Επίπονες και έντονες συζητήσεις για την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και την επόμενη ημέρα αυτού διεξάγονται τις τελευταίες εβδομάδες πίσω από κλειστές πόρτες στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), αλλά επίσης, έστω δευτερευόντως, στην Ουάσιγκτον. Καθώς ο πόλεμος πλησιάζει στη συμπλήρωση 100 ημερών, οι διαβουλεύσεις αυτές, που βρίσκονται εν γνώσει του «Βήματος» χάρη σε πηγές που μίλησαν υπό το καθεστώς της ανωνυμίας λόγω της ευαισθησίας του θέματος, απεικονίζουν τις τεράστιες προκλήσεις που υφίστανται τόσο για την επίτευξη εκεχειρίας όσο και για το μεταπολεμικό καθεστώς της Ουκρανίας.
Είναι δε ξεκάθαρο ότι οι Ευρωπαίοι βρίσκονται σε δυσχερή θέση, καθώς ιδιαίτερα λόγω της ενεργειακής αβεβαιότητας, αλλά και των πολιτικών σπασμών που έχουν αρχίσει να διαφαίνονται στο εσωτερικό της ΕΕ από τις διαφορετικές προσεγγίσεις που διατυπώνονται από διάφορα κράτη-μέλη, η ενότητα που αρχικά επιδείχθηκε κινδυνεύει να διαρραγεί, έστω με αργό ρυθμό.
Ο συνδυασμός τριών στοιχείων
Ουσιαστικά, η ΕΕ (και η Δύση γενικότερα) βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τρίλημμα. Η λύση της επόμενης μέρας πρέπει να συνδυάζει τρία πράγματα που δεν είναι απαραίτητα συμβατά μεταξύ τους:
l Η λύση θα πρέπει κατ’ αρχάς να είναι αποδεκτή στο εσωτερικό της Ουκρανίας, όπου σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Διεθνούς Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας του Κιέβου το 82% των ερωτηθέντων δεν αποδέχεται καμία παραχώρηση εδάφους στη Ρωσία. Ο πρόεδρος της χώρας Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει ως και πρόσφατα εμφανιστεί υπέρμαχος μιας διπλωματικής λύσης, αλλά το περιεχόμενό της πρέπει να είναι αποδεκτό και από τους συμπατριώτες του.
l Δεύτερον, η στρατιωτική έκβαση της λύσης θα πρέπει να είναι βιώσιμη, όπου παρά την αισιοδοξία που εσχάτως διατυπώνεται περί στρατιωτικών επιτυχιών των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, κοινοτικοί αξιωματούχοι και αναλυτές συναινούν στη δυσκολία που θα υπάρξει να μπορέσουν να εκδιωχθούν οι Ρώσοι τόσο από τα εδάφη που έχουν καταλάβει στο ανατολικό τμήμα της χώρας (όπου έστω και δύσκολα σημειώνουν κέρδη) και ακόμη περισσότερο από την Κριμαία.
l Το τρίτο και ίσως πιο ευαίσθητο μέρος του τριλήμματος είναι αν η λύση στην οποία θα καταλήξουν οι δύο πλευρές ευθυγραμμίζεται με τα ευρωπαϊκά – και κατ’ επέκταση τα δυτικά – συμφέροντα. Είναι σαφές, σημείωναν πηγές με γνώση των παρασκηνιακών συνομιλιών που αναμένεται να κορυφωθούν καθώς θα πλησιάζουμε στη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου, ότι το κλίμα που έχει διαμορφωθεί συγκλίνει στο ότι δεν αρκεί μία εκεχειρία που θα επιτευχθεί «όπως-όπως». Το κομβικό σημείο είναι μία βιώσιμη ειρηνευτική συμφωνία που λογικά θα περιλαμβάνει υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Η ιταλική πρόταση και οι διαφωνίες
Σε αυτό το πλαίσιο, κοινοτικοί διπλωματικοί κύκλοι αναφέρονται με θετικά λόγια στην πρόσφατη πρόταση της Ρώμης με σκοπό να επιτευχθεί εκεχειρία και να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, παρά την αρχική αισιοδοξία φαίνεται ότι και εντός Ιταλίας έχουν αρχίσει να εμφανίζονται διαφωνίες για την ευόδωση όσων περιέχονται στο εν λόγω σχέδιο.
Δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι η ιταλική πρόταση δεν γίνεται ασμένως δεκτή τόσο από τις χώρες της Βαλτικής όσο επίσης από τη Σουηδία, τη Φινλανδία και κυρίως την Πολωνία. Ευρωπαίοι διπλωμάτες εμφανίζονται δε ιδιαίτερα προβληματισμένοι από τη στάση της Βαρσοβίας, η οποία φέρεται να καθοδηγείται, όπως τονίζουν, από μίσος και διάθεση ρεβανσισμού και όχι απλώς από τον ιστορικό φόβο όπως συμβαίνει σε Ρίγα, Ταλίν και Βίλνιους.
Πολύ ακριβή η ανοικοδόμηση
Περιθώριο πάντως να ασχοληθεί κάποιος με την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας δεν υπάρχει ακόμη, ενώ και τα ποσά που φαίνεται ότι θα απαιτηθούν (κατά ορισμένους φθάνουν ως τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ) προκαλούν πονοκέφαλο στις Βρυξέλλες, διότι δεν υπάρχουν. Οι συγκρούσεις στην Ανατολική Ουκρανία είναι σφοδρές και σύμφωνα με την εκτίμηση άριστα ενημερωμένων κύκλων μοιάζουν περισσότερο με τις μάχες χαρακωμάτων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου παρά με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι εκτιμήσεις μιλούν ως και για 25.000 νεκρούς ρώσους στρατιώτες μέχρι σήμερα, όταν κατά τη 12ετή παρουσία της στο Αφγανιστάν η πρώην Σοβιετική Ενωση είχε χάσει περίπου 15.000, ενώ οι Ουκρανοί χάνουν περί τους 500 στρατιώτες την ημέρα.
Η κρίσιμη βοήθεια και ο Πούτιν
Οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι αναμφίβολα δεν μπορούν οι Δυτικοί να αφήσουν το Κίεβο να προσέλθει σε μία διαπραγμάτευση από θέση αδυναμίας. Η στρατιωτική βοήθεια από Ευρωπαίους και Αμερικανούς είναι λοιπόν κρίσιμη στο σημείο αυτό. Αυτό που προκαλεί τεράστια ανησυχία είναι η διάθεση του Βλαντίμιρ Πούτιν, την οποία διατύπωσε απερίφραστα σε οποιονδήποτε επεδίωξε να του μιλήσει μετά το ξέσπασμα του πολέμου, να συνεχίσει τον πόλεμο μέχρι τέλους.
Οι θέσεις των ΗΠΑ και η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας
Πρόσφατα, ο αμερικανός υπουργός Αμυνας Λόιντ Οστιν δήλωσε ότι η Ουάσιγκτον θέλει να δει την αποδυνάμωση της Ρωσίας. Πριν από μερικές ημέρες όμως, στο Νταβός, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Χένρι Κίσιντζερ είπε ότι η Ουκρανία θα πρέπει να αποδεχθεί την απώλεια κάποιων εδαφών για να υπάρξει ειρήνευση. Το ερώτημα που θέτουν πρόσωπα με γνώση όσων διαμείβονται είναι το ακόλουθο: Θέλουμε μία στρατηγική ήττα της Ρωσίας ή μήπως αυτό οδηγήσει σε περισσότερα προβλήματα για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας στο μέλλον;
Η διάρκεια της σύγκρουσηςκαι η διαμόρφωση των συνόρων
Σε πολλούς δυτικούς αξιωματούχους με τους οποίους μίλησε πρόσφατα «Το Βήμα», είναι σαφές ότι η συνέχιση του πολέμου εδράζεται στη συνέχιση της παροχής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία. Μέχρι πότε θα είναι όμως εφικτή αυτή αν οι συνέπειες ενός παρατεταμένου πολέμου γίνονται εμφανέστερες στις δυτικές κοινωνίες; Οι ίδιοι αξιωματούχοι τόνιζαν ότι ειδικά στην ΕΕ ο αντικειμενικός στόχος δεν είναι η αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία, ανεξάρτητα αν οι βαριές κυρώσεις οδηγήσουν σε εσωτερική ανάφλεξη.
Επίσης, ερώτημα-κλειδί θα είναι η εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Πώς θα μοιάζει η χώρα μετά τον πόλεμο; Πού θα βρίσκονται τα σύνορα σε σχέση με τις 24 Φεβρουαρίου, όταν ξέσπασαν οι εχθροπραξίες; Πόσο εφικτή είναι η επιστροφή της Κριμαίας; Ποιο θα είναι το καθεστώς του Ντονμπάς, ολόκληρου ή μέρους αυτού; Μήπως διατρέχουμε τον κίνδυνο της εμφάνισης ενός μοντέλου «Νότιας Κορέας – Βόρειας Κορέας» σε ευρωπαϊκό έδαφος; Τα ερωτήματα αυτά προβάλλουν πλέον αβυσσαλέα.