τους χορηγούς της Εθνικής Πινακοθήκης για την ολοκλήρωση της πτέρυγας της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής. Εύχομαι το πολύμοχθο έργο της να καθοδηγεί τις επόμενες γενιές.
Κυριάκος Κουτσομάλλης (Γενικός Διευθυντής Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή) – «Ενεργούσε απροσποίητα, ανεπιτήδευτα»
Ο αιφνίδιος θάνατος της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα σκόρπισε γύρω μας πόνο, θλίψη, πένθος. Ξαφνικά και με απορία μάθαμε ότι μετακόμισε προς άλλο ενδιαίτημα, παίρνοντας μαζί της την αγάπη, την εκτίμηση, τον σεβασμό, την καλή μαρτυρία των μεγαλόψυχων που την αγάπησαν με ειλικρίνεια. Ποτέ δεν συμβιβάστηκε με τη μικροψυχία. Πάντα φρόντιζε να διατηρεί άρρηκτα τη σχέση του πνεύματος με τα υψηλά ιδεώδη που το γνωστικό αντικείμενό της επέβαλλε. Τα υψηλού κριτικού ήθους κείμενά της το καταμαρτυρούσαν. Η Μαρίνα ήταν ο εαυτός της. Ενεργούσε απροσποίητα, ανεπιτήδευτα. Η ζωή της ήταν σύνοψη κομψότητας, ήθους και αξιοπρέπειας. Το βίωμα και η γνώση, η καλοσύνη και η σκληρή δουλειά την καθιστούσαν αξιαγάπητη, χαρισματική δασκάλα της όχι μόνο διδακτικής αλλά κυρίως της παιδαγωγικής προσέγγισης της Τέχνης. Με γνώση, ενθουσιασμό και αγάπη επί τριάντα χρόνια οιακοστροφούσε με στιβαρότητα το πηδάλιο της Εθνικής Πινακοθήκης. Δύσκολο το εγχείρημα και όμως τα όποια προβλήματα αντιμετώπιζε με μαεστρία. Ανήκω σε αυτούς τους προνομιούχους που είχαν τη χαρά να τη γνωρίσουν. Ηταν πριν από πολλά χρόνια, όταν είχε φέρει στο Παρίσι για θεραπεία τον βαριά ασθενούντα σύντροφο της ζωής της. Τον μεγάλο της έρωτα. Τον Δημήτρη. Δάσκαλο και Μέντορά της. «Αυτό που είμαι το οφείλω στον Δημήτρη». Αυτή ήταν η επωδός της κάθε στιγμής. Ηταν μια δύσκολη συγκυρία. Το αντιμετώπιζε όμως με σθένος, ψυχική και σωματική αντοχή και μεγαλοψυχία. Με υλικά αυτού του είδους, η Μαρίνα δόμησε το Είναι της. Με αυτά έγραψε και την ιστορία της. Μου αρέσει και πιστεύω στη ρήση: «Οι άνθρωποι πεθαίνουν όταν ξεχαστούν». Η Μαρίνα δεν θα ξεχαστεί. Η μνήμη της έχει φωλιάσει στις καρδιές μας.
Μαρία Φιλοπούλου (Ζωγράφος) «Εκανε την Πινακοθήκη προσιτή στο ευρύ κοινό»
Ενας σπουδαίος άνθρωπος! Δίδασκε όχι μόνο με τον ζεστό της λόγο αλλά και με τις πράξεις της, τη σεμνότητά της, την ηθική της και την αξιοπρέπειά της από τα πιο μικρά πράγματα μέχρι τα τεράστια επιτεύγματά της, όπως η επέκταση της Πινακοθήκης.
Αφιέρωσε τη ζωή της στο έργο της να κάνει προσιτή την Πινακοθήκη στο ευρύ κοινό, προσπάθησε να κάνει κοινό αγαθό των απλών ανθρώπων τον πολιτισμό, τους μίλησε σε γλώσσα απλή, άμεση, έμεινε αυθεντική και αυτό προσέλκυσε τον κόσμο.
Θέλει μεγάλο ταλέντο να διαχειρίζεσαι χορηγούς και ιδρύματα σε ένα κράτος που υποχρηματοδοτεί τα μουσεία. Με τον εκσυγχρονισμό και την ανακαίνιση του κτιρίου κατέστησε την Εθνική Πινακοθήκη εφάμιλλη των μεγάλων μουσείων του κόσμου και την οδήγησε στη νέα της εποχή. Αλλά και εντός της χώρας η Εθνική Γλυπτοθήκη στο Γουδί είναι δικό της έργο όπως και η δημιουργία παραρτημάτων στην Κέρκυρα, το Ναύπλιο, τη Σπάρτη, το Μουσείο Καπράλου στην Αίγινα επίσης. Δούλεψε ακούραστα μέχρι το τέλος, με αγάπη πάθος και αφοσίωση στον στόχο της.
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΑΛΜΠΑΡΗ (σκηνοθέτρια & καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν) – «Κόρη σιδηρουργού, φτιαγμένη από «σίδερο»»
«Θέλω να με θυμούνται ως την κόρη του σιδηρουργού» είχε πει σε μία από τις τελευταίες της συνεντεύξεις. Ισως για να θυμόμαστε πόσο μεγάλη ήταν η απόσταση από το Αρκαλοχώρι έως την κορυφή. Ισως για να μας θυμίζει ότι η γνώση, το πάθος και η δημιουργία είναι εργαλεία για να σφυρηλατήσει κανείς τη μοίρα του όπως επιθυμεί. Ισως ακόμα, για να μην ξεχάσουμε ότι ήταν φτιαγμένη από «σίδερο». Γιατί πώς αλλιώς θα είχε αντέξει 30 ολόκληρα δημιουργικά και επιτυχημένα χρόνια στο τιμόνι ενός δημόσιου πολιτιστικού οργανισμού, υπό τόσες διαφορετικές κυβερνήσεις, ούσα επιπλέον γυναίκα, στην Ελλάδα και δη στον ανδροκρατούμενο, άκρως ανταγωνιστικό χώρο της τέχνης; Προσωπικά, της βγάζω το καπέλο (ένα αξεσουάρ που αγαπούσε) και την ευγνωμονώ για το έργο της αλλά και για τον δρόμο που άνοιξε. «Αισθάνομαι πλήρης» είχε δηλώσει. Μα υπάρχει ωραιότερος τρόπος να φεύγει κανείς από τη ζωή;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΤΖΙΚΩΦ (σκηνογράφος) «Εκανε προορισμό την Πινακοθήκη»
Ξεκίνησε από το απόλυτο μηδέν χωρίς τα κόμπλεξ της επαρχίας ή του χωριού και κατέκτησε τα πάντα. Κι αυτό είναι κάτι το αξιοθαύμαστο, παράδειγμα στα όνειρα χιλιάδων ανθρώπων που επιδιώκουν κάτι. Γιατί, εκτός όλων των άλλων, δεν ήταν και άντρας, και μάλιστα σε μια εποχή κι ένα κλίμα διόλου ευνοϊκό για τη γυναίκα – στην Κρήτη. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι έμαθε μόνη της γαλλικά, ότι έκατσε κάτω και διάβασε κι έμαθε. Ασύλληπτο, όπως ασύλληπτη και όλη της η ζωή.
Αυτό που τελικά μένει από τον καθένας μας, το ισχυρό, είναι αυτό που υπάρχει. Η Μαρίνα είπε «αυτό θα γίνει» κι έγινε. Τι ήταν η Πινακοθήκη πριν; Για να κατέβεις με το λεωφορείο χτύπαγες τη στάση «Χίλτον». Το να ανοίξεις την Πινακοθήκη και να την κάνεις έναν προορισμό είναι επίτευγμα. Οπως κι ο τρόπος που προσέγγιζε τους μαθητές της – την είχα δασκάλα. Δημιουργούσε σχέσεις ζωής.
Λουκάς Καρυτινός (μαέστρος, διευθυντής ΚΟΑ) «Θα τη θυμάμαι με σεβασμό»
Θα τη θυμάμαι να έρχεται κομψή, προσηνής και γελαστή στις παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, πάντα με έναν καλό λόγο και μια θετική ανταπόκριση στο καλλιτεχνικό έργο.
Θα τη θυμάμαι να έρχεται με την ίδια καλή διάθεση στις συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και με αστείρευτη δημιουργική φλόγα να διοργανώνει συναυλίες της ορχήστρας στους χώρους της Εθνικής Πινακοθήκης.
Θα τη θυμάμαι να μάχεται για τους στόχους της και να τους πετυχαίνει. Να πάλλεται από την επιθυμία να γνωρίσει σε όλους μας τα αριστουργήματα της εικαστικής τέχνης, να δουλεύει μέρα και νύχτα για την προβολή και τη λάμψη της Πινακοθήκης.
Θα τη θυμάμαι με σεβασμό και μεγάλη εκτίμηση.
Γιάννης Σμαραγδής (Σκηνοθέτης) «Εκανε την Πινακοθήκη μόδα»
Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα δεν ξέχασε ποτέ την καταγωγή της από την Κρήτη. Είχε μια εμμονή με την Κρήτη και συγχρόνως στο κύτταρό της είχε υψηλή αισθητική, μια και το χωριό της καταγωγής της είναι δίπλα στην Κνωσό. Ηξερε τι σημαίνει το κόκκινο της Κνωσού σε συνδυασμό με το γαλάζιο του ελληνικού ουρανού. Γι’ αυτό και κατάφερε να κάνει στην Εθνική Πινακοθήκη την έκθεση για τον Γκρέκο με τόσο μεγάλη επιτυχία. Ημουν τυχερός που συνεργάστηκα μαζί της για το διαφημιστικό βίντεο εκείνης της έκθεσης όπου έπαιζε η Ειρήνη Παππά. Πεντακόσιες χιλιάδες άνθρωποι είδαν την έκθεση. Η Μαρίνα ήξερε τι αντιπροσωπεύει ο Γκρέκο και όταν ξέρεις κάτι πολύ καλά, μπορείς να πείσεις πολλούς ανθρώπους να το ακολουθήσουν, να το δουν. Γνωρίζοντας πολύ καλά για ποιο πράγμα μιλούσε, η Μαρίνα μπορούσε να το κάνει μόδα. Γιατί τον Γκρέκο τον έκανε μόδα, όπως επίσης έκανε μόδα την Εθνική Πινακοθήκη με το νέο κτίριό της. Τι ήταν η Πινακοθήκη πριν από το κτίριο που είναι τώρα χάρη στη Μαρίνα; Ενας υποφωτισμένος, χωρίς κανενός είδους λάμψη, πληκτικός χώρος. Τη λάμψη την έφερε η Πλάκα, διότι ήξερε να βλέπει τα έργα και η μόνη φιλοδοξία της ήταν να αναδείξει τους δημιουργούς. Γιατί ήξερε να τους αγαπά.
Γιάννης Βαμβακάς (Σκηνοθέτης) «Είναι αναντικατάστατη»
Ουδείς αναντικατάστατος έχουμε συνηθίσει να λέμε… Και όμως, η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα είναι αναντικατάστατη. Πότε θα άνοιγε η Νέα Εθνική Πινακοθήκη αν δεν υπήρχε η αείμνηστη Μαρίνα; Ισως ποτέ.
Κι αυτό γιατί υπερέβαλε εαυτόν για να ξεπεράσει κάθε γραφειοκρατία, κάθε κακοβουλία, όλα τα δυσθεώρητα εμπόδια. Για μια Εθνική Πινακοθήκη αντάξια με τα αριστουργήματα που διαθέτει… Εσύ, Μαρίνα, έπεισες τον μοναδικό μας Παναγιώτη Τέτση να κάνει δωρεά 217 έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη. Ποιος θα ξεχάσει τους επαίνους αρχηγών κρατών, τη μεγαλειώδη συνεργασία με τα 100 αριστουργήματα που ήρθαν από το Μουσείο του Λούβρου; Αποκλειστικά δικό σου κατόρθωμα.
Ως συνεργάτρια υπήρξε υπόδειγμα προσφοράς σε τρεις ταινίες μου («Παίζοντας με τα χρώματα – Παναγιώτης Τέτσης», «Είδωλα στον καθρέπτη – Δημήτρης Μυταράς», «Ο καλλιτέχνης Βασίλης Θεοχαράκης» κ.ά.). Οι αναλύσεις της μοναδικές, ο κόσμος έμενε στην έκθεση για ώρες, απολαμβάνοντας τις τεράστιες γνώσεις της και βλέποντας το βίντεο που είχαμε κάνει. Πάντα με το χαμόγελο… την ανοχή.
Μαρία Κομνηνού (Πρόεδρος της Ταινιοθήκης της Ελλάδος) – «Παγκόσμια απήχηση»
Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα υπήρξε κορυφαία προσωπικότητα στον χώρο της σύγχρονης ελληνικής τέχνης καλύπτοντας τα πεδία της Ιστορίας της Τέχνης και της διεύθυνσης της Εθνικής Πινακοθήκης, στην οποία επιμελήθηκε και παρουσίασε μερικές από τις σημαντικότερες εκθέσεις ελληνικής και παγκόσμιας ζωγραφικής σε συνεργασία με κορυφαία μουσεία του εξωτερικού. Η ανακαίνιση και επέκταση της Πινακοθήκης, που πραγματοποιήθηκε με τη δωρεά του ΙΣΝ, αποτελεί τη σπουδαιότερη παρακαταθήκη της καθώς έφερε τη σύγχρονη ελληνική τέχνη (ζωγραφική και γλυπτική) στο επίκεντρο του παγκόσμιου καλλιτεχνικού γίγνεσθαι.
Η μάχη για τη διαδοχή
Η κριτική που είχε ασκηθεί στη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα αφορούσε τη μακροβιότητα της διευθυντικής της θέσης και ενώ κατά καιρούς ακούγονταν – τουλάχιστον στους διαδρόμους της Εθνικής Πινακοθήκης – κάποια ονόματα πιθανών διαδόχων της, νυν ή τέως υπαλλήλων της ΕΠΜΑΣ, εκείνη παρέμενε ακλόνητη στη θέση της από το 1992. Ενώ είναι από καιρό γνωστό ότι η θητεία της, που θα έληγε στις αρχές Ιουλίου, θα ήταν και η τελευταία της, το πρόσωπο που θα τη διαδεχθεί (θεωρείται δεδομένο ότι θα επιλεγεί άνευ διαγωνισμού) παραμένει επτασφράγιστο μυστικό, όπως ήταν εξάλλου και η κατάσταση της υγείας της τους τελευταίους μήνες, αφότου είχε υποβληθεί σε εγχείρηση αλλαγής κεφαλής μηριαίου. Θεωρείται επίσης δεδομένο ότι το πρόσωπο αυτό θα είναι γυναίκα. Το όνομα της Κατερίνας Κοσκινά έχει ακουστεί έντονα, αν και βέβαια θεωρείται πολύ πιο πιθανή η επικράτηση της ιστορικού τέχνης Εβίτας Αράπογλου, μεταξύ άλλων επιμελήτριας της συλλογής του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη αλλά και (συνεπιμελήτριας) εκθέσεων όπως η σχετικά πρόσφατη «Γκίκας,Craxton, Leigh Fermor» στη Λεβέντειο Πινακοθήκη, στο Μπενάκη και στο Βρετανικό Μουσείο.