Στη δύσκολη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Ουκρανία για τη Ρωσία και τον Βλαντίμιρ Πούτιν αναφέρεται σε ανάλυσή του το Atlantic Council, ενώ ο πόλεμος έχει φτάσει ήδη τις 84 ημέρες.
Όπως σημειώνεται στη συγκεκριμένη ανάλυση, όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν ξεκίνησε την εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, οραματίστηκε μια εκστρατεία – αστραπή που θα τελείωνε μέσα σε λίγες ημέρες, με τη φιλοδυτική κυβέρνηση της Ουκρανίας να έχει εκθρονιστεί και τη χώρα να έχει επιστρέψει σταθερά στη ρωσική τροχιά.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν σύμφωνα με το σχέδιο του Ρώσου προέδρου. Ο στρατός της Ρωσίας υπέστη καταστροφικές απώλειες και απέτυχε να επιτύχει τους βασικούς του στόχους, ενώ η Ουκρανία πολέμησε επίμονα και εξασφάλισε την υποστήριξη ολόκληρου του δημοκρατικού κόσμου, σημειώνει το Atlantic Council.
Καθώς ο πόλεμος πλησιάζει στο τρίμηνο, ο Πούτιν εξαντλεί πλέον ταχύτατα τις επιλογές του για να αποφύγει μια καταστροφική ήττα που θα καταρρίψει τις αξιώσεις της Ρωσίας για το καθεστώς της στρατιωτικής υπερδύναμης και θα απειλήσει το μέλλον ολόκληρου του καθεστώτος του.
- Διαβάστε επίσης: Τι σηματοδοτεί η πτώση της Μαριούπολης
Μεγάλες οι ρωσικές απώλειες
Σύμφωνα με βρετανικές εκτιμήσεις, η Ρωσία έχει ήδη χάσει περίπου το ένα τρίτο της δύναμης εισβολής των 190.000 ατόμων που συγκεντρώθηκε τον Φεβρουάριο του 2022. Ο Πούτιν επέλεξε να εισβάλει με αυτή την προφανώς ανεπαρκή δύναμη λόγω ενός συνδυασμού εσφαλμένων πληροφοριών και της πίστης του στο ρωσικό εθνικιστικό δόγμα, που τον έπεισε ότι ο ουκρανικός λαός θα υποδεχόταν τους προελαύνοντες Ρώσους στρατιώτες ως απελευθερωτές και θα τους έραινε με λουλούδια.
Η απόσυρση από το Κίεβο και το Χάρκοβο
Αντιθέτως, τα στρατεύματά του έτυχαν συντριπτικά εχθρικής υποδοχής και σύντομα ανέφεραν σοβαρές απώλειες στο πεδίο της μάχης. Εν μέσω αυξανόμενων αποτυχιών, η Ρωσία έχασε τη μάχη για το Κίεβο και αναγκάστηκε να υποχωρήσει εντελώς από τη βόρεια Ουκρανία. Πιο πρόσφατα, οι ρωσικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν από τη δεύτερη πόλη της Ουκρανίας, το Χάρκοβο, ενώ η πολυαναμενόμενη επίθεση στο Ντονμπάς στην ανατολική Ουκρανία σημειώνει οδυνηρά αργή πρόοδο.
Τι θα πράξει ο Πούτιν;
Η πιο προφανής επιλογή του Πούτιν σε αυτό το σημείο θα ήταν να κλιμακώσει τη σύγκρουση, προχωρώντας από τη σημερινή λεγόμενη «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» σε επίσημη κήρυξη πολέμου κατά της Ουκρανίας και πλήρη κινητοποίηση.
Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει να καλυφθούν τα αυξανόμενα κενά στις τάξεις του ρωσικού στρατού, αλλά η δημόσια αντίθεση στην κινητοποίηση θα μπορούσε επίσης να αποσταθεροποιήσει την εσωτερική κατάσταση εντός της Ρωσίας σε μια εποχή που το Κρεμλίνο είναι ήδη παρανοϊκό απέναντι σε πιθανά σημάδια εξέγερσης. Ίσως αυτός ο φόβος της αντιπολίτευσης να εξηγεί γιατί ένας σημαντικός αριθμός ολιγαρχών και των οικογενειών τους έχουν πεθάνει υπό ύποπτες συνθήκες τους τελευταίους μήνες.
Ούτε η κινητοποίηση θα παρήγαγε απαραίτητα το είδος της πολεμικής δύναμης που χρειάζεται σήμερα ο Πούτιν. Ένας στρατός γεμάτος στρατεύσιμους και εφέδρους με περιορισμένη στρατιωτική εκπαίδευση δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα σκληραγωγημένα στη μάχη και με υψηλά κίνητρα στρατεύματα της Ουκρανίας, οπλισμένα με ανώτερα Δυτικά όπλα.
Ακόμα πιο δυσχερές το μέλλον
Η δυσχερής θέση του Πούτιν είναι πιθανό να επιδεινωθεί τους επόμενους μήνες, καθιστώντας την εισβολή του στην Ουκρανία ακόμη πιο αστήρικτη. Οι Δυτικές κυρώσεις θα αρχίσουν να έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο από το τέλος της καλοκαιρινής περιόδου και μετά, καθώς η αδυναμία της Ρωσίας να αντικαταστήσει τις Δυτικές εισαγωγές καθίσταται αδύνατο να συγκαλυφθεί και καθώς οι οικονομίες των απλών Ρώσων αρχίζουν να εξαντλούνται.
Τα ποσοστά ανεργίας θα φτάσουν πιθανότατα σε επίπεδα ρεκόρ και οι οικονομικές προβλέψεις θα επιδεινωθούν καθώς το κόστος της διεθνούς απομόνωσης θα συνεχίσει να αυξάνεται, σημειώνεται στη συγκεκριμένη ανάλυση.
Η αυξανόμενη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για την άσχημη στρατιωτική κατάσταση στην Ουκρανία θα ενισχύσει τη ζοφερή διάθεση. Με βάση τον τρέχοντα ρυθμό φθοράς, ο ρωσικός στρατός θα έχει 50.000 νεκρούς σε μάχες μέχρι τον Σεπτέμβριο. Τέτοιες απώλειες είναι εντελώς πρωτοφανείς για μια μεγάλη δύναμη στον σύγχρονο πόλεμο και δεν μπορούν να εξηγηθούν πλήρως ή να συγκαλυφθούν με άλλο τρόπο από τη μηχανή προπαγάνδας του Κρεμλίνου.
Παράλληλες προκλήσεις
Το Κρεμλίνο αντιμετωπίζει σήμερα μια σειρά παράλληλων προκλήσεων, καθώς προσπαθεί να αποτρέψει την πλήρη διάλυση της παραπαίουσας εισβολής στην Ουκρανία.
Δεν υπάρχουν πιο πιεστικά ζητήματα από τον αυξανόμενο αριθμό Ρώσων στρατιωτών που αρνούνται να πολεμήσουν στην Ουκρανία. Οι αναφορές για αντίσταση στην ανάπτυξη του στρατού εμφανίζονται από τις πρώτες ημέρες του πολέμου και συνεχίζουν να αυξάνονται.
Όλο και περισσότεροι Ρώσοι επαγγελματίες στρατιώτες έχουν παραιτηθεί από τον στρατό ή απλώς αρνούνται να πολεμήσουν στην Ουκρανία, ενώ μέλη της ρωσικής Εθνοφρουράς φέρονται να υποστηρίζουν ότι είναι νομικά υποχρεωμένοι να υπηρετούν μόνο εντός των συνόρων της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Άλλες μορφές διαμαρτυρίας ήταν πιο ανεπίσημες. Μεγάλος αριθμός ρωσικών στρατευμάτων εγκατέλειψε απλώς τα άρματα μάχης και τα τεθωρακισμένα οχήματά του στην Ουκρανία και διέφυγε ή παραδόθηκε. Αυτό επέτρεψε στον ουκρανικό στρατό να αποκτήσει πάνω από 230 ρωσικά άρματα μάχης και χάρισε στη Ρωσία την ανεπιθύμητη ιδιότητα του υπ’ αριθμόν ένα προμηθευτή όπλων της Ουκρανίας.
Το ηθικό των δυνάμεων εισβολής του Πούτιν φαίνεται τώρα να βρίσκεται κοντά στο σημείο κατάρρευσης. Ο θυμός για τους ανίκανους αξιωματικούς οδήγησε σε τουλάχιστον ένα περιστατικό όπου στρατιώτες χτύπησαν με όχημα τον διοικητή τους.
Εν τω μεταξύ, η ουκρανική Υπηρεσία Ασφαλείας έχει υποκλέψει πολλές τηλεφωνικές συνομιλίες Ρώσων στρατιωτών που τηλεφωνούν στην πατρίδα τους και περιγράφουν την κόλαση που αντιμετωπίζουν στην Ουκρανία και το συχνά συγκλονιστικό μέγεθος των απωλειών στις επιμέρους στρατιωτικές μονάδες τους.
Πώς θα αντιδράσει ο ρωσικός λαός;
Το Κρεμλίνο είναι ιδιαίτερα πρόθυμο να εμποδίσει τη ρωσική κοινή γνώμη να μάθει την εγκληματική πραγματικότητα του πολέμου. Ενώ ορισμένες υποκλαπείσες κλήσεις κινητής τηλεφωνίας υποδεικνύουν ρωσική υποστήριξη για τις θηριωδίες κατά των ουκρανών πολιτών, είναι πιθανό ότι η ευρεία ενημέρωση για τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν στην Ουκρανία θα προκαλούσε μια εξαιρετικά αρνητική αντίδραση.
Η ρωσική προπαγάνδα έχει επιτύχει σε μεγάλο βαθμό στη δαιμονοποίηση των Ουκρανών, αλλά το Κρεμλίνο δεν έχει πειστικές δικαιολογίες για τη μαζική δολοφονία αμάχων σε ρωσόφωνες ουκρανικές πόλεις, όπως η Μαριούπολη και το Χάρκοβο.
Ομοίως, οι Ρώσοι αξιωματούχοι δυσκολεύονται να εξηγήσουν πώς ο υποτιθέμενος «δεύτερος ισχυρότερος στρατός στον κόσμο» δεν είναι σε θέση να νικήσει ένα έθνος που ο Πούτιν επιμένει ότι δεν υπάρχει.
Τα μακροχρόνια αρνητικά στερεότυπα για την Ουκρανία ως μια ατίθαση αγροτική επαρχία της Ρωσίας έχουν αφήσει το σημερινό ρωσικό κοινό απροετοίμαστο για το σοκ της εντυπωσιακής στρατιωτικής ικανότητας και της ισχυρής εθνικής ταυτότητας της σύγχρονης Ουκρανίας, σημειώνει το Atlantic Council.
Μετά από χρόνια προπαγάνδας που επέμενε ότι μόνο μια μικροσκοπική μειοψηφία Ουκρανών εθνικιστών αντιτίθεται πραγματικά στη Ρωσία, το Κρεμλίνο αναγκάζεται να αναγνωρίσει ότι ολόκληρο το ουκρανικό έθνος, συμπεριλαμβανομένων εκατομμυρίων ρωσόφωνων Ουκρανών πατριωτών, θεωρεί τώρα τη Ρωσία ως ορκισμένο εχθρό του.
Παρά τη φιλοπόλεμη προπαγάνδα, οι Ρώσοι συνειδητοποιούν ήδη όλο και περισσότερο ότι η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες. Μια σειρά ανεξήγητων πυρκαγιών και εκρήξεων σε όλη τη Ρωσία έχουν τροφοδοτήσει ανεπιβεβαίωτες φήμες για ουκρανικό σαμποτάζ και επιχειρήσεις των Ειδικών Δυνάμεων στο εσωτερικό μέτωπο, ενώ στρατιωτικές καταστροφές όπως η βύθιση της ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας Moskva και η πρόσφατη ρωσική ήττα στον ποταμό Ντόνετς ήταν πολύ μεγάλες για να καλυφθούν εντελώς.
Οι δίκες των Ρώσων στρατιωτών
Η ζοφερή πραγματικότητα του πολέμου στην Ουκρανία θα γίνει ακόμη πιο κατανοητή στο ρωσικό κοινό, καθώς η Ουκρανία δικάζει περισσότερους Ρώσους στρατιώτες για τη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου εναντίον Ουκρανών πολιτών.
Ενώ το Κρεμλίνο θα συνεχίσει να αρνείται ότι αυτά τα εγκλήματα έλαβαν χώρα, θα είναι αδύνατο να εμποδίσει εντελώς να φτάσουν στο ρωσικό κοινό οι μαρτυρίες για μαζικές εκτελέσεις σταλινικού τύπου και ο τεκμηριωμένος βιασμός πάνω από 400 Ουκρανών γυναικών, σημειώνεται στην ίδια ανάλυση.
Οι καταστροφικές στρατιωτικές απώλειες της Ρωσίας και οι πρακτικοί περιορισμοί μιας πιθανής επιστράτευσης σημαίνουν ότι ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία καθίσταται γρήγορα ένας πόλεμος που δεν μπορεί να κερδηθεί έναντι ενός αντιπάλου που απολαμβάνει υψηλό ηθικό και πρωτοφανή διεθνή υποστήριξη.
Καθώς οι ουκρανικές δυνάμεις λαμβάνουν περαιτέρω όπλα από τη Δύση και συνεχίζουν να εξαπολύουν επιτυχείς αντεπιθέσεις, μπορούμε να περιμένουμε να δούμε την αργή αλλά σταθερή υποβάθμιση των ρωσικών δυνάμεων. Τελικά, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια κατάρρευση τύπου 1917, καθώς το ηθικό εντός του ρωσικού στρατού συνεχίζει να πέφτει κατακόρυφα.
Η αποτυχία της ουκρανικής περιπέτειας θα έχει καταστροφικές εσωτερικές συνέπειες για τον Πούτιν προσωπικά. Θα καταρρακώσει τον μύθο του παντοδύναμου δικτάτορα και θα οδηγήσει σε εκκλήσεις για δραματική πολιτική αλλαγή στο εσωτερικό της Ρωσίας. Η ακριβής φύση της επακόλουθης κρίσης είναι αδύνατο να προβλεφθεί, αλλά ήδη φαίνεται εξαιρετικά απίθανο ο Πούτιν να παραμείνει ισόβιος πρόεδρος, τονίζει το Atlantic Council.