Ως την αρχή μίας ευρύτερης ελληνογερμανικής συνεργασίας στον αμυντικό τομέα, η οποία θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για μία σημαντική γερμανική επένδυση σε γραμμή παραγωγής αναφορικά και με τα άρματα Leopard επί ελληνικού εδάφους (πιθανόν στη Βόρεια Ελλάδα), βλέπουν υψηλόβαθμες πηγές του υπουργείου Εθνικής Άμυνας την κατ’ αρχήν συμφωνία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Γερμανού Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς (στη συνάντηση που είχαν χθες, Τρίτη 31 Μαϊου, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες) για την αποστολή Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) ΒΜΡ-1 στην Ουκρανία με αντάλλαγμα την κάλυψη του κενού που θα δημιουργηθεί από γερμανικά Marder.
Φυσικά, η κατ’ αρχήν συμφωνία, στο πλαίσιο της γερμανικής πολιτικής του επονομαζόμενου «Ringthausch» που προωθεί το Βερολίνο προσπαθώντας να… τετραγωνίσει τον κύκλο μεταξύ της απροθυμίας του να αποστείλει βαρύ οπλισμό στην Ουκρανία και της πίεσης που δέχεται από πολλές πλευρές να το πράξει, έχει ακόμη πολλά βήματα. Έφθασε δε στο ελληνικό Πεντάγωνο μέσω της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα και ακολουθεί το μοντέλο – που δεν είναι χωρίς προβλήματα – που προτάθηκε σε χώρες όπως η Τσεχία, η Πολωνία και η Σλοβενία (που αντικαθιστά παλαιότερα σοβιετικά άρμα Τ-72). Το εν λόγω μοντέλο δεν είναι χωρίς προβλήματα, που προκάλεσαν, μεταξύ άλλων, την οργή της Βαρσοβίας.
Οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις διαθέτουν περί τα 180 ΒΜΡ-1 (που είχε λάβει η Ελλάδα από τα αποθέματα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, το 1994), κάποια εκ των οποίων βρίσκονται στην ενδοχώρα και άλλα σε νησιά, ενώ ορισμένα διαθέτουν και πυροβόλο. Ήδη, η συντήρησή τους δεν είναι καθόλου εύκολη και η αντικατάστασή τους από κάτι καλύτερο είναι απολύτως ευπρόσδεκτη (σσ. ιδιαίτερα σε σχέση με άλλες πιέσεις για παραχώρηση αντιπυραυλικών συστημάτων), αλλά δεν πρόκειται να γίνει με εκπτώσεις. Η ιδέα είναι για κάθε ένα ΒΜΡ-1 να δίδεται ένα Marder, αλλά οι ακριβείς λεπτομέρειες για τον αριθμό, το κόστος και το χρονοδιάγραμμα θα συζητηθούν μεταξύ τεχνικών ομάδων των δύο υπουργείων Άμυνας. Μία πρώτη αρχική συζήτηση πρόκειται να γίνει σήμερα, Τετάρτη 1 Ιουνίου, σε τηλεφωνική επικοινωνία του Νίκου Παναγιωτόπουλου (που αναχωρεί αργότερα για το συνέδριο για την ασφάλεια Globsec στην Μπρατισλάβα της Σλοβακίας) με τη Γερμανίδα ομόλογό του Κριστίνε Λάμπρεχτ. Η Αθήνα επιθυμεί πάντως η αντικατάσταση να είναι άμεση.
Η ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας επιθυμεί, όπως πληροφορείται «Το Βήμα», να αξιοποιήσει τη γερμανική επιθυμία με σκοπό να προωθήσει μία ευρύτερη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας. Η γερμανική πλευρά – και πιο συγκεκριμένα η γερμανική εταιρεία KraussMaffei – έχει κινηθεί δικαστικά εναντίον της χώρας μας για εκκρεμείς οικονομικές υποθέσεις (ήδη από την περίοδο Καμμένου στο υπουργείο) και η Αθήνα θα ήθελε αυτές να διευθετηθούν, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για μία αυτόνομη γερμανική επένδυση στη χώρα μας (που σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις θα μπορούσε να ανέλθει ως και σε 500 εκατομμύρια ευρώ) για δημιουργία γραμμής κατασκευής και συντήρησης γερμανικών συστημάτων.
Η επένδυση αυτή θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει (αλλά να μην περιορίζεται αποκλειστικά) τον εκσυγχρονισμό ενός σοβαρού αριθμού αρμάτων Leopard που διαθέτουν οι Ένοπλες Δυνάμεις – αίτημα των Γενικών Επιτελείων που είναι απόλυτα κατανοητό, αλλά πρέπει να υλοποιηθεί με σοβαρότητα και χωρίς τις «αμαρτίες» του παρελθόντος. Ο σκοπός του κ. Παναγιωτόπουλου είναι αυτή η υπόθεση να ολοκληρωθεί έγκαιρα διότι όχι μόνο θα έχει οικονομικό όφελος, αλλά επίσης θα ικανοποιηθούν ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων και παράλληλα θα υπάρχει ισορροπία των «μεγάλων παικτών» στο ελληνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα.