«Για 20.000 ψήφους», κατά το κινηματογραφικό «Για μια χούφτα δολάρια», θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος για την οριακή νίκη στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών της Γαλλίας την περασμένη Κυριακή με ποσοστό 25,7% του κεντρώου κυβερνητικού συνασπισμού του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, έναντι του 25,6% της Nupes (Νέα Λαϊκή Οικολογική Σοσιαλιστική Ενωση), της συμμαχίας των αριστερών κομμάτων. Στη Nupes μετέχουν η ριζοσπαστική Ανυπότακτη Γαλλία, του Ζαν-Λικ Μελανσόν, οι Γάλλοι Σοσιαλιστές (PS), το γαλλικό κομμουνιστικό κόμμα (PCF) και οι Οικολόγοι-Πράσινοι (EELV).
Νικητής η αποχή
Πάνω από τον «κινηματογραφικό» υπότιτλο, ο τίτλος που συνοψίζει το τι συνέβη την περασμένη Κυριακή στη Γαλλία είναι «Η αποχή ήταν ο πραγματικός νικητής των εκλογών». Οι Γάλλοι προτίμησαν την αποχή, οι πιο κακεντρεχείς είπαν ότι οι εκλογείς προτίμησαν μια Κυριακή στη θάλασσα και όχι μια Κυριακή στην κάλπη. Με αποτέλεσμα το ποσοστό της αποχής να καταρρίψει κάθε ρεκόρ και να ανέλθει στο 52,4%. O «Monde» έκανε λόγο για «καταστροφή για τη δημοκρατία», υπενθυμίζοντας ότι η αποχή στις βουλευτικές εκλογές αυξάνεται τα τελευταία 20 χρόνια, από το 2002, όταν ο αριθμός των ετών της προεδρικής θητείας μειώθηκε από επτά σε πέντε. Το μέτρο δεν συνέβαλε στην αναβάθμιση του πρωθυπουργικού θεσμού. Αντιθέτως το γαλλικό πολιτικό σύστημα περιστρέφεται περισσότερο από ποτέ γύρω από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σημειωτέον ότι σε δημοσκόπηση του Ifop για την εφημερίδα «Journal du Dimanche» (16/6/2022) η αποχή σήμερα εκτιμάται ότι θα φτάσει το 54,5%!
Το διακύβευμα του σημερινού δεύτερου γύρου των βουλευτικών εκλογών είναι η κατανομή των εδρών και το κατά πόσον ο Μακρόν θα εξασφαλίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ώστε να μπορέσει να εφαρμόσει τη μεταρρυθμιστική πολιτική του ή αν θα αναγκαστεί να συγκατοικήσει με τη Νupes και τον Μελανσόν, ο οποίος έχει αυτοανακηρυχθεί πρωθυπουργός εν αναμονή. Τις τελευταίες ημέρες οι τόνοι τόσο στο κυβερνητικό στρατόπεδο όσο και στον συνασπισμό της Αριστεράς ανέβηκαν. Ο μεν Μακρόν απηύθυνε έκκληση στους ψηφοφόρους να του δώσουν την πλειοψηφία «ώστε να αποτραπεί το χάος τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της Γαλλίας», ο δε Μελανσόν, ειρωνευόμενος το ταξίδι του προέδρου στη Ρουμανία και στη Μολδαβία στα μέσα της εβδομάδας, προτού μεταβεί στο Κίεβο, δήλωσε ότι δεν υπάρχει πιλότος στο πολιτικό αεροσκάφος του Μακρόν.
Το σφάλμα της Μπορν
Για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία ο Μακρόν χρειάζεται να εκλέξει 289 βουλευτές επί 577 εδρών της Εθνοσυνέλευσης. Με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, σήμερα σε 271 περιφέρειες της Γαλλίας αναμετρούνται υποψήφιοι του κυβερνητικού συνασπισμού «Μαζί» απέναντι σε υποψηφίους της Νupes, ενώ σε 107 περιφέρειες, υποψήφιοι του Μακρόν με υποψηφίους της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης (RN) της Μαρίν Λεπέν, του κόμματος το οποίο ανεδείχθη τρίτη δύναμη με ποσοστό 18,6%. Ευτυχώς για τη Γαλλία και την Ευρώπη, ο επίσης ακροδεξιός τηλεοπτικός αστέρας Ερίκ Ζεμούρ απέσπασε μόλις 4,2% των ψήφων και δεν εκλέγει βουλευτή.
Υπάρχουν ωστόσο και αναμετρήσεις υποψηφίων της λεπενικής Ακροδεξιάς με εκείνων της ακροαριστερής Nupes σε 62 περιφέρειες. Με αφορμή αυτές, η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν διέπραξε πολιτικό σφάλμα που μπορεί να κοστίσει στον Μακρόν. Αργά το βράδυ του πρώτου γύρου, η πρωθυπουργός προσυπέγραψε την τακτική του «ni-ni» (ούτε-ούτε), δηλαδή ούτε ψήφο στην Ακροδεξιά ούτε στην Ακροαριστερά, κάνοντας λόγο για «πρωτοφανή σύγχυση των άκρων». Η γαλλική Αριστερά αντέδρασε έντονα υπενθυμίζοντας ότι στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στις 24 Απριλίου τα αριστερά κόμματα στήριξαν τον Μακρόν έναντι της Λεπέν, ενώ ο ίδιος ο Μελανσόν είχε δηλώσει «καμία ψήφος στην Ακροδεξιά».
Την επομένη η πρωθυπουργός έκανε ένα βήμα πίσω, δηλώνοντας ότι το κυβερνητικό στρατόπεδο ναι μεν θα στηρίξει τους υποψηφίους «που στηρίζουν τη δημοκρατία» απέναντι σε εκείνους της Ακροδεξιάς, αλλά όχι «τους υποψηφίους που υβρίζουν τους αστυνομικούς μας και όσους ζητούν από τη Γαλλία να μη στηρίζει πλέον την Ουκρανία».
Αλλαγή σκηνικού
Οι δηλώσεις της Μπορν δεν είναι οι μόνες που θα κοστίσουν ενδεχομένως στον Μακρόν. Αναλύοντας το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου, ο Ζερόμ Φενολιό, διευθυντής του «Monde», σημείωσε ότι η προεκλογική εκστρατεία του Μακρόν ήταν επιεικώς άτονη και ότι ο πρόεδρος και οι επιτελείς του επέλεξαν να… απέχουν από την εκστρατεία αντί να προχωρήσουν σε διάλογο με τους ψηφοφόρους, να στηρίξουν τα επιχειρήματά τους, να δώσουν διευκρινίσεις. Η αιτία αυτής της στάσης κρύβεται ίσως στην υπερβολική αυτοπεποίθηση για τη συνήθη έκβαση των βουλευτικών εκλογών που διεξάγονται μετά τις προεδρικές: μέχρι τώρα οι βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία επιβεβαίωναν την επικράτηση του νικητή των προεδρικών.
Αυτή τη φορά όμως το πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει. Παρότι σύμφωνα με το φιλοαριστερό think tank Terra Nova τα φιλολαϊκά μέτρα του Μελανσόν επιβαρύνουν κατά 332 δισ. ευρώ τον γαλλικό προϋπολογισμό, ο πάλαι ποτέ σοσιαλιστής πολιτικός κατόρθωσε να δημιουργήσει ρεύμα υπέρ του. Απειλεί ευθέως το κυβερνητικό στρατόπεδο αν όχι με «συγκατοίκηση» και πρωθυπουργό τον ίδιο, με πολύ ισχυρή αντιπολίτευση. Ως επιτυχία του Μελανσόν καταγράφεται και η στροφή ψηφοφόρων μεσαίας τάξης των αστικών κέντρων, με ανώτερο μορφωτικό επίπεδο, οι οποίοι, όπως κατέγραψε το Ινστιτούτο Ipsos («Μonde», 16/6/2022), ψήφισαν Αριστερά και όχι Μακρόν όπως το 2017.
Δύσκολη η δεύτερη προεδρική θητεία
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Ιfop για το τηλεοπτικό δίκτυο LCI (16/6/2022) το στρατόπεδο του Μακρόν αναμένεται να εκλέξει από 265 ως 300 βουλευτές, η Nupes από 180 ως 210 βουλευτές, οι δεξιοί Ρεπουμπλικανοί από 40 ως 65 βουλευτές και η Εθνική Συσπείρωση της Λεπέν από 20 ως 40 βουλευτές.
Οποιο και αν είναι το αποτέλεσμα του σημερινών βουλευτικών εκλογών, είναι γεγονός ότι η δεύτερη προεδρική θητεία του Μακρόν διαφαίνεται δύσκολη. To 2017, το κόμμα του είχε εξασφαλίσει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία 308 εδρών και δεν χρειαζόταν στήριξη άλλων κεντρώων όπως του MoDem του Φρανσουά Μπαϊρού. Τώρα η στήριξη του ΜoDem όπως και του νεοπαγούς κόμματος Horizons του πρώην πρωθυπουργού Εντουάρ Φιλίπ θεωρούνται απαραίτητη προϋπόθεση για να κυβερνήσει το κόμμα του Μακρόν, ενώ δεν αποκλείεται να χρειαστεί και τη στήριξη της παραδοσιακής γαλλικής Δεξιάς, των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι απέσπασαν ποσοστό 10,4% στον πρώτο γύρο.