Hχώρα βρίσκεται εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια αντιμέτωπη με επάλληλες κρίσεις, που δοκίμασαν και συνεχίζουν να δοκιμάζουν τις αντοχές των πολιτών. Πρώτη ενέσκηψε η μεγάλη οικονομική κρίση, στα τελειώματα αυτής εμφανίστηκε η υγειονομική και στην κορύφωση της τελευταίας άρχισε να εκδηλώνεται εφοδιαστική, ενεργειακή και πληθωριστική κρίση μαζί, η οποία έλαβε απειλητικές διαστάσεις με την εκδήλωση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Παρατεινόμενος δε ο πόλεμος επιτείνει τους κινδύνους και απειλεί να αναιρέσει τα όποια επιτεύγματα, την όποια σταθεροποίηση εξασφαλίστηκε, με κόπους και θυσίες, κατά την αντιμετώπιση των προηγούμενων κρίσεων.
Η τελευταία κρίση ιδιαιτέρως, ακριβώς επειδή έρχεται ως συνέχεια των προηγούμενων εξουθενωτικών για τη χώρα και τον λαό της, δεν επιτρέπει λάθη, ολιγωρίες ή αναστολές. Και αυτό γιατί τα διαχειριστικά και θεσμικά εμπόδια φανερώνονται και αναδεικνύονται στον μέγιστο βαθμό.
Οσοι παρακολουθούν από κοντά την αποτελεσματικότητα της ελληνικής διοικητικής μηχανής παρατηρούν ότι το κράτος δεν αντιδρά όπως οι περιστάσεις απαιτούν. Δεν διευκολύνει, ούτε επιταχύνει την επίλυση των συσσωρευόμενων προβλημάτων, δεν κάμπτονται οι αγκυλώσεις του, ούτε επισπεύδονται π.χ. οι αδειοδοτήσεις, που θα έλυναν ζητήματα υποανάπτυξης και ενίσχυσης των δραστηριοτήτων.
Τις πταίει άραγε; Φταίει η ολιγωρία και η αδράνεια των κυβερνήσεων ή κάτι βαθύτερο συμβαίνει στη χώρα;
Οι οξυδερκέστεροι των παρατηρητών επισημαίνουν ότι το ελληνικό κράτος ασθένησε βαρύτατα από τότε που αντικαταστάθηκαν οι κρατικοί νομάρχες και περιφερειάρχες από αιρετούς. Και αυτό γιατί διασπάστηκε η ενότητα του κράτους και υπονομεύθηκε το ενιαίο της διοίκησης του κράτους και της χώρας. Στον διορισμένο από την κυβέρνηση νομάρχη και περιφερειάρχη υπάγονταν και ενοποιούνταν τα πάντα. Κοινός ήταν ο έλεγχος, κοινή και η κατεύθυνση.
Από τους 13 αιρετούς περιφερειάρχες αφαιρέθηκαν προηγούμενες αρμοδιότητες, μεταφέρθηκαν στις 7 αποκεντρωμένες διοικήσεις του κράτους, ο ρόλος των νομαρχών αποδυναμώθηκε, κατέστη τυπικός, με αποτέλεσμα βασικές και κρίσιμες κρατικές λειτουργίες, όπως π.χ. οι αδειοδοτήσεις πλήθους δραστηριοτήτων, τουριστικών, βιομηχανικών, τα δασαρχεία, οι εφορίες, τα τελωνεία, η αρχαιολογία και άλλες έμειναν κατά βάση αδιοίκητες, στην κυριολεξία σκόρπιες.
Οι συντονιστές των αποκεντρωμένων περιφερειακών διοικήσεων που υποκατέστησαν τους νομάρχες, εκ της διοίκησης προερχόμενοι, ούτε το κύρος έχουν ούτε την ισχύ να ασκήσουν με επάρκεια τα καθήκοντά τους. Και η βάση τους συνήθως δημιουργεί από μόνη της προβλήματα. Οι συντονιστές των τριών περιφερειών της Βόρειας Ελλάδας έχουν έδρα τη Θεσσαλονίκη και του Βορείου Αιγαίου τον Πειραιά! Δηλαδή, ο εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη συντονιστής της Βόρειας Ελλάδας καθοδηγεί κρατικές υπηρεσίες από την Κοζάνη μέχρι την Αλεξανδρούπολη και ο αντίστοιχος του Βορείου Αιγαίου από τον Πειραιά παρακολουθεί τις κρατικές υπηρεσίες από τη Λήμνο μέχρι τη Σάμο.
Ουσιαστικά διαθέτουμε ένα κατακερματισμένο κράτος, χωρισμένο σε φέτες, μεταξύ περιφερειών, ανύπαρκτων νομαρχιών και αποκεντρωμένων διοικήσεων που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Για αυτό μια αδειοδότηση ξενοδοχείου π.χ. στη Λήμνο που θα μπορούσε να διεκπεραιωθεί σε δύο μήνες χρειάζεται δύο χρόνια και βάλε.
Για να μη μιλήσουμε για τους αιρετούς περιφερειάρχες, για τους 13 «μικρούς πρωθυπουργούς», όπως τους βάφτισαν το 2010 ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Γιάννης Ραγκούσης, οι περισσότεροι των οποίων έχουν στήσει τοπικά βιλαέτια ρουσφετιού και επικοινωνίας, υπονομεύοντας την όποια αποτελεσματικότητα της κεντρικής κυβέρνησης.
Για να μη μακρηγορούμε, η όλη διοικητική συγκρότηση και οργάνωση της χώρας παραπέμπει στην κυριολεξία σε χάος διοικητικό, σε μια τρέλα. Σε έναν μηχανισμό αναποτελεσματικό, που δεν μπορεί να παρακολουθήσει, εν μέσω επάλληλων κρίσεων, τις πραγματικές ανάγκες της χώρας, ούτε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της οικονομίας. Προφανέστατα πια χρήζει αλλαγής και μεταρρύθμισης, χωρίς την οποία δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν κρίσεις θεμελιώδεις, σαν αυτές που μας βασανίζουν.