Το διαβάζουμε συχνά κάθε φορά που κάποιος επιφανής στον τομέα του πεθαίνει. Ηταν η πρώτη φράση φίλου γιατρού όταν τον επισκέφθηκα. «Εφυγε κι ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Τελικά ευτυχώς υπάρχει και αυτή η Ελλάδα!». Εχουμε την ανάγκη ταύτισης με το καλό. Και την ανάγκη των αυθαίρετων γενικεύσεων. Να μαλακώσει κάπως η μοναξιά όσων αθροίζουμε τους εαυτούς μας – πάλι λίγο αυθαίρετα – στη μεριά του καλού. Εχουμε ανάγκη ήρωες και πρότυπα, και αυτό δεν είναι κάτι για το οποίο αξίζει να υπερηφανευόμαστε. Βαφτίζουμε ως συλλογικούς τους καθαρά προσωπικούς δρόμους. Τις επιτυχίες και τα επιτεύγματα που προέρχονται από σκληρή δουλειά, ταλέντο και αυταπάρνηση ατόμων. Σαν πολιτικοί που τρέχουν να φωτογραφηθούν δίπλα σε μετάλλια, κύπελλα και σε καμαρίνια συναυλιών και θεάτρων. Στο πλάι επιστημόνων ή και όχι επώνυμων ανθρώπων που είχαν έναν δρόμο να πάρουν, και τον πήραν με μεγάλο προσωπικό κόστος.
Βέβαια το πρότυπο είναι χρήσιμο. Είναι χρήσιμο γιατί σε κινητοποιεί. Σε σπρώχνει να βγάλεις κι εσύ την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου. Σου περνάει την υποψία πως τα ωραία πράγματα μπορούν να γίνουν. Αλλά δεν είναι εθνικό το θέμα. Είναι ανθρώπινο. Δεν έχει να κάνει με την περηφάνια πως κάποιοι σύγχρονοί σου, που μεγάλωσαν στην ίδια εποχή και στους ίδιους δρόμους με εσένα, πήγαν πολύ μακρύτερα από την περίμετρό σας.
Στην προκειμένη περίπτωση μάλιστα μιλάμε για κάποιον που έφυγε για το Παρίσι σε πολύ νεαρή ηλικία. Αγάπησε βέβαια πολύ την ελληνική παραδοσιακή μουσική, ήταν σχεδόν η βάση του και η ελληνική του προίκα στο μεγάλο ταξίδι του στη μουσική του κόσμου. Κανένας συνθέτης δεν μπορεί να αποφύγει την επιστροφή του κάποια στιγμή στις πρώτες μουσικές που άκουσε παιδί. Θα γυρίσει, θα φύγει, θα ξαναγυρίσει. Θα πετάξει μακριά από τον βάλτο που δημιουργεί το τρίπτυχο που θεωρούμε πως ευθύνεται για τις ήττες και τις ματαιώσεις μας. Τους άλλους, την τύχη και το παρελθόν. Ολες αυτές είναι τόσο πρωτεύουσες ποιότητες που η εθνική καταγωγή θα έπρεπε να είναι κάτι δευτερεύον.
Εχει σφιχτεί πολλές φορές το στομάχι μου όταν η Εθνική μας χάνει από ένα γκολ στο 90΄ ή από ένα καλάθι σε νεκρό χρόνο. Ακόμη αρρωσταίνω, δεν είμαι καθόλου υπεράνω.
Την ανάγκη της ταύτισης και του «ανήκειν» δεν την έχω ξεπεράσει και τη χαίρομαι κιόλας σαν μικρό παιδί. Ομως όσο διαρκεί ο αγώνας. Μετά είσαι πάλι εσύ κι ο εαυτός σου. Δίχως τα δεκανίκια του ετεροκαθορισμού και χωρίς να χορταίνεται η πείνα σου τρώγοντας τα ψίχουλα που πέφτουν από τα τραπέζια των άλλων. Πρέπει να φτιάξεις το δικό σου ψωμί.
Ο κόσμος, ειδικά στην τέχνη, είναι ένα μεγάλο πάρτι με ωραίους τρελούς τύπους από όλες τις γωνιές του. Υπάρχουν εθνικά χαρακτηριστικά και στη μουσική και στη λογοτεχνία και στο σινεμά. Ομως αν τα δεις ως πεδίο για την απόδειξη κάποιας ανωτερότητας, έχεις χάσει το κοινό αίμα των ανθρώπων. Δεν είναι η περηφάνια η σωστή λέξη. Ακόμη και η ζήλια είναι πιο εύστοχη. Να ζηλεύεις εκείνους που μπορούν να αφηγηθούν μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Είτε την έζησαν είτε την επινόησαν. Οπου κι αν γεννήθηκαν.