Καταγγέλλοντας τις καταστροφικές συνέπειες των αλλεπάλληλων ευρωπαϊκών πολεμικών συγκρούσεων, ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε μιλήσει για την αναγκαιότητα της Ενωμένης Ευρώπης. Μιας Ευρώπης όπου «…δεν θα υπήρχαν σύνορα, ούτε τελωνοφύλακες, ούτε δασμοί και οι συναλλαγές θα ήταν ελεύθερες…», μιας Ευρώπης με «…ένα κοινό νόμισμα, σε δυο μορφές, μεταλλική και χάρτινη, που θα είχε για στήριγμά του το κεφάλαιο «Ευρώπη» και για κινητήριο δύναμή του την ελεύθερη εργασία διακοσίων εκατομμυρίων ανθρώπων…», μιας Ευρώπης όπου η αδελφοσύνη θα γεννούσε την αλληλεγγύη, το κέρδος όλων θα ήταν η περιουσία του καθενός, η εργασία του καθενός η εγγύηση όλων» (Βίκτωρ Ουγκώ, Υμνος στην Ενωμένη Ευρώπη, Εκδ. Ποικίλη Στοά 2015).
Αραγε το πολιτικό σχέδιο του Βίκτωρος Ουγκώ είχε στον νου του ο Ζαν Μονέ, όταν μετά το τέλος του καταστροφικού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ «πίεζαν» τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία να «λύσουν» το γερμανικό πρόβλημα και να επιτρέψουν στη Δυτική Γερμανία να προχωρήσει σε μια ελεγχόμενη εκβιομηχάνιση…
Κάπως έτσι μέσα από τις στάχτες του πολέμου προέκυψε μια καινοτόμος θεσμική πρόταση, στην οποία όμως δεν ανταποκρίθηκε το Ηνωμένο Βασίλειο, προϊόν των εργασιών της ομάδας που εργάστηκε γύρω από τον επιθεωρητή Σχεδιασμού της Γαλλικής Κυβέρνησης, τον Ζαν Μονέ.
Η ιδέα ήταν να τεθούν υπό μια κοινή αρχή η παραγωγή και η διαχείριση του άνθρακα και του χάλυβα, απαραίτητων πόρων για την ανάπτυξη των βιομηχανιών.
Την ιστορική πρόταση του Ζαν Μονέ ανέλαβε να προωθήσει πολιτικά ο Ρομπέρ Σουμάν, ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας. Εξι κράτη (Γαλλία, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Βέλγιο, Ιταλία, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) αποδέχτηκαν το σχέδιο μιας «λειτουργικής» κοινότητας, «υπερεθνικού» χαρακτήρα.
Στις 9 Μαΐου 1950 (έκτοτε Ημέρα της Ευρώπης), ο Ρομπέρ Σουμάν θα παρουσιάσει αυτή τη θεσμική καινοτομία με την ιστορική δήλωσή του, η οποία υπογράμμιζε ότι «η παγκόσμια ειρήνη δεν μπορεί να διατηρηθεί αν δεν αναληφθούν δημιουργικές προσπάθειες ανάλογες των κινδύνων που την απειλούν. Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί διά μιας, ούτε σε ένα συνολικό οικοδόμημα: θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη. Η από κοινού διαχείριση της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα… θα αλλάξει το πεπρωμένο αυτών των περιοχών που επί μακρόν ασχολούνταν με την κατασκευή όπλων για πολέμους των οποίων υπήρξαν σχεδόν μονίμως τα θύματα».
Στη λογική της Δήλωσης Σουμάν της 9ης Μαΐου 1950, τα έξι κράτη που συμφώνησαν θα υπογράψουν έναν χρόνο αργότερα, στο Παρίσι στις 18 Απριλίου του 1951, τη Συνθήκη που θα ιδρύσει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), με στόχο «να υποκαταστήσουν τους προαιώνιους ανταγωνισμούς με τη συγχώνευση των ουσιαστικών συμφερόντων τους… και να θέσουν τις βάσεις θεσμών ικανών να κατευθύνουν ένα πεπρωμένο που εις το εξής θα είναι κοινό».
Η ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα εξασφάλισε στην Ευρώπη ειρήνη, ευημερία και συνείδηση κοινότητας προκειμένου να ξεπεραστούν οι αντιθέσεις. Με την ευρωπαϊκή ενοποίηση αντλήσαμε διδάγματα από τις αιματηρές αντιπαραθέσεις του παρελθόντος.
Πέρα από την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία, στις επιτυχίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης συμπεριλαμβάνονται οι αρχές, αλλά και η μορφή συνεργασίας στην Ευρώπη. Δημοκρατία, ισότητα δικαιωμάτων, διαφάνεια, επικουρικότητα, αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ελευθερία, αλληλεγγύη και ανεκτικότητα είναι μερικές από τις βασικές αξίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ), καθώς η ΕΕ δεν είναι απλώς ένας οικονομικός χώρος αλλά και μια κοινότητα αξιών. Αυτό το σχέδιο που άλλαξε την Ευρώπη απειλείται από τον ρωσικό επεκτατισμό.
Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η ευρωπαϊκή ενοποίηση σηματοδοτεί πρωτίστως την ειρήνη και την αλληλεγγύη. Αν θέλουμε να λειτουργήσουμε ως πρότυπο και, κυρίως, αν θέλουμε να είμαστε αξιόπιστοι, πρέπει όπως κάναμε και με τη διαχείριση της κρίσης της πανδημίας, να δείξουμε και σήμερα στους ευρωπαίους πολίτες της Ουκρανίας ότι εφαρμόζουμε στην Ευρώπη αυτό που διακηρύττουμε διεθνώς, δηλαδή την αλληλεγγύη. Με την αλληλεγγύη θα συμβάλουμε στη διαχείριση του τραύματος του πολέμου στην Ουκρανία. Η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι αυτή που μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη μεταπολεμική συμφιλίωση Ουκρανών και Ρώσων γιατί η ίδια χτίστηκε πάνω στις στάχτες και την καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συμφιλίωση Γάλλων και Γερμανών.
Το στοίχημα είναι δύσκολο γιατί το ζήτημα των ενεργειακών πόρων επιχειρεί σήμερα να το αξιοποιήσει με εκβιαστικό τρόπο η Ρωσία απέναντι στην Ευρώπη και ο Πούτιν πιστεύει ότι η δημοκρατία είναι η μεγαλύτερη αδυναμία της Ευρώπης. Πιστεύει ότι η αλληλεγγύη θα τελειώσει με την ακρίβεια που νιώθουν οι ευρωπαίοι πολίτες στην τσέπη τους.
Πράγματι, τα ευρωπαϊκά κράτη δυσκολεύονται να απορροφήσουν αυτή την απώλεια ευημερίας. Διαπιστώνουμε και σήμερα τα όρια της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, λόγω του ότι δεν είμαστε ακόμη πολιτική ένωση, ούτε καν πραγματική οικονομική και νομισματική ένωση, παρά την αναμφισβήτητη πρόοδο που έχει σημειωθεί. Ομως πρέπει να συνεχίσουμε στον δρόμο του σχεδίου Μονέ και της Διακήρυξης Σουμάν της 9ης Μαΐου.
Γιατί η ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία σημαίνει ένα πρότυπο ανάπτυξης μοναδικό στον κόσμο, που συνδυάζει πολιτικές αλληλεγγύης με αντικειμενικό σκοπό μια ανάπτυξη που πρέπει να συμμεριζόμαστε όλοι.
Αυτό που συγκρατούμε από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι το ίδιο συμπέρασμα με τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης της πανδημίας της Covid-19. Σε άλλη μια κρίση έγινε φανερό πως το κλειδί για να ανταποκριθεί στις σημερινές και μελλοντικές προκλήσεις η ΕΕ πρέπει να εξοπλιστεί με την απαραίτητη κυριαρχία και αλληλεγγύη. Για να καθορίζει η ίδια το μέλλον της χρειάζεται περισσότερη κυριαρχία.
Προς αυτή την κατεύθυνση είναι προφανής η ανάγκη για ένα πιο λειτουργικό σύστημα που θα οδηγήσει στην εμβάθυνση και ολοκλήρωση της ενοποιητικής διαδικασίας που θα στηρίζεται σε περισσότερες κοινές πολιτικές (υγεία, ενέργεια). Τον βασικό άξονα των θεσμικών πρωτοβουλιών θα συμπληρώνει ένα σχέδιο διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης που θα οδηγεί στην ανάπτυξη της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας προκειμένου η ΕΕ να είναι σε θέση να εξασφαλίζει τη στρατηγική της αυτονομία, να μπορεί να διαχειριστεί τις διεθνείς κρίσεις μόνη της και να εγγυάται τα εξωτερικά σύνορά της.
Η νέα συζήτηση για το μέλλον της ΕΕ οδηγεί σήμερα εκ των πραγμάτων σε αναζήτηση μιας νέας αλληλεγγύης, όπου η σύγκλιση των συμφερόντων σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα συμπληρώνει και δεν θα ακυρώνει το εθνικό συμφέρον.
Ο κ. Σωτήρης Ντάλης είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ενοποίησης στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορεί το βιβλίο του:
Η «δύσκολη» Ευρώπη.
Σε αναζήτηση της νέας Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης.