Προτάσεις πολιτικής και μία σειρά αναγκαίες παρεμβάσεις για τον μετασχηματισμό του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ελλάδα παρουσιάζουν ο πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Γκίκας Χαρδούβελης και ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας Νίκος Μαγγίνας σε μελέτη τους που διενεργήθηκε για λογαριασμό της διαΝΕΟσις.
Τιτλοφορείται «Η επανεκκίνηση του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ελλάδα», εκπονήθηκε σε μία κρίσιμη συγκυρία για τον κλάδο και την ελληνική οικονομία γενικότερα και παρουσιάζεται κατ’ αποκλειστικότητα από «Το Βήμα της Κυριακής».
Οι συγγραφείς εξετάζουν τις δυνατότητες επούλωσης των πληγών από τις αλλεπάλληλες κρίσεις της προηγούμενης δεκαετίας και διερευνούν πώς μπορούν οι βασικοί θεσμοί, οι τράπεζες και το χρηματιστήριο να αναπτυχθούν, να ενταχθούν και να προσαρμοστούν στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και, τελικά, να λειτουργήσουν αποτελεσματικά και με διαφάνεια.
Οπως σημειώνεται στην έρευνα: «Η Ελλάδα συνεχίζει να υστερεί σημαντικά σε δείκτες που αποτυπώνουν ευρύτερες θεσμικές αδυναμίες, όπως σε θέματα διαφάνειας, επαρκούς πληροφόρησης, ελλιπούς ανταγωνισμού, εταιρικής διακυβέρνησης, καταγραφής, αποτίμησης, προστασίας και ρευστοποίησης ενεχύρων, αποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης και προστασίας δικαιωμάτων των πιστωτών».
«Με δεδομένη την πολυετή οικονομική κρίση της δεκαετίας του 2010 και την αμέσως μετέπειτα κρίση της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, υπάρχει μια αίσθηση κατεπείγοντος» επισημαίνεται στο κείμενο πολιτικής, ενώ υπογραμμίζεται και ότι «ο χρηματοπιστωτικός τομέας συνιστά κάτι περισσότερο από μια έκφανση της οικονομικής δραστηριότητας ή έναν απλό τομέα της οικονομίας: αποτελεί συνδιαμορφωτή της ίδιας της οικονομικής πραγματικότητας συνολικά, την οποία και αντανακλά».
Οι ανοιχτές πληγές
Από το 2008 έως και το 2017 ο αριθμός των ελληνικών τραπεζών μειώθηκε δραστικά. Σήμερα μόνον τέσσερις τράπεζες αντιπροσωπεύουν το 96% του συνολικού ενεργητικού και των συνολικών τραπεζικών δανείων.
Ως κομβικής σημασίας στοιχείο της περιόδου υπογραμμίζεται στην έρευνα ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. «Παρά τη θεαματική μείωσή του από την κορύφωση τον Σεπτέμβριο του 2016 (περίπου ένα στα δύο δάνεια ήταν τότε κόκκινο), παραμένει ακόμα και σήμερα (που βρίσκεται στο 12,1% του συνόλου των δανείων) το μεγαλύτερο στην Ευρώπη» αναφέρουν ο πρόεδρος του ΔΣ και ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΤΕ.
Κατ’ αντιστοιχία τονίζουν ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών αντανακλούσε τη βαθιά κρίση της χώρας. Στο τέλος του 2021 η κεφαλαιοποίησή του βρισκόταν μόλις στο 36,7% του ελληνικού ΑΕΠ, ενώ ενδεικτικά εκείνη του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης ήταν σχεδόν διπλάσια (69,5% του γερμανικού ΑΕΠ). Ως αποτέλεσμα αυτής της συνθήκης, κατά τη δεκαετία 2010-2020 οι εισηγμένες εταιρείες άντλησαν κεφάλαια ύψους μόλις 65,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 46,7 αφορούσαν τις αναγκαστικές ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών.
Σε ό,τι αφορά άλλες κατηγορίες χρηματοοικονομικών οργανισμών, όπως οι εταιρείες ασφαλίσεων, επενδύσεων, factoring και κτηματαγοράς, αμοιβαίων κεφαλαίων και venture capital, διαπιστώνεται ότι είναι διαχρονικά μικρές σε μέγεθος, ή αποτελούν θυγατρικές των τραπεζών και επομένως επηρεάζονται από τα προβλήματα του τραπεζικού τομέα.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η μείωση του συνόλου και της ελκυστικότητας των επιλογών δανειοδότησης, εν τέλει χρηματοδότησης των επενδύσεων.
Επιπλέον, το κόστος χρηματοδότησης στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των εταίρων/ανταγωνιστών στην ευρωζώνη: Το μέσο επιτόκιο δανεισμού μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων τον Μάρτιο του 2022 ήταν στο 3,06%, ενώ στην ευρωζώνη ήταν περίπου το μισό (1,49%). Η ίδια δε η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνει το πρόβλημα. Σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έρευνα ότι «η πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι μικρές και πολύ μικρές και επομένως συχνά αδυνατούν να αφιερώσουν πόρους στην αναζήτηση των κατάλληλων ευκαιριών χρηματοδότησης».
Προκλήσεις της νέας εποχής
Οι συγγραφείς ξεχωρίζουν ορισμένες ευρύτερες, παγκόσμιες προκλήσεις για τις τράπεζες σήμερα και παρουσιάζουν τις επιπτώσεις τους στην Ελλάδα. Οπως μεταξύ άλλων εξηγούν, η παρατεταμένη περίοδος χαμηλών επιτοκίων και γενικότερης νομισματικής χαλάρωσης συρρίκνωσαν τα περιθώρια κέρδους των τραπεζών. Επιπλέον, δημιουργήθηκαν χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις – συνήθως υψηλής τεχνολογίας – οι λεγόμενες «challenger banks», οι οποίες λειτουργούν ανταγωνιστικά προς τις τράπεζες, ειδικά σε τομείς όπως τα συστήματα πληρωμών.
Οι σημερινές προκλήσεις για την ελληνική κεφαλαιαγορά χαρακτηρίζονται στην έρευνα μάλλον διαχρονικές και τοπικού χαρακτήρα.
«Το ελληνικό χρηματιστήριο έχει παγιδευτεί σε μια μακροχρόνια τροχιά συρρίκνωσης και είναι σημαντικό να επανενεργοποιηθεί ως βασικός πυλώνας χρηματοδότησης και μεγέθυνσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας» αναφέρουν οι συγγραφείς και προσθέτουν: «Οι προκλήσεις αλλά και οι ευκαιρίες για το ΧΑ μεγεθύνονται από το ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, το οποίο διαρκώς αναδιατάσσεται με τάσεις συγκέντρωσης και διεθνοποίησης των χρηματιστηριακών αγορών, αποκέντρωσης και ψηφιοποίησης της διαπραγμάτευσης και δημιουργίας εξειδικευμένων υπο-αγορών, νέων προϊόντων και σχημάτων χρηματοδότησης».
Βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες παρεμβάσεις
Οι προτάσεις για την επανεκκίνηση αφορούν το σύνολο, έχουν βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: τη διευκόλυνση χρηματοδότησης με δάνεια, τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων με την παροχή μετοχικού κεφαλαίου και την κρατική συμμετοχή στη χρηματοδότηση και εποπτεία.
Διευκόλυνση χρηματοδότησης με δανειακά κεφάλαια
1) Η δημιουργία Ανεξάρτητης Αρχής Πιστοληπτικής Αξιολόγησης.
2) Η δημιουργία ενός περιεκτικού ψηφιακού μητρώου ακινήτων.
3) Η διασφάλιση πληρέστερης λογιστικής αποτύπωσης της κατάστασης των επιχειρήσεων με ενίσχυση δομών εποπτείας και ελέγχου μέσω ενεργοποίησης της ΕΛΤΕ.
4) Η επέκταση της χρήσης εξωτερικών ελεγκτών σε μεγαλύτερη περίμετρο επιχειρήσεων.
5) Η κινητοποίηση για αποτελεσματικότερη εφαρμογή της προ-πτωχευτικής και πτωχευτικής διαδικασίας.
6) Η άμεση δημιουργία επιτροπής συμβουλευτικής ενημέρωσης και τεχνικής βοήθειας δυνητικών επενδυτών μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης
7) Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος.
8) Η έμφαση σε εξειδικευμένη εκπαίδευση στη Χρηματοοικονομική για δικαστές και εργαζομένους της νομικής επιστήμης στον χρηματοοικονομικό χώρο.
9) Η προετοιμασία για πιθανή μελλοντική δημιουργία εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού («bad bank») σε εθνικό ή υπερεθνικό επίπεδο.
Διευκόλυνση των επιχειρήσεων
1) H επέκταση της περιμέτρου των επιχειρήσεων που υποχρεούνται να ακολουθούν κανόνες χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης.
2) Η ενθάρρυνση πολιτικών μεγέθυνσης των επιχειρήσεων.
3) Η πολιτική κινήτρων για αναβάθμιση της ελκυστικότητας του ΧΑ.
4) Η αξιοποίηση ασφαλιστικού-αποταμιευτικού πυλώνα για διεύρυνση της επενδυτικής βάσης του Χρηματιστηρίου.
5) Η τεχνολογική αναβάθμιση του ΧΑ.
6) Η αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού του ΧΑ και του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα.
7) Η προετοιμασία για τη διασύνδεσή μας με την εκκολαπτόμενη Ευρωπαϊκή Ενωση Κεφαλαιαγορών και η αποσαφήνιση της στρατηγικής του ΧΑ όσον αφορά συνεργασίες με άλλα χρηματιστήρια.
Κρατική συμμετοχή στη χρηματοδότηση και εποπτεία
1) Η αξιοποίηση των συνεργειών μεταξύ της Αναπτυξιακής Τράπεζας και του Ταμείου Ανάκαμψης.
2) Ο επανασχεδιασμός της αρχιτεκτονικής εποπτείας του χρηματοοικονομικού συστήματος στη βάση των προτάσεων της Εκθεσης Πισσαρίδη και η ενίσχυση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.