Κυριάκος Μητσοτάκης: «Η στρατηγική σχέση Ελλάδας – ΗΠΑ βρίσκεται στο καλύτερο σημείο στην ιστορία της… Τέθηκαν εμφατικά όλα τα ζητήματα που αφορούν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Εγινε ξεκάθαρο στην αμερικανική πλευρά ότι δεν θα δείξουμε καμιά ανοχή σε παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων». Κυβερνητικός εκπρόσωπος: «Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει πλέον μια πολύ ξεκάθαρη και πολύ καλύτερη εικόνα για τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή μας… Οποιαδήποτε παρέμβαση των ΗΠΑ δεν θα ισορροπεί αλλά θα γέρνει προς τις ελληνικές θέσεις, καθώς τα αμερικανικά συμφέροντα δεν εξυπηρετούνται από τη στάση της Τουρκίας».
Τα παραπάνω δεν λέχθηκαν μετά την πρόσφατη επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον αλλά τον Ιανουάριο 2020 μετά τη συνάντηση με τον Τραμπ. Τον επόμενο Αύγουστο ακολούθησαν οι προκλητικές έρευνες του Ορούτς Ρέις, στις οποίες υπήρξε ανοχή από ελληνικής πλευράς μέχρι την κατά Γεραπετρίτη «κόκκινη γραμμή» των 6 ναυτικών μιλίων, και όπου η αντίδραση των ΗΠΑ για άλλη μια φορά δεν έγειρε προς τις ελληνικές θέσεις αλλά ισορροπούσε. Οπως ισορρόπησε και πρόσφατα όταν η Αγκυρα κλιμακώνει πλέον τις αιτιάσεις αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Επιπλέον, η «ξεκάθαρη εικόνα για τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή μας» που διαμορφώνεται στις ΗΠΑ, πριν ακόμη τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, κάθε άλλο παρά αντιμετωπίζει την Τουρκία ως «απομονωμένη» ή την Ελλάδα ως «αναβαθμισμένη», με χαρακτηριστικό γεγονός την αλλαγή πλεύσης για τον EastMed, όπου κυριάρχησαν γεωπολιτικά κίνητρα υπέρ Τουρκίας. Αν υπάρχει κάτι ξεκάθαρο είναι ότι η στάση αυτή της αμερικανικής πολιτικής έχει αυξηθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Γύρω από το πλέγμα των ελληνοαμερικανικών σχέσεων διαμορφώνεται από την κυβέρνηση μια εικονική πραγματικότητα που συσκοτίζει τις πραγματικές εξελίξεις στο τρίγωνο ΗΠΑ-Ελλάδα-Τουρκία αλλά και ευρύτερα, εξελίξεις που δρομολογούν υποχωρήσεις και γεωπολιτική υποβάθμιση της ελληνικής πλευράς. Η πανηγυρική διάψευση κάθε πρόθεσης για ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις από την πλευρά της Αγκυρας λίγες εβδομάδες μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, και παρά τις νωπές περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις Αμερικανών αξιωματούχων, όπως και η στροφή της κυβέρνησης Μπάιντεν στο ζήτημα του τουρκικών F-16, είναι τα τελευταία επεισόδια αυτών των εξελίξεων.
Η κυβέρνηση επικοινωνιακά συγχέει τη χρησιμότητα της πολιτικής της για τις ΗΠΑ (αμυντική συμφωνία και στάση Μαξίμου στο Ουκρανικό) με τη ζητούμενη αναβάθμιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, που θα σήμαινε αμοιβαίο και όχι μονόπλευρο όφελος υπέρ των ΗΠΑ. Χωρίς την παραμικρή διάθεση αντιπολίτευσης, ο αντικειμενικός παρατηρητής δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει ότι τα καλά λόγια και χειροκροτήματα της αμερικανικής πλευράς αφορούν αποκλειστικά την προθυμία της ελληνικής κυβέρνησης να ευθυγραμμίζεται στις αμερικανικές επιθυμίες, την ίδια στιγμή η ελληνική πλευρά ωθείται σε υπομονή για την «ύφεση» των υπερπτήσεων πάνω από μεγάλα ελληνικά νησιά και οι τουρκικές διεκδικήσεις διευρύνονται. Στο ενεργειακό πεδίο η εικονικότητα της Ελλάδας-κόμβου δεν είναι μικρότερη.
Οταν ασκείται κριτική στο έλλειμμα ορατού οφέλους από τις εξελίξεις στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, η κυβέρνηση επικαλείται τον παράγοντα Τουρκία. Και όταν επισημαίνεται ότι ακριβώς εκεί βρίσκεται το πιο μεγάλο έλλειμμα στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως είναι λάθος να αντιλαμβανόμαστε τον γεωπολιτικό μας ρόλο μέσα από το πρίσμα των ελληνοτουρκικών. Προφανώς απαιτείται χάραξη νέας εθνικής στρατηγικής μπροστά στις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται. Οχι εικονικής πραγματικότητας αλλά στρατηγικής.
Ο κ. Γιώργος Τσίπρας είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Δυτικής Αττικής και αναπληρωτής τομεάρχης Εθνικής Αμυνας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.