«Πιάστε τον αρχηγό της 17Ν κι ας πιάσετε εμένα». Σε αυτή την προτροπή είχε προχωρήσει ανώτατος κυβερνητικός παράγοντας της κυβέρνησης Σημίτη σε τότε στελέχη της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας λίγες ημέρες πριν από την έκρηξη – στις 29 Ιουνίου 2002 – της βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού που σηματοδότησε το τέλος της οργάνωσης που προκάλεσε από το 1975 τον θάνατο 23 ελλήνων και ξένων πολιτικών, στρατιωτικών, αστυνομικών, διπλωματών, οικονομικών παραγόντων και πολιτών.
Με στελέχη πλέον των αρχών ασφαλείας και «χειριστές» του φακέλου της οργάνωσης να αποκαλύπτουν μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» 20 χρόνια μετά ότι λίγες ημέρες πριν από τη συμπωματική έκρηξη της βόμβας στον Πειραιά υπήρχε σχεδιασμός για εισβολή σε σπίτια 6-7 βασικών υπόπτων που είχε αναδειχθεί ότι συμμετείχαν σε ένοπλες οργανώσεις εκείνης της περιόδου.
Και αυτό με βάση πληροφορίες που είχε συλλέξει μεθοδικά η ΕΛ.ΑΣ. από προσεγγίσεις 2-3 ατόμων που είχαν κεντρικό ρόλο, ορισμένοι από τους οποίους δεν ζουν πλέον. Υπήρχε μάλιστα για αυτό και ενημέρωση του Μαξίμου που ζητούσε εδώ και τώρα την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης υπό την πίεση της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.
Ο αρχηγός
Εκείνη την περίοδο φέρεται να είχε προσδιορισθεί με ακρίβεια ότι αρχηγός της 17Ν ήταν ο 78χρονος πλέον Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, όμως υπήρχαν αναφορές ότι ζούσε στην Αμερική ή στη Γαλλία, κάτι που δημιουργούσε σύγχυση στον εντοπισμό του. Με τα στελέχη των αρχών ασφαλείας να συμπληρώνουν ότι πλέον έχουν απαντηθεί όλα τα ερωτήματα για την 25ετή δράση της οργάνωσης που αφορά μη ταυτοποιημένα αποτυπώματα κυρίως στη γιάφκα της οδού Δαμάρεως, τους μνημονευόμενους «αφανείς» καθοδηγητές της οργάνωσης ή τι μπορεί να απέγινε η περιβόητη πρώτη γραφομηχανή και το 45άρι της οργάνωσης.
Με κύριο ενδιαφέρον ότι πολλές πληροφορίες για τα κεντρικά πρόσωπα στην εγχώρια ένοπλη πάλη φαίνεται να υπήρχαν ακόμη την περίοδο 1974-1975, όμως δεν έτυχαν καμιάς εκμετάλλευσης για πολλούς λόγους. Επιπλέον, στα 25 χρόνια που έδρασε η 17Ν, όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, είχαν δοθεί 5-6 σημαντικές ευκαιρίες για την εξάρθρωσή της, όμως υπήρξε σύγχυση των Αρχών ή πλημμελείς αναζητήσεις.
Τριετής σιωπή
Επιτελείς της ΕΛ.ΑΣ. επισημαίνουν ότι στην επέτειο των 20 χρόνων από την πλήρη εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη» καταγράφεται πλέον μία τριετής σιωπή του «εγχώριου αντάρτικου» πόλης που δεν υπήρχε ποτέ μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974.
Με τουλάχιστον 4-5 προσπάθειες αναβίωσης της «ένοπλης δράσης» από το 2002 με οργανώσεις θεωρούμενους διαδόχους της 17Ν, όπως ο «Επαναστατικός Αγώνας», «Ομάδα Λαϊκών Αγωνιστών», «Ενέδρα», «Λαϊκή Θέληση», «Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς», «Επαναστατική Αυτοάμυνα», να έχουν κι αυτές σταματήσει τη δράση τους ή τα μέλη τους έχουν συλληφθεί.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι δέκα χρόνια νωρίτερα – το 2012 -, στην επέτειο των δέκα ετών, ήταν σε πλήρη ανάπτυξη οι ένοπλες οργανώσεις και με τη συμμετοχή ποινικών για να καλυφθεί το κενό στο επονομαζόμενο «επαναστατικό δυναμικό». Και αυτή η επέτειος των 20 χρόνων βρίσκει έξι από τα 15 καταδικασθέντα μέλη της οργάνωσης (τους Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, Δημήτρη Κουφοντίνα, Χριστόδουλο Ξηρό, Σάββα Ξηρό, Βασίλη Τζωρτζάτο) να κρατούνται ακόμη σε σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας, ενώ την επόμενη τριετία αναμένεται και η αποφυλάκισή τους. Ο τελευταίος που αναμένεται να έχει τη δυνατότητα να πάρει άδεια ήταν ο Γιωτόπουλος (ο «Λάμπρος» της «17 Νοέμβρη») που πήρε διδακτορικό στα Μαθηματικά από το Πανεπιστήμιο του Παρισιού και είναι ο πρώτος κρατούμενος στη χώρα μας που καταφέρνει να ολοκληρώσει όλους τους κύκλους σπουδών της ανώτατης εκπαίδευσης ενώ και για τη Γαλλία είναι η πρώτη φορά που μια διδακτορική διατριβή εκπονείται εξ ολοκλήρου μέσα από σωφρονιστικό κατάστημα.
Η καθοδήγηση
Ακόμη, πλέον, ερευνητές της υπόθεσης αναφέρουν ότι είναι παντελώς αβάσιμες οι εκτιμήσεις ότι υπήρχε καθοδήγηση της 17Ν από πολιτικούς ή άλλα σημαίνοντα πρόσωπα, όπως και ότι υπήρχαν πληροφοριοδότες σε κρατικές υπηρεσίες. Με χειριστές του φακέλου της υπόθεσης να σημειώνουν ότι «η καθοδήγηση της «17 Νοέμβρη» υπήρχε από τον Γιωτόπουλο που είχε δημιουργήσει την αντιστασιακή οργάνωση «Κίνημα 29 Μάη» και φαίνεται να διατηρούσε επαφή με κάποιους παλιούς συντρόφους του».
Οταν εμφανιζόταν ως μαθηματικός «Μιχάλης Οικονόμου» είχε σειρά πρόσκαιρων γνωριμιών με άτομα από τον πολιτικό, επιχειρηματικό ή και πολιτιστικό χώρο που δεν είχαν ωστόσο ιδέα για τη δράση του. Και ορισμένοι από τους οποίους μάλιστα θα εμφανίζονταν ως μάρτυρες στην πολύχρονη αντιδικία που είχε στους Λειψούς για το χρώμα της εκεί κατοικίας του.
Συμμετείχαν τρεις ηθοποιοί και καθηγητής ΑΕΙ
Με βάση τα στοιχεία που ανέκυψαν το 2002 σε άλλες οργανώσεις, όπως ο «ΕΛΑ», η «1η Μάη», στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. σημειώνουν ότι στη 17Ν συμμετείχαν εκτός των άλλων τρεις ηθοποιοί, αντιεξουσιαστής που είναι πλέον καθηγητής Πανεπιστημίου, ενώ υπήρχαν υπόνοιες για πολιτικούς μηχανικούς, εκπροσώπους τοπικής αυτοδιοίκησης, ιστιοπλόους κι άλλα πρόσωπα που συμμετείχαν στην επονομαζόμενη «ένοπλη πάλη».
H «Αννα» και το 45άρι
H περιώνυμη «Αννα» της «17 Νοέμβρη» που συμμετείχε στην πρώτη επίθεση της οργάνωσης με τη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA Ρίτσαρντ Γουέλς, εκτιμάται ότι ήταν εν ζωή γνωστή του «Λάμπρου», ενώ φαίνεται ότι είναι η ίδια που για λόγους προσωπικούς ειδοποίησε την ΕΛ.ΑΣ. για τις κινήσεις μελών της οργάνωσης το 1992 στην οδό Λουίζης Ριανκούρ που οδήγησε στο γνωστό «φιάσκο» της ΕΛ.ΑΣ. Τότε μάλιστα η ΕΛ.ΑΣ. φέρεται να είχε νεότερες πληροφορίες ότι υπήρχε «τριβή» για την επαφή μέλους της 17Ν με μία κοπέλα πολωνικής καταγωγής που είχε επαφή με ελληνίδα πολιτικό που ασφαλώς είχε άγνοια για αυτούς τους συσχετισμούς.
Τέλος, οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. που ήδη έχουν προχωρήσει σε περίπου 4.000.000 συγκρίσεις με αποτυπώματα ελλήνων πολιτών προκειμένου να τακτοποιήσουν τα έξι άγνωστα αποτυπώματα που είχαν εντοπισθεί στη δεύτερη οπλαποθήκη της οργάνωσης στην οδό Δαμάρεως, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται πιθανόν για άσχετα άτομα με ένοπλες οργανώσεις ή τον ευρύτερο αντιεξουσιαστικό χώρο και ίσως είναι πρώην επισκέπτες του διαμερίσματος, αλλοδαποί τεχνικοί κ.λπ. Τέλος, όσον αφορά το ιστορικό 45άρι όπλο και τη γραφομηχανή της οργάνωσης εκτιμάται ότι παραδόθηκαν το καλοκαίρι του 2002 από τον Δημήτρη Κουφοντίνα (τον «Λουκά» της 17Ν) σε άτομο της απολύτου εμπιστοσύνης του που θεώρησε ότι δεν θα μπορούσε να «στοχευθεί» εύκολα από τις αρχές ασφαλείας.