Τη δική της απάντηση στη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα, τόσο σε επιχειρησιακό, όσο και σε διπλωματικό επίπεδο έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
«Η Ελλάδα διατηρεί τη ψυχραιμία της. Ταυτόχρονα όμως είναι απολύτως έτοιμη, οποιαδήποτε στιγμή, να υπερασπιστεί την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα, για τα οποία δεν δέχεται φυσικά, ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, καμία αμφισβήτηση» δήλωσε η κυρία Σακελλαροπούλου, απαντώντας σε ερώτηση για την εντεινόμενη επιθετική και μόνιμη αμφισβήτηση των ελληνικών συνόρων από την Τουρκία, κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου, που παραχώρησε με τον Πρόεδρο της Λιθουανίας Γκιτάνας Ναουσέντα, στο Βίλνιους.
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας διευκρίνισε ότι «η Ελλάδα, όπως έχει αποδείξει, υποστηρίζει διαχρονικά τον διάλογο και τη σχέση καλής γειτονίας, στη βάση πάντα βέβαια του σεβασμού των αρχών του διεθνούς δικαίου. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι γίνονται οι ίδιες αρχές σεβαστές και από τις δύο πλευρές».
«Η Τουρκία δεν αποδεικνύει πάντοτε την αξιοπιστία της»
Αναφερόμενη στη γείτονα υποστήριξε ότι «η Τουρκία δεν αποδεικνύει πάντοτε την αξιοπιστία της. Θα πρέπει λοιπόν, με κάθε αφορμή, να αποδεικνύει ότι δεν είναι αυτό που θα αποκαλούσαμε «ταραχοποιός», αυτός που δημιουργεί διαρκώς πρόβλημα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά ένας αξιόπιστος σύμμαχός μας στο ΝΑΤΟ. Σε κάθε περίπτωση, υποστηρίζουμε βεβαίως τον διάλογο, ακόμα και αυτή την περίοδο που παρακολουθούμε μια εμπρηστική ρητορική εκ μέρους των τουρκικών αρχών, του Προέδρου, υπουργών και άλλων αξιωματούχων».
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Λιθουανίας, κληθείς να απαντήσει σχετικά με το αν η Ευρωπαϊκή Ένωση τώρα θα πρέπει να επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία που απειλεί την ανεξαρτησία της Ελλάδας, τόνισε ότι Ελλάδα και Τουρκία είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και υποστήριξε ότι «υπάρχει ευκαιρία να ρυθμίσουμε αυτή την σύγκρουση με ειρηνικά μέσα». Ωστόσο, παρατήρησε, ότι «οποιαδήποτε κλιμάκωση των συγκρούσεων κάνει κακό στο ΝΑΤΟ, το αποδυναμώνει ως συμμαχία, ως μια ασπίδα συλλογικής άμυνας. Πιστεύω ακράδαντα σε αυτό. Γι’ αυτό χάρηκα ιδιαίτερα όταν κάποια στιγμή είχε φανεί ότι οι συζητήσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ήταν πιο ομαλές, είχαν εξομαλυνθεί. Τώρα όμως ανησυχώ και βλέπω ότι υπάρχει μια κλιμάκωση, αν θέλετε, αυτής της ρητορικής της εμπρηστικής και πιστεύω ότι πρέπει να συμπεριφερόμαστε ως σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, ακόμη και τώρα να προσπαθήσουμε να επιλύσουμε αυτές τις συγκρούσεις με ειρηνικά μέσα».
Η ρωσική εισβολή και οι κυρώσεις
Σε άλλη ερώτηση σχετικά με τις κυρώσεις που έχει επιβάλλει η ΕΕ για το φυσικό αέριο, καθώς και για το αν συμφωνεί με τη θέση της Τουρκίας, ότι κάποιες κυρώσεις θα πρέπει να μην υπάρξουν και αντ’ αυτού να υπάρξουν εισαγωγές αερίου, η κυρία Σακελλαροπούλου επισήμανε ότι «η Ελλάδα, όπως ανέφερα ήδη, υποστήριξε από την πρώτη στιγμή όλα τα πακέτα κυρώσεων που έχουν επιβληθεί. Αντίθετα, η Τουρκία, αν δεν κάνω λάθος, δεν έχει υποστηρίξει καμία από τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν σε βάρος της Ρωσίας. Το ζήτημα όμως της εισβολής ενός κράτους σε ένα άλλο κυρίαρχο και ανεξάρτητο, όπως συμβαίνει με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι τόσο σοβαρό που δεν επιδέχεται διακυμάνσεις και αποχρώσεις».
«Επομένως, όταν θέλουμε να είμαστε πραγματικά αποφασιστικοί για να μην υπάρξει στο μέλλον ανάλογη περίπτωση, δηλαδή η επιβολή ενός ισχυρότερου κράτους σε κάποιο άλλο, ενδεχομένως λιγότερο ισχυρό, καταστάσεις που τις έχουμε αφήσει πίσω μας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και που δεν ανήκουν στον 21ο αιώνα, δεν είναι δυνατόν μέσω της οικονομικής ενίσχυσης να επιτρέπουμε να επιβραβεύεται, κατά κάποιον τρόπο, ή να μην παίρνει το σωστό μήνυμα ο εισβολέας» συμπλήρωσε.
Από την πλευρά του ο Λιθουανός πρόεδρος Ναουσέντα, υπογράμμισε ότι «αν αρχίσουμε αυτό το αλισβερίσι και αυτές τις ανταλλαγές, να αμφισβητούμε τις κυρώσεις, αυτό θα δημιουργούσε μια, αν θέλετε, ευκαιρία για τη Ρωσία να προχωρήσει σε άλλες παραβατικές συμπεριφορές και να μπορεί να αλλάξει στάση στις διαπραγματεύσεις, επιχειρηματολογώντας ότι θα πρέπει να μειωθούν οι κυρώσεις».
Επιπροσθέτως, τόνισε ότι «δεν μπορούμε, λοιπόν, ν’ αλλάξουμε τις κυρώσεις, δεν μπορούμε να πάρουμε πίσω κάποιες κυρώσεις και δεν μπορούμε ν’ αφήσουμε τους Ρώσους να τα χρησιμοποιήσουν όλ’ αυτά προς όφελός τους και να συνεχίσουν την παραβατική τους συμπεριφορά στην Ουκρανία. Θυμάμαι ότι ο πρόεδρος Ζελένσκι είπε ότι τα πράγματα θα είχαν προχωρήσει διαφορετικά, αν πριν από τον πόλεμο είχαμε δείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα σε σχέση με τις κυρώσεις. Και αν είχαμε ξεκινήσει την εφαρμογή αυστηρών κυρώσεων πολύ νωρίτερα, θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα».
Καταλήγοντας, τόνισε ότι «Τώρα προσπαθούμε να αυστηροποιήσουμε τις κυρώσεις, να τις κάνουμε πιο ισχυρές και ελπίζουμε ότι αυτό θα έχει αντίκτυπο στη ρωσική οικονομία, αλλά και στη στάση (της Ρωσίας). Έτσι λοιπόν πρέπει να είμαστε σταθεροί και συνεπείς στις απόψεις μας και δεν μπορούμε να επιδείξουμε οποιαδήποτε αδυναμία».