Το κοίτασμα φυσικού αερίου του Χρόνινγκεν στην Ολλανδία είναι τεράστιο. Είναι το μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ένα από τα 10 μεγαλύτερα στον κόσμο. Τα διαθέσιμα αποθέματά του, υπολογίζονται σε περίπου 450 δισ. κυβικά μέτρα.
Είναι ακριβώς το είδος του πολύτιμου (αν και μη ανανεώσιμου) οικονομικού πόρου που κανονικά θα ήταν μπροστά και στο επίκεντρο σε μια ενεργειακή κρίση όπως αυτή που πλήττει την περιοχή σήμερα. Κάθε μόριο φυσικού αερίου μετράει τη στιγμή που η Ευρώπη προσπαθεί να κόψει τους δεσμούς της με τη Ρωσία, η οποία αποτελεί την πηγή για το περίπου 40% της κατανάλωσης φυσικού αερίου της ΕΕ, κυνηγώντας νέους προμηθευτές, επενδύοντας σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, περιορίζοντας τη ζήτηση και εξαντλώντας τις υπάρχουσες πηγές.
Ο κίνδυνος των σεισμών
Αλλά δεν συμβαίνει αυτό. Στην πραγματικότητα η η παραγωγή του Χρόνινγκεν έχει περιοριστεί σημαντικά και η ολλανδική κυβέρνηση προανήγγειλε το 2019 ότι στόχος ήταν να σταματήσει εντελώς στα μέσα του 2022, στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας δέσμευσης για την αντιμετώπιση των κινδύνων σεισμών και των περιβαλλοντικών ζημιών.
Σημειώνεται ότι το πεδίο εκμεταλλεύονται η Nederlandse Aardolie Maatschappij BV, μια κοινοπραξία της Shell Plc και της Exxon Mobil Corp., η οποία δεσμεύεται από τα τρέχοντα όρια παραγωγής. Το ολλανδικό κράτος είναι συνιδιοκτήτης.
Και όπως επισημαίνει το Bloomberg, πρόκειται για ένα από τα πολλά ευρωπαϊκά ενεργειακά παράδοξα που αξίζει να επανεξεταστούν μετά την εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία.
Αποζημιώσεις
Χωρίς τις πιέσεις του πολέμου, το κλείσιμο του Χρόνινγκεν μπορεί να φαίνεται δικαιολογημένο. Αξιοποιήθηκε για δεκαετίες με λίγη φροντίδα για τους ντόπιους, των οποίων τα παράπονα για τους σεισμούς αγνοήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το κόστος της συνέχισης της παραγωγής συνδέθηκε με δισεκατομμύρια ευρώ σε αξιώσεις αποζημίωσης και επισκευές κατοικιών.
Η άλλη άποψη
Το Bloomberg, επισημαίνει ωστόσο, ότι σήμερα φαίνεται επίσης ανεύθυνο να αγνοούνται οι ακούσιες συνέπειες μιας διαδικασίας σταδιακής κατάργησης που ξεκίνησε το 2014 και ουσιαστικά έγινε οριστική το 2018. Η αντικατάσταση 54 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως (σε όρους του 2013) σήμαινε αυξανόμενη εξάρτηση από τη Ρωσία. Και τώρα αυτή η εξάρτηση πρέπει να εξαλειφθεί με μεγάλη ταχύτητα και κόστος, επιβαρύνοντας την ευρωπαϊκή ενότητα, το ηθικό και τα οικονομικά.
Η πίεση είναι τόσο έντονη που ακόμη και ορισμένοι ντόπιοι έχουν υποχωρήσει στην αντίθεσή τους σε περισσότερες γεωτρήσεις. Οι ενέργειες του Πούτιν είναι προφανώς ένα κίνητρο, αλλά υπάρχει επίσης μεγαλύτερη πιθανότητα να αποζημιωθούν επαρκώς οι κάτοικοι σήμερα από ό,τι στο παρελθόν.
Εκατοντάδες εκατ. δολάρια
Οι αυξανόμενες τιμές της ενέργειας σημαίνουν ότι η αξία των εναπομεινάντων αποθεμάτων θα μπορούσε να είναι περίπου 450 δισεκατομμύρια δολάρια (ή 900 δισεκατομμύρια δολάρια με βάση την κορύφωση που παρατηρήθηκε νωρίτερα φέτος), λένε οι αναλυτές.
Ωστόσο, προς το παρόν, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε τηρεί στάση αναμονής με τα πλούσια κοιτάσματα του Χρόνινγκεν να περιγράφονται συχνά ως ένα εργαλείο ύστατης «έκτακτης ανάγκης».
Εκτακτη ανάγκη
Ο κίνδυνος που ελλοχεύει με αυτήν την προσέγγιση είναι ότι ο χρόνος είναι ακριβώς αυτό που δεν έχει η Ευρώπη. Ο Πούτιν περιορίζει τις προμήθειες φυσικού αερίου σε χώρες που δεν τηρούν τους κανόνες του – συμπεριλαμβανομένης της Ολλανδίας. Η παγκόσμια οικονομία αποδυναμώνεται, με βασικό παράγοντα την τιμή της ενέργειας.
Και το Χρόνινγκεν -επισημαίνει το Bloomberg- είναι ακριβώς εκεί: Το να επιστρέψουμε στην παραγωγή έως και 20 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ετησίως θα ήταν θεωρητικά σαν να «πατάμε έναν διακόπτη», λέει ο Rene Peters του οργανισμού ενεργειακής έρευνας TNO. «Το εμπόδιο είναι η πολιτική αποδοχή».
Και όπως ο Daniel Yergin, συγγραφέας της κλασικής ιστορίας υδρογονανθράκων «The Prize», το συνόψισε με ειλικρίνεια στους New York Times: «Μαντέψτε, πρόκειται για κατάσταση έκτακτης ανάγκης».
Πηγή: ot.gr