Ολοκληρώθηκε στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας, με τίτλο «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ), ενεργώντας μέσω του Περιφερειακού Γραφείου της για την Ευρώπη, για την ίδρυση υπο-γραφείου για την ποιότητα της περίθαλψης και την ασφάλεια των ασθενών στο Γραφείο ΠΟΥ Αθήνας».
Υπέρ της αρχής της κύρωσης της Συμφωνίας τάχθηκαν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, ενώ ΚΚΕ και ΜέΡΑ25 δήλωσαν ότι καταψηφίζουν και η Ελληνική Λύση επιφυλάχθηκε για την Ολομέλεια.
Η Συμφωνία προβλέπει την ίδρυση και λειτουργία γραφείου στην Αθήνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με διάρκεια πέντε χρόνια και με τη δυνατότητα 5ετών ανανεώσεων και με υποχρέωση της ελληνικής κυβέρνησης για παροχή χώρου γραφείου, δαπάνες συντήρησής του και πάσης φύσεως εξοπλισμού του προϋπολογισμού ύψους 5.641.000 ευρώ.
Στόχος της ίδρυσης γραφείου του ΠΟΥ στην Αθήνα είναι η αναβάθμιση της υγειονομικής περίθαλψης σε όλα τα στάδια και για όλους, η ενίσχυση των υγειονομικών αρχών στην περιφέρεια, η ποιοτικότερη, αποτελεσματικότερη και ισότιμη πρόσβαση. Εντάσσεται στις δράσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για καλύτερη υγεία στην Ευρώπη.
«Πιστεύουμε απόλυτα σε ένα δημόσιο σύστημα υγείας και δεν πιστεύουμε σε ιδεοληψίες. Το Υπουργείο Υγείας δουλεύει πάνω σε έναν κεντρικό σχεδιασμό για ποιοτικότερες παροχές δημόσιας υγείας και με αυτή την έννοια δουλεύουμε και συνεργαζόμαστε με τον ΠΟΥ. Η ίδρυση του γραφείου θα βοηθήσει να διορθώσουμε το δημόσιο σύστημα υγείας εκεί που υπάρχει πρόβλημα», τόνισε χαρακτηριστικά η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα και πρόσθεσε: «Είναι σαφές ότι η ποιότητα υγείας πρέπει να αλλάξει και αυτό θα γίνει με διάλογο βεβαίως με όλους τους εργαζομένους αλλά και με ανθρώπους που έχουν εμπειρία και σχέση με το αντικείμενο. Το Υπουργείο Υγείας είναι εδώ και ο προγραμματισμός είναι εδώ. Το να δώσουμε πέντε εκατομμύρια ευρώ για καλύτερες παροχές υγείας και καλύτερο σχεδιασμό, δεν είναι κόστος, είναι επένδυση».
Όπως επεσήμανε η κ. Γκάγκα, «τρεις είναι οι στόχοι του Υπουργείου Υγείας με τη δημιουργία γραφείου του ΠΟΥ στην Αθήνα, το οποίο δεν θα καλύπτει μόνο τα Βαλκάνια αλλά όλη την Ευρώπη. Ο σεβασμός στον άρρωστο, η δυνατότητα να του λύσουμε το πρόβλημα του αλλά και να προλάβουμε οποιοδήποτε πρόβλημα».
Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και η γενική εισηγήτρια της ΝΔ, Μαρία – Αλεξάνδρα Κεφαλά, κάνοντας λόγο για ένα νομοσχέδιο που θα βοηθήσει και θα ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας, παρέχοντας καλύτερες, ισότιμες και ποιοτικότερες υπηρεσίες υγείας σε όλους με έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα και περίθαλψη.
Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου τάχθηκαν τόσο ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Σάκης Παπαδόπουλος, όσο και ο πρώην υπουργός Υγείας και βουλευτής του κόμματος, Ανδρέας Ξανθός.
«Το γραφείο του ΠΟΥ στην Αθήνα θα συμβάλει με τις δράσεις τους και με όλα τα μέσα στην καλύτερη, αποτελεσματικότερη και ποιοτικότερη παροχή υπηρεσιών υγείας. Όμως απαιτείται και πολιτική υγείας που θα συνειδητοποιεί ότι η υγεία είναι δημόσιο αγαθό και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα», ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος.
Τόνισε ακόμα ότι «η ίδρυση γραφείου ΠΟΥ ήταν προϊόν της πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με στόχο την εφαρμογή κρίσιμων μεταρρυθμίσεων για την εξάλειψη των ανισοτήτων και την πρόσβαση στα φάρμακα και στις υπηρεσίες υγείας όλων των ασθενών». «Το δικό μας σχέδιο που υπογράψαμε το 2018 ήταν πιο κοντά στις ανάγκες για ισότιμη περίθαλψη», σημείωσε ενώ κατέληξε λέγοντας: «Η Συμφωνία αναμφισβήτητα είναι θετική για την ποιότητα στην υγειονομική περίθαλψη και στην ασφάλεια των πολιτών. Και είναι σίγουρο ότι το γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας θα προχωρήσει στην εκτέλεση των καθηκόντων του ωστόσο η κυβερνητική πολιτική δεν συνάδει με τους στόχους αυτούς».
Από την πλευρά του, ο κ. Ξανθός τόνισε ότι «η Συμφωνία με τον ΠΟΥ ήταν στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ γιατί κυρίως συμφωνούσε με το αξιακό πρόταγμά του που λέει υγεία για όλους».
«Οι πολιτικές του ΠΟΥ στοχεύουν στην ισότητα και την καθολική πρόσβαση. Εμείς λέμε είναι σωστή επί της αρχής η Συμφωνία, υπό την προϋπόθεση ότι θα αντιμετωπίσει τη δύσκολη πραγματικότητα που είναι η υποστελέχωση και αποδιοργάνωση του δημόσιου συστήματος υγείας. Το θέμα είναι πως θα παρεμβαίνουμε διορθωτικά και ενισχυτικά στο δημόσιο σύστημα υγείας που είναι προβληματικό», επεσήμανε ο κ. Ξανθός.
Υπέρ της αρχής της κύρωσης της Συμφωνίας τάχθηκε και ο ειδικός εισηγητής του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, Γιώργος Φραγγίδης, σημειώνοντας ότι είναι υποχρέωση της χώρας μας η κύρωση της Συμφωνίας, στο πλαίσιο της ενωμένης δράσης για καλύτερη υγεία στην Ευρώπη.
«Στόχος της είναι η ενίσχυση της διοίκησης των αρχών της περιφέρειας ώστε μέχρι το 2030, να πετύχουμε αποτελεσματικότερη και ποιοτικότερη υγειονομική περίθαλψη και φροντίδα όλων ανεξαιρέτως των ασθενών σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα στάδια της ζωής, με έμφαση στην πρωτοβάθμια υγεία», ανέφερε ο κ. Φραγγίδης. Παράλληλα τόνισε την ανάγκη περαιτέρω διευκρινήσεων σχετικά με το ποιος θα έχει αποφασιστικό ρόλο, ο ΠΟΥ ή η ελληνική κυβέρνηση;
Κατά του νομοσχεδίου τάχθηκε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιώργος Λαμπρούλης. «Δεν είμαστε αντίθετοι σε κάθε διεθνή συνεργασία για τα θέματα υγείας, όμως με τη συγκεκριμένη Συμφωνία παραμένει το ζήτημα για τον προσανατολισμό της και στο ότι θα δρα με καπιταλιστικά κριτήρια και με στήριξη αντιλαϊκών πολιτικών υγείας», υπογράμμισε ο κ. Λαμπρούλης. Υποστήριξε ακόμα ότι «μόνο ευχολόγια περιέχει η Συμφωνία ενώ στη πράξη η κυρίαρχη πολιτική είναι να θωρείται η δημόσια υγεία κόστος και να αντιμετωπίζεται με τη λογική κόστους – οφέλους». «Είμαστε κατά των αντιλαϊκών πολιτικών υγείας της κυβέρνησης μέσω του γραφείου ΠΟΥ για αυτό και καταψηφίζουμε», κατέληξε.
«Υπερκερούν τα αρνητικά έναντι των θετικών που περιέχει η Συμφωνία», ανέφερε η ειδική αγορήτρια της Ελληνικής Λύσης, Μαρία Αθανασίου και πρόσθεσε ότι υπάρχουν ερωτηματικά ως προς τη σκοπιμότητα της ίδρυσης γραφείου ΠΟΥ και στους απώτερους στόχους του για την δημόσια υγεία. «Αποτυπώνει μονομερώς τα οφέλη του ΠΟΥ και όχι τις υποχρεώσεις του, επιφυλασσόμαστε για την Ολομέλεια», δήλωσε η κ. Αθανασίου.
Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κλέων Γρηγοριάδης, τάχθηκε κατά της Συμφωνίας, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων, ότι δεν αναφέρεται στην πρωτοβάθμια φροντίδα αλλά μόνο στις οικονομικές υποχρεώσεις της χώρας μας. «Εμείς λέμε όχι σε γραφεία φερετζέδες. Δεν χρειαζόμαστε εμπορευματοποίηση της δημόσιας υγείας γιατί αυτός είναι ο λόγος ίδρυσης του γραφείου ΠΟΥ στην Αθήνα, με την προώθηση της σύμπραξης ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Αυτό που εμείς χρειαζόμαστε άμεσα είναι η ενίσχυση του ΕΣΥ με επαρκές προσωπικό για αυτό καταψηφίζουμε», υποστήριξε ο κ. Γρηγοριάδης.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ