Στο πρώτο τετράμηνο του 2022 η αύξηση του ΑΕΠ είναι μειωμένη κατά 50% περίπου, σε σχέση με τον στόχο του προϋπολογισμού, όμως φέρνει αύξηση των εσόδων από τον ΦΠΑ μόνο, κατά 11,4% ή 755 εκ. ευρώ, πάντα σύμφωνα με τον στόχο του προϋπολογισμού, και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης. Μάλιστα, ένα μεγάλο μέρος των πρόσθετων εσόδων, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης, είναι από την αύξηση των εσόδων από το ΦΠΑ των καυσίμων. Δηλαδή, οι πολίτες-καταναλωτές, προσφέρουν στα κρατικά έσοδα, λόγω της ακρίβειας, μόνο στο πρώτο τετράμηνο του 2022, επιπλέον 755 εκ. ευρώ.
Τα επιπλέον αυτά έσοδα, δημιουργούν ένα σημαντικό δημοσιονομικό χώρο, που δίνει στην κυβέρνηση την δυνατότητα να επιστρέψει με την μορφή ενισχυμένου επιδόματος τα χρήματα αυτά στους πολίτες και να μειώσει τον ΦΠΑ, για να μην συνεχίσει να υπερφολογεί τους καταναλωτές, τους επόμενους μήνες, κάτι που έγινε ακόμη περισσότερο τον Μάιο, λόγω της αύξησης του πληθωρισμού στο 10,7%, σε σχέση με τον Απρίλιο. Η αύξηση των τιμών και μαζί και των εσόδων του κράτους, θα συνεχιστεί τους επόμενους μήνες, και μάλιστα ακόμη περισσότερο, γιατί θα αυξηθεί η κατανάλωση, λόγω των εκατομμυρίων τουριστών που θα έρθουν στην χώρα μας.
Γιατί λοιπόν η κυβέρνηση δηλώνει ότι: Δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος, για να μειώσει είτε τον ΦΠΑ στα καύσιμα και σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, όπως και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα καύσιμα, που ούτως ή άλλως, είναι από τους υψηλότερους στην ΕΕ;
Χρησιμοποιεί μάλιστα τρία επιχειρήματα, τα οποία είναι κάλπικα, για να μας πείσει ότι, δεν πρέπει να μειωθούν, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης και ο ΦΠΑ, στα καύσιμα, όπως και ο ΦΠΑ, σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα:
1. Οι μειώσεις δεν θα περάσουν στον καταναλωτή. Δηλαδή λέει, ότι στην χώρα μας, οι επιχειρηματίες και οι επαγγελματίες δεν εφαρμόζουν τους νόμους και κερδοσκοπούν; Και αν αυτό ισχύει, τι κάνει αυτή και οι αρμόδιοι κρατικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί; Οι άλλες χώρες, μάλιστα και με μικρότερη ακρίβεια, γιατί το κάνουν και έχουν άμεσα αποτελέσματα; Γιατί η κυβέρνηση της Γερμανίας, με καλύτερα εισοδήματα όλων των πολιτών της από εμάς, από 1,8 ευρώ το λίτρο, μειώνει το ΦΠΑ και τον ΕΦΚ, στα καύσιμα και ρίχνει την τιμή στο 1,4 ευρώ το λίτρο; Γιατί η Γερμανική κυβέρνηση δίνει κάρτες απεριορίστων μετακινήσεων στα αστικά λεωφορεία, εννιά ευρώ τον μήνα και για όσο θα υπάρχει υψηλός πληθωρισμός, που πάντα είναι χαμηλότερος από ότι στην χώρα μας;
Γιατί στην Κύπρο, που παίρνει την βενζίνη από την χώρα μας, επειδή δεν έχει διυλιστήρια, δηλαδή πληρώνει και επιπλέον μεταφορικά, επίσης μείωσε τον ΦΠΑ και τον ΕΦΚ, που ήταν πιο χαμηλοί από τους δικούς, μας και η τιμή στα πρατήρια της απλής αμόλυβδης είναι 1,5 ευρώ το λίτρο, ενώ στην Ρόδο, με λιγότερα μεταφορικά είναι 2,5 ευρώ το λίτρο;
2. Δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος. Υπάρχει, όπως τα δικά της στοιχεία το αποκαλύπτουν. Τον δημιουργούν με τις αγορές τους οι καταναλωτές, λόγω της ακρίβειας, και της αύξησης του ύψους του ΦΠΑ, που εισπράττει. Φυσικά επαίρεται για τις μειώσεις φόρων που έκανε, στα τρία χρόνια της διακυβέρνησής της, όμως καθόλου τυχαία, όλες αφορούν, μεγάλα και πολύ μεγάλα εισοδήματα και περιουσίες, δηλαδή πολύ λίγων προσώπων και εταιρειών, Ελλήνων και ξένων. 3. Δίνουμε τα 40 ευρώ για τρεις μήνες. Το ποσό αυτό είναι ευτελές, μπροστά στα επιπλέον που πληρώνει ο καταναλωτής, και ακόμη χειρότερα, ανεβάζει τις τιμές, γιατί πριμοδοτείτε, έστω και ελάχιστα η κατανάλωση, και φυσικά έτσι αυξάνει τα κρατικά έσοδα από τον ΦΠΑ. Η κυβέρνηση φέρεται κουτοπόνηρα, και ταυτόχρονα κοροϊδεύει τον κόσμο, γιατί, του παίρνει πολύ περισσότερα από ότι του δίνει. Δηλαδή θέλει οι πολίτες και να της αυξάνουν τα έσοδα, και να είναι και ευχαριστημένοι, γιατί ένα μικρό μέρος από αυτά τους το επιστρέφει. Ενώ αν μείωνε τον ΦΠΑ και τον ΕΦΚ, όπως κάνουν όλες οι άλλες χώρες, οι πολίτες θα πλήρωναν πολύ λιγότερα, χωρίς να έχει μείωση εσόδων, από αυτά που είχε προϋπολογίσει, και χωρίς ξεγελά τον κόσμο, ότι τους επιστρέφει λεφτά. Και χαμένος και κορόιδο, ο πολίτης-καταναλωτής.