Το κογκρέσο ενέκρινε πακέτο βοήθειας ύψους 40 δισ. για την Ουκρανία, ενισχύοντας την ήδη υπάρχουσα ροή πυραύλων, ρουκετών, πυροβόλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Το νομοσχέδιο για τις έκτακτες δαπάνες που αναμένεται να εγκριθεί στη Γερουσία θα εδραιώσει την Ουκρανία ως τον μεγαλύτερο αποδέκτη αμερικανικής βοήθειας στον κόσμο. Φέτος θα λάβει περισσότερα από όσα παρείχαν ποτέ οι ΗΠΑ σε Αφγανιστάν, Ιράκ ή Ισραήλ σε ένα έτος.
Την ίδια στιγμή ωστόσο υπάρχει ανησυχία για το πού θα μπορούσαν να καταλήξουν όλα αυτά τα όπλα. Όπως αναφέρει η Washington Post, οι ΗΠΑ δεν φαίνονται ικανοί να παρακολουθούν την διαδρομή αυτών των όπλων, που εισέρχονται σε έναν από τους μεγαλύτερους κόμβους διακίνησης στην Ευρώπη εδώ και δεκαετίες.
Ο πρόεδρος Ζελένσκι απευθύνει διαρκώς εκκλήσεις για στρατιωτική ενίσχυση της χώρας του, ωστόσο η αυξανόμενη ροή όπλων δημιουργεί φόβους ότι κάποια από αυτά θα μπορούσαν να καταλήξουν σε αντίπαλους της Δύσης ή να ξαναεμφανιστούν σε μακρινές συγκρούσεις τις επόμενες δεκαετίες.
«Είναι αδύνατο να παρακολουθείτε πού πηγαίνουν, ποιος και πώς τα χρησιμοποιεί», δήλωσε η Rachel Stohl, εμπειρογνώμονας στον έλεγχο των όπλων και αντιπρόεδρος στο Stimson Center.
Πρακτικά αδύνατον
Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είπε ότι οι ΗΠΑ διεξήγαγαν ενδελεχή έλεγχο των ουκρανικών μονάδων που προμηθεύουν, αναγκάζοντας το Κίεβο να υπογράφει συμφωνίες που «δεν επιτρέπουν την εκ νέου μεταφορά εξοπλισμού σε τρίτους χωρίς προηγούμενη έγκριση της αμερικανικής κυβέρνησης».
Αλλά τα μέσα για την επιβολή τέτοιων συμβάσεων είναι μάλλον αδύναμα – και έγιναν ακόμη πιο αδύναμα από την στάση των ΗΠΑ μόλις τον περασμένο μήνα.
Στα μέσα Απριλίου, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν πως θα μεταφέρουν στόλο ελικοπτέρων Mi-17 στην Ουκρανία. Τα είχαν αγοράσει από τη Ρωσία πριν από περίπου μια δεκαετία. Το αρχικό συμβόλαιο απαιτούσε από τις ΗΠΑ να υπογράψουν σύμβαση που θα τις δέσμευε να μη μεταφέρει τα ελικόπτερα σε καμία τρίτη χώρα «χωρίς την έγκριση της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Η Ρωσία κατήγγειλε τη μεταφορά, λέγοντας ότι «παραβιάζει κατάφωρα τα θεμέλια του διεθνούς δικαίου».
Θα διατεθούν, μεταξύ άλλων, 1.400 αντιαεροπορικά συστήματα Stinger, 5.500 αντιαρματικοί πύραυλοι, 700 μη επανδρωμένα αεροσκάφη Switchblade, 90 συστήματα πυροβολικού μεγάλης εμβέλειας Howitzers, 7.000 φορητά όπλα, 50.000.000 άλλα πυρομαχικά, εκρηκτικά και κατευθυνόμενα πυραυλικά συστήματα.
Άλλες χώρες του ΝΑΤΟ έχουν μεταφέρει επίσης όπλα και στρατιωτικό εξοπλισμό δισ. δολαρίων από την έναρξη των εχθροπραξιών.
Η ιστορία της Ουκρανίας ως κόμβος λαθρεμπορίου
Η ιστορία της Ουκρανίας ως κόμβου διακίνησης όπλων χρονολογείται από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν ο σοβιετικός στρατός άφησε πίσω του μεγάλες ποσότητες φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού χωρίς επαρκή τήρηση αρχείων και έλεγχο αποθεμάτων. Σύμφωνα με το Small Arms Survey, ερευνητικό οργανισμό με έδρα τη Γενεύη, μέρος των 7,1 εκατ. φορητών όπλων του ουκρανικού στρατού το 1992 «εκτρεπόταν σε περιοχές συγκρούσεων», υπογραμμίζοντας «τον κίνδυνο διαρροής στην τοπική μαύρη αγορά».
Το πρόβλημα έγινε οξύτερο μετά τη ρωσική εισβολή το 2014, όπου οι μαχητές λεηλατούσαν όπλα και εγκαταστάσεις αποθήκευσης πυρομαχικών της Ουκρανίας. Σύμφωνα με έκθεση της Small Arms Survey το 2017, «οι αξιωματούχοι υπολόγισαν ότι τουλάχιστον 300.000 φορητά όπλα λεηλατήθηκαν ή χάθηκαν μεταξύ 2013 και 2015», παρέχοντας όφελος στη μαύρη αγορά της χώρας που διευθύνεται από ομάδες τύπου μαφίας στην περιοχή του Ντονμπάς και άλλα εγκληματικά δίκτυα.
«Δεν είναι σαφές τι μέτρα παρακολούθησης ή εγγυήσεις έχουν λάβει οι ΗΠΑ και άλλες χώρες για να εξασφαλίσουν την προστασία των αμάχων μέσω αυτών των πολύ μεγάλων μεταφορών», δήλωσε η Annie Shiel, ανώτερη σύμβουλος στο Centre for Civilians