Ηαπόφαση της Φινλανδίας και της Σουηδίας να καταθέσουν αίτηση για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ αποτελεί μία από τις βαθύτερες αλλαγές στον χάρτη της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας τα τελευταία 100 χρόνια. Αν και οι δύο χώρες ήταν πάντοτε στρατιωτικά ισχυρές και παράλληλα είχαν αναπτύξει από το 2014 και μετά πολύ στενές σχέσεις με τη Βορειοατλαντική Συμμαχία, η πολιτική τους επιλογή υπέρ της ουδετερότητας έδινε ένα συγκεκριμένο στίγμα. Η πρόσφατη απόφασή τους όμως, αποτέλεσμα εξαντλητικής ενδοσκόπησης που καταγράφεται σε δύο έξοχες εκθέσεις για το νέο περιβάλλον ασφαλείας που θα έπρεπε να αποτελέσουν παράδειγμα και για τη χώρα μας, συνιστά αυτό που οι Αγγλοσάξονες ονομάζουν «game changer».
Η μόνη παραφωνία στην επιθυμία όλων των πλευρών στο ΝΑΤΟ να προχωρήσει η ένταξη των δύο σκανδιναβικών χωρών με ταχύτατα βήματα είναι η Τουρκία. Δεν είναι απολύτως σαφές αν η Αγκυρα και προσωπικά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απλά παζαρεύουν υπό τον μανδύα μίας συναλλακτικής προσέγγισης με σκοπό πιθανά ανταλλάγματα ή αν θέλουν να δείξουν, για ακόμη μία φορά τα τελευταία χρόνια, ότι η αυτοεικόνα που έχουν διαμορφώσει ότι είναι μεγάλη δύναμη «επιτάσσει» μια θεσμική ανυπακοή. Δεν είναι η πρώτη φορά που το πράττουν και ο χρόνος θα δείξει μέχρι πού είναι διατεθειμένος «να τραβήξει το σκοινί» ο τούρκος πρόεδρος.
Ο χρόνος όμως είναι και καταλυτικός για να… τρέξει η νατοϊκή υποψηφιότητα. Σύμφωνα με πληροφορίες, η πρόθεση που καταγράφεται είναι ότι εντός περίπου 20 ημερών θα ήταν επιθυμητό να έχει σταλεί σε Ελσίνκι και Στοκχόλμη η πρόσκληση του Γενς Στόλτεμπεργκ για έναρξη των συνομιλιών προσχώρησής τους στη Συμμαχία (μετά και από την κατάθεση του σχετικού αιτήματος), αλλά και να γίνει η υπογραφή του Πρωτοκόλλου Προσχώρησης. Το κλειδί που θα καθορίσει την ταχύτητα της προσχώρησης εντοπίζεται στο γνωστό και από την περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας (αλλά και της Ουκρανίας) «Ενταξιακό Σχέδιο Δράσης» (ΜΑΡ). Είναι ίσως σε αυτό το σημείο που θα μπορούσε να περιπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα η τουρκική παρέμβαση.
Υπενθυμίζεται ότι τα τελευταία χρόνια η Φινλανδία και η Σουηδία έχουν ραγδαία αναβαθμίσει τις σχέσεις τους με τη Συμμαχία. Οι δύο χώρες έλαβαν άλλωστε το 2014 το καθεστώς του Εταίρου Ενισχυμένων Ευκαιριών (Enhanced Opportunities Partner – EOP), το οποίο διαθέτουν λίγες ακόμη χώρες: οι Αυστραλία, Γεωργία, Ιορδανία και Ουκρανία. Αυτό τους έχει επιτρέψει να έχουν κρίσιμη πρόσβαση σε ασκήσεις, πληροφορίες (intelligence), ενώ συμμετέχουν – μεταξύ άλλων – και στη Δύναμη Αντίδρασης (NRF).
Μπορούν άραγε να επισπευσθούν οι διαδικασίες του ΜΑΡ ή και αυτό να παρακαμφθεί κατόπιν συναίνεσης, όπως φαίνεται να είναι η άποψη που κυριαρχεί σε κύκλους της Συμμαχίας και σε συγκεκριμένα κράτη-μέλη; Τίποτα δεν αποκλείεται, καθώς η επιθυμία να συμβεί αυτό είναι έντονη, δεδομένης της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Ο ακριβής χρόνος όμως θα εξαρτηθεί από τα τουρκικά «αλισβερίσια» εντός και πέριξ του ΝΑΤΟ και ενδεχομένως με τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς οι αμερικανοτουρκικές επαφές έχουν εσχάτως πυκνώσει (κατά ορισμένους, επικίνδυνα).
Ο χρονικός ορίζοντας για να έχει ολοκληρωθεί και η υπογραφή του Πρωτοκόλλου Προσχώρησης φθάνει ως την τριήμερη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη του Ιουνίου στη Μαδρίτη. Υπενθυμίζεται ότι το Πρωτόκολλο Προσχώρησης μπορεί να υπογραφεί και σε επίπεδο Μονίμων Αντιπροσώπων, όπως συνέβη και στην πολυσυζητημένη περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας. Από εκεί και πέρα το Πρωτόκολλο πρέπει να επικυρωθεί από τα 30 κράτη-μέλη με βάση τις εθνικές τους διαδικασίες, αλλά θα πρόκειται περί τυπικής διαδικασίας με δεδομένη την πολύ στενή σχέση που ήδη έχει αναπτυχθεί μεταξύ των δύο υποψηφίων χωρών και της Συμμαχίας και τους επιτρέπει να έχουν πρόσβαση σε κομβικές συναντήσεις και δράσεις. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η επόμενη ημέρα στην ευρωπαϊκή ασφάλεια δεν θα είναι πια η ίδια.