Δύο δεκαετίες χρηματοπιστωτικής αναταραχής και περισσότερα από δέκα χρόνια έντονων παρεμβάσεων από τις κεντρικές τράπεζες σημαδεύτηκαν από την πανδημία, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, την έκρηξη του πληθωρισμού και πλέον τον πόλεμο στην Ουκρανία, κάνοντας ακόμη και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική ελίτ, πολιτικούς και επικεφαλής επιχειρήσεων, που συγκεντρώθηκαν στην Ελβετία για το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF), να έχουν ως νούμερο ένα σημείο συζήτησης την οικονομική καταιγίδα που βρίσκεται σε εξέλιξη και τις πιθανότητες παγκόσμιας ύφεσης. Εκθεση για την παγκόσμια οικονομία της Citigroup σημείωνε μάλιστα πως η πιο πρόσφατη ακολουθία εξωγενών σοκ είναι η μεγαλύτερη σε έκταση, ένταση και διάρκεια από ό,τι είχαν να διαχειριστούν τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις στην πρόσφατη ιστορία, την ώρα που η PIMCO δίνει 30% πιθανότητες για παγκόσμια ύφεση τους επόμενους 12-18 μήνες.
Ο Ντέιβιντ Μάλπας, πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, ανέφερε πως ο πόλεμος και ο αντίκτυπός του στις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας θα μπορούσε να προκαλέσει παγκόσμια ύφεση, ενώ και η διευθύνουσα σύμβουλος της Citigroup Τζέιν Φρέιζερ εκτίμησε ότι η Ευρώπη ίσως οδεύει σε ύφεση. Το ΔΝΤ πάντως, αν και θα «ψαλιδίσει» περαιτέρω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη εφέτος, δεν αναμένει παγκόσμια ύφεση, σύμφωνα με τη γενική διευθύντρια Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.
Κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού
Η μέση εκτίμηση κορυφαίων οικονομολόγων είναι πως αν οι κεντρικές τράπεζες δεν κάνουν μεγάλα λάθη, μια παγκόσμια ύφεση (τουλάχιστον εφέτος) θα αποφευχθεί. Ο πρόεδρος της Federal Reserve Τζερόμ Πάουελ θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 0,50% στις επόμενες δύο συνεδριάσεις, αλλά στο β’ εξάμηνο ίσως αποδειχθεί λιγότερο επιθετικός, ενώ στην ευρωζώνη η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ θα δώσει τέλος στις καθαρές αγορές τίτλων στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης στις αρχές Ιουλίου και θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 0,25% στις συνεδριάσεις της 21ης Ιουλίου και της 8ης Σεπτεμβρίου, ώστε το επιτόκιο καταθέσεων να επιστρέψει στο μηδέν. Στη συνέχεια, μια νέα αύξηση κατά 25 μονάδες αναμένεται τον Δεκέμβριο, ενώ προβλέπονται άλλες τρεις παρόμοιες κινήσεις μέσα στο 2023 και δύο ακόμα το 2024.
Σε κάθε περίπτωση, οι προοπτικές ανάπτυξης επιδεινώθηκαν και οι πληθωριστικές πιέσεις εκτινάχθηκαν, αυξάνοντας και τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού. Το περιβάλλον παραμένει ασταθές, τροφοδοτούμενο και από τη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τη δυσλειτουργία στις αλυσίδες εφοδιασμού, οδηγώντας σε σπειροειδή αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων και της ενέργειας. Αν και η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί χαμηλότερα των αρχικών εκτιμήσεων (4,5%-5%), ωστόσο, όπως εκτίμησε και ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας, θα σημειώσει ικανοποιητικό ρυθμό, 3% με 3,5% το 2022, υποστηριζόμενη από ευρωπαϊκά κονδύλια, το αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον και την ισχυρή ανάκαμψη του τουρισμού. Παρά τους αντίθετους ανέμους, η ελληνική οικονομία παραμένει «εύρωστη» εφέτος, υποστηριζόμενη από τη βελτίωση της ανεργίας, μια ισχυρή ανάκαμψη στον τουρισμό και σημαντικές εισροές επενδύσεων, σημείωσε και ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης.
Η αύξηση του κόστους χρήματος
Η ελληνική οικονομία θα αποδειχθεί ανθεκτική στις διεθνείς προκλήσεις και χάρη στις επενδύσεις και στο τουριστικό ρεύμα – με τις αφίξεις να έχουν επιστρέψει εφέτος στα επίπεδα του 2019 – θα παραμείνει σε αναπτυξιακή τροχιά παρά τις αναταράξεις, υπογράμμισε από το Νταβός και ο οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης, σημειώνοντας μάλιστα πως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ως το 2023 θα απελευθερώσει σημαντικά κεφάλαια που θέλουν να τοποθετηθούν στη χώρα αλλά σήμερα δεν μπορούν λόγω της υφιστάμενης πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Αναφορικά με την αύξηση του κόστους χρήματος, σημείωσε πως ο αντίκτυπος θα είναι περιορισμένος για τα νοικοκυριά, καθώς, ως απόρροια της 10ετούς κρίσης, η Ελλάδα απέφυγε τις υπερβολές που υπήρξαν σε άλλες χώρες. Για παράδειγμα, σχεδόν μία ολόκληρη γενιά δεν πήρε στεγαστικό δάνειο. Οσον αφορά το δημόσιο χρέος, με μέση διάρκεια στα 20 χρόνια και με το απόθεμα χρέους να είναι σε σταθερό επιτόκιο μόλις 1,5%, οι κίνδυνοι από την αύξηση του κόστους δανεισμού περιορίζονται. Να σημειωθεί πάντως πως έκθεση της Κομισιόν εκτιμούσε πως η Ελλάδα παραμένει εκτεθειμένη στην κληρονομιά των ανισορροπιών της, με «ανοιχτές πληγές» το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων, το επίμονο έλλειμμα εξωτερικού ισοζυγίου, την υψηλή ανεργία και τον χαμηλό ρυθμό δυνητικής ανάπτυξης. Στην έκθεσή της ΕΚΤ για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σημειώνεται επίσης πως το τοξικό κοκτέιλ πληθωρισμού και υψηλών τιμών ενέργειας, απόρροια και του πολέμου, απειλεί την ανάπτυξη, ενώ με το κόστος δανεισμού να αυξάνει περισσότερο ευάλωτες εμφανίζονται χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα, που βρίσκεται στην κορυφή από πλευράς δημόσιου και υψηλά από πλευράς ιδιωτικού χρέους.