Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιτυχημένη επίσκεψη Μητοτάκη στην Ουάσιγκτον άνοιξε μια νέα σελίδα στις πολυκύμαντες ελληνοαμερικανικές σχέσεις, καθώς συνέπεσε με τις τεκτονικές αλλαγές στη διεθνή σκακιέρα που έχει επιφέρει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι οποίες δίνουν τώρα στην Ελλάδα την ευκαιρία ενός αναβαθμισμένου ρόλου στην περιοχή της ευρύτερης Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Και στο σημαντικό αυτό γεγονός στηρίχθηκε ο έλληνας πρωθυπουργός κατορθώνοντας να μιλήσει στη γλώσσα που κατανοούν οι Αμερικανοί και να αποφύγει τις τετριμμένες «κλάψες» του παρελθόντος για την αμερικανική στάση απέναντι στην Τουρκία, οι οποίες ουδέν απέφεραν όλα αυτά τα χρόνια. Μίλησε δηλαδή από θέση ισχύος και αυτό είναι που προκάλεσε τις έντονες τουρκικές αντιδράσεις. Από μια Τουρκία που εμφανίζεται ως ο πιο προβληματικός σύμμαχος του ΝΑΤΟ, τη στιγμή που λόγω της αυξανόμενης ρωσικής απειλής η Συμμαχία διευρύνεται και ενισχύεται.
Διότι το βέτο που η Αγκυρα έχει θέσει στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις όχι μόνον στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και σε όλες τις άλλες χώρες-μέλη και είναι φανερό ότι η Ουάσιγκτον έχει αναλάβει τώρα το βαρύ φορτίο να πείσει την Τουρκία να αλλάξει στάση. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που με ανακούφιση είδαν οι Αμερικανοί την Ελλάδα να τίθεται ξεκάθαρα με την πλευρά της Δύσης, ενώ και η ίδια να υπολογίζει σε μια ισχυρότερη αμερικανική στήριξη, ιδίως μετά την υπογραφή της νέας ελληνοαμερικανικής συμφωνίας. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη, που αναιρεί εν πολλοίς τη σημασία των Στενών για την Τουρκία, με τη δημιουργία ενός χερσαίου διαδρόμου προς τη Μαύρη Θάλασσα και ενός πολύτιμου σταθμού μεταφοράς LNG, ενώ είναι ευνόητο ότι συμβάλλει παράλληλα στην ενίσχυση της φύλαξης των συνόρων στην ευαίσθητη περιοχή του Εβρου. Γεγονός που δεν μπορεί να υποτιμηθεί αν θυμηθούμε τι συνέβη εκεί στο πρόσφατο παρελθόν.
Η αντιπολίτευση πάντως δεν δείχνει να έχει πάρει χαμπάρι από όλα αυτά και συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα συνθήματα του παρελθόντος, που ούτε κατ’ ελάχιστον εκφράζουν τη σημερινή πραγματικότητα. Φυσικά παραμένει και το ερώτημα αν τώρα θα αλλάξει ουσιαστικά η αμερικανική πολιτική των ίσων αποστάσεων απέναντι στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Και θυμάμαι εδώ μια φράση που μου είχε πει πριν από πολλά χρόνια ένας αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα: «Η καρδιά μας είναι με την Ελλάδα, αλλά τα συμφέροντά μας με την Τουρκία». Μετά τις κοσμογονικές αλλαγές όμως που επέφερε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την προκλητική τουρκική στάση στο ΝΑΤΟ, είναι πλέον φανερό ότι πέραν της καρδιάς τα αμερικανικά συμφέροντα στην Ελλάδα αποκτούν νέα βαρύτητα για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της νέας εποχής.