Ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι, τόσο λιτός και τόσο προσηνής, μετά τη συνάντησή του με τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο είπε μόνο αλήθειες για το πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις του πολέμου στην ευρωπαϊκή οικονομία που όπως φαίνεται από όλους τους δείκτες (πληθωρισμός, άνοδος επιτοκίων, πτώση παραγωγής, χάος των αγορών) πληρώνει πανάκριβα τον πόλεμο του Πούτιν.
Με δεδομένη την πολιτική, στρατιωτική και οικονομική στήριξη της Δύσης στην Ουκρανία, ο κ. Ντράγκι πήγε στην επόμενη σελίδα λέγοντας ότι συμφώνησαν με τον κ. Μπάιντεν, ως γενική εκτίμηση, στην ανάγκη να υπάρξει πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου.
Πώς έγινε αυτό, εκεί μάλιστα που χτυπά η καρδιά του καπιταλισμού…
Κι όμως ο κ. Ντράγκι φαίνεται να έπεισε τον αμερικανό πρόεδρο σημειώνοντας ως ενισχυτικό επιχείρημα ότι «ακόμα και πριν από την έναρξη του πολέμου, οι τιμές φυσικού αερίου δεν ανταποκρίνονταν στη σχέση προσφοράς – ζήτησης».
Επί της ουσίας λοιπόν βρισκόμαστε μπροστά σε μια παρέμβαση (αναγκαία κατά Ντράγκι) στη λειτουργία των αγορών, που θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια του πολέμου που προς το παρόν είναι ο άγνωστος «Χ».
Η επιβολή πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου οδηγεί εμμέσως στον καθορισμό ανώτατης τιμής και στο χρηματιστήριο ενέργειας.
Δεν φαίνεται όμως να υπάρχει άλλος δρόμος για την ευρωζώνη στον βαθμό που Ισπανία και Πορτογαλία προχώρησαν ήδη στην απόφαση να αποσυνδέσουν την τιμή του αερίου από αυτή της ηλεκτρικής ενέργειας, θέτοντας οροφή τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα, το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση στο μισό των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές.
Οπως όλα δείχνουν, την απόφαση αυτή θα ακολουθήσει σύντομα και η Ιταλία, δεδομένου ότι ο κ. Ντράγκι εξήγησε ότι «μπορεί στην Ευρώπη ορισμένες χώρες να έχουν διαφορετική άποψη, αλλά η Ιταλία θα συνεχίσει να πρεσβεύει τη συγκεκριμένη θέση» προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και την κερδοσκοπία.
Είπε όμως και μια δεύτερη αλήθεια. Αναφερόμενος στις πληρωμές του ρωσικού φυσικού αερίου σε ρούβλια, υπογράμμισε ότι το θέμα «αποτελεί γκρίζα ζώνη» και πως «στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι από τους εισαγωγείς φυσικού αερίου, αλλά και η Γερμανία, που είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας, έχουν ήδη ανοίξει λογαριασμούς ή έχουν πληρώσει σε ρούβλια» για να επιβεβαιωθεί την επομένη όταν έγινε γνωστό ότι συνολικά 20 ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν ανοίξει λογαριασμούς σε ρούβλια και άλλες 14 ζητούν τα έγγραφα για να τους δημιουργήσουν.
Κατά τα άλλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκέφτεται…