Πρωτομπήκα στην εντυπωσιακή σκηνή του, μαθητής, στην τελευταία τάξη του Ε’ αρρένων, με τον συμμαθητή μου Διονύση Σαββόπουλο. Το νέο θέατρο, στον Πύργο -η »σόμπα», όπως την χαρακτήρισε ο Βασίλης Βασιλικός- είχε ξεκινήσει θαρρώ, με την κυρία Κυβέλη στο «Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» του Ξενόπουλου.
Το δεύτερο θεατρικό μου έργο, την «Αναγγελία», σε σκηνοθεσία Κωστή Καπελώνη, τη χάρηκα στη μικρή σκηνή της Μονής Λαζαριστών με το ευρηματικό σκηνικό από γκοφρέ χαρτί του Νίκου Αλεξίου.
Έμεινα ενεός με το «εύρημα» φωτός του Μιχαήλ Μαρμαρινού, στο γυάλινο κτίριο του Μεγάρου Μουσικής το 2016, πάλι και μόνον στο ΚΒΘΕ- σε συνεργασία με το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Και τώρα, ο νέος καλλιτεχνικός του Διευθυντής, σάρκα εκ της σαρκός του ΚΒΘΕ, πρότεινε στον Βασίλη Παπαβασιλείου το τελευταίο έργο μου «Προσδοκώ», που το έγραψα γι’ αυτόν, χωρίς να το ξέρει και χωρίς να του το έχω πει.
Αλλά με αυτόν τον όμοιό μου, αδελφό μου -από τότε που ξενυχτάγαμε το ’75 για μια λέξη του Ρολάν Μπαρτ- είναι σα να έχουμε πει τα πάντα.
Προσδοκώ λοιπόν κι εγώ.
Και όπως είπε η μητέρα του Ναπολέοντα, όταν την πληροφόρησαν πως ο γιος της έγινε αυτοκράτωρ: » Pourvu que ça dure». (Μακάρι να διαρκέσει)