Οι ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ θα πρέπει να χωρίζονται σε υποομάδες ώστε να ακολουθούν εξατομικευμένη θεραπεία.
Σχετική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Diabetes Care από το Πανεπιστήμιο Lund στη Σουηδία καταδεικνύει ότι υπάρχουν διακριτές επιγενετικές διαφορές μεταξύ των ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ. Οι επιγενετικοί αφορούν διαφορετικούς κινδύνους εμφάνισης των συνηθέστερων επιπλοκών του διαβήτη τύπου ΙΙ, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο, η καρδιακή προσβολή και η νεφρική νόσος.
«Δείχνουμε ότι υπάρχουν διακριτές επιγενετικές διαφορές μεταξύ υποομάδων ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ. Οι επιγενετικοί δείκτες σχετίζονται με διαφορετικούς κινδύνους εμφάνισης κοινών επιπλοκών στο διαβήτη, όπως καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικό και νεφρική νόσο», λέει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Σαρλότ Λίνγκ, καθηγήτρια Διαβητολογίας και Επιγενετικής στο Πανεπιστήμιο Lund.
Προηγούμενη μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου Lund, που δημοσιεύθηκε το 2018, έδειξε ότι είναι δυνατό να χωριστούν οι ασθενείς με διαβήτη τύπου Ι και διαβήτη τύπου ΙΙ σε πέντε υποομάδες. Τον Νοέμβριο του 2021, οι ίδιοι συγγραφείς δημοσίευσαν μια νέα μελέτη που υπογράμμισε τις γενετικές διαφορές μεταξύ των τεσσάρων υποομάδων του διαβήτη τύπου ΙΙ, αποκαλύπτοντας διαφορετικές αιτίες της νόσου.
Η τελευταία μελέτη δείχνει ότι υπάρχουν και επιγενετικές διαφορές μεταξύ των τεσσάρων υποομάδων με διαβήτη τύπου 2. Οι επιγενετικοί δείκτες μπορούν να αναπτυχθούν για την πρόβλεψη κοινών επιπλοκών του διαβήτη τύπου ΙΙ, γεγονός που θα επέτρεπε εξατομικευμένες θεραπείες των ασθενών.
«Σε πολλούς ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ παρέχεται η κλασική θεραπεία από το σύστημα υγείας, αλλά ολοένα και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι αυτοί οι ασθενείς χρειάζονται εξατομικευμένη θεραπεία. Η νέα μελέτη μας αποδεικνύει πως είναι κλινικά σημαντικό να ταξινομούμε τους ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ σε υποομάδες γεγονός που θα μας επιτρέψει να παρέχουμε πιο εξατομικευμένες θεραπείες», λέει η Σαρλότ Λίνγκ.
Η νέα μελέτη περιλαμβάνει 533 άτομα που διαγνώστηκαν πρόσφατα με διαβήτη τύπου ΙΙ από δύο ομάδες πληθυσμού στη Σουηδία. Οι συγγραφείς μέτρησαν τις μεθυλίωση του DNA στο αίμα σε 800.000 θέσεις του γονιδιώματος όλων των συμμετεχόντων. Η μεθυλίωση του DNA είναι μια χημική διαδικασία μέσω της οποίας ομάδες μεθυλίου προσκολλώνται στο μόριο του DNA, επηρεάζοντας τη λειτουργία των γονιδίων. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι τέσσερις υποομάδες είχαν διαφορετικά επίπεδα μεθυλίωσης DNA σε 4.465 θέσεις.
Τα ευρήματα χρησιμοποιήθηκαν για την ανάπτυξη βαθμολογιών επιγενετικού κινδύνου για την πρόβλεψη των πιο συνηθισμένων επιπλοκών του διαβήτη τύπου ΙΙ. Οι επιγενετικοί δείκτες που σχετίζονται με δύο από τις υποομάδες θα μπορούσαν να προβλέψουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού και νεφρικής νόσου.
«Η καρδιακή προσβολή και το εγκεφαλικό ευθύνονται για τους περισσότερους θανάτους ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ. Η νεφρική νόσος προκαλεί πολλά δεινά και είναι πολύ δαπανηρή για την κοινωνία, καθώς πολλοί ασθενείς χρειάζονται θεραπεία αιμοκάθαρσης. Ένας επιγενετικός βιοδείκτης που μπορεί να προβλέψει τις επιπλοκές σε πρώιμο στάδιο θα καθιστούσε δυνατή τη δευτερογενή πρόληψη», λέει η Σαρλότ Λίνγκ.
Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, ο διαβήτης που σχετιζόταν με την παχυσαρκία έδειξε χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών και νεφρικής νόσου, ενώ σοβαρός διαβήτης με έλλειψη ινσουλίνης ή ανθεκτικός στην ινσουλίνη, είχε αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής ή νεφρικής νόσου. Τα επιγενετικά μοτίβα αντικατοπτρίζονται στους μυς και στο λιπώδη ιστό των ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ.
Οι συγγραφείς θα πρέπει να επαληθεύσουν τα αποτελέσματά τους σε άλλες ομάδες ασθενών με βάση τον πληθυσμό. Σχεδιάζουν επίσης να μελετήσουν τη μεθυλίωση του DNA σε ιστούς, για παράδειγμα, σε μύες, λιπώδη ιστό, ήπαρ και πάγκρεας των τεσσάρων υποομάδων με διαβήτη τύπου ΙΙ.