Ηταν σίγουρο, ιδιαιτέρως για όσους έχουν επισκεφθεί την Ουκρανία τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την εξέγερση της Πλατείας Ανεξαρτησίας, ότι το Κίεβο δεν θα υπέκυπτε εύκολα στη στρατιωτική πίεση της Μόσχας. Αυτό που δεν ήταν δεδομένο και που προσωπικά με εξέπληξε, αν και σημαντικό μέρος του ερευνητικού μου έργου ασχολείται με τη ρωσική εξωτερική πολιτική από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έως και σήμερα, ήταν η προχειρότητα του ρωσικού σχεδιασμού σε στρατιωτικό επίπεδο. Ποσοτικώς αλλά και ποιοτικώς η επιλογή των ρωσικών δυνάμεων ήταν κατώτερη των περιστάσεων και των απαιτήσεων του πολέμου εναντίον των αποφασισμένων Ουκρανών. Ακόμη και η χρήση μονάδων ελίτ, όπως για παράδειγμα το 331ο Αερομεταφερόμενο Σύνταγμα, έγινε με εξαιρετικά λανθασμένο τρόπο, αφού χρησιμοποιήθηκε για στατικές επιχειρήσεις εναντίον των τακτικών ουκρανικών δυνάμεων πέριξ του Κιέβου. Οι βαριές απώλειες του 331ου Συντάγματος και η αναγκαστική απόσυρσή του από το πεδίο των μαχών μαρτυρά την έλλειψη ορθολογικού σχεδιασμού. Οι ρωσικές γραμμές ανεφοδιασμού και επικοινωνιών ήταν προετοιμασμένες, όπως έχω γράψει ξανά, για μικρής χρονικής διάρκειας σύγκρουσης, ενώ το ηθικό των ρώσων στρατιωτών δεν είχε «δουλευτεί» ώστε να είναι προετοιμασμένοι για το τι θα συναντούσαν. Προφανώς, το επιχείρημα της «αποναζιστοποίησης» των spin doctors του Κρεμλίνου κρίνεται ως συνολικά αποτυχημένο αφού δεν κατάφερε να λειτουργήσει ως εργαλείο εσωτερικής και εξωτερικής νομιμοποίησης της εισβολής. Ασφαλώς και οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας ως προς την πορεία του πολέμου την ηρωική αντίσταση των ουκρανικών δυνάμεων ή την εντυπωσιακή επίτευξη συλλογικής «συσπείρωσης γύρω από τη σημαία», βλ. Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Αλλά αποτελεί στοιχείο άξιο αναφοράς η αναπάντεχα κακή επίδοση του ρωσικού στρατού έως σήμερα στην Ουκρανία. Η Ρωσία δεν κερδίζει στρατιωτικά. Ούτε όμως χάνει διεθνοπολιτικά και αυτό είναι κάτι που πρέπει να εξεταστεί σοβαρά από τις ΗΠΑ και τις λοιπές δυτικές δυνάμεις.
Αρχικά, η κίνηση της Gazprom να ζητήσει πληρωμή σε ρούβλι ώστε να μην καταρρεύσει το ρωσικό νόμισμα αλλά και να αναδείξει τις παθογένειες της ευρωπαϊκής ενότητας στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής ήταν επιτυχημένη, αν και αναμενόμενη. Στη συνέχεια, η οικονομική πίεση που δημιουργείται στο εσωτερικό της Ευρώπης εξαιτίας της αύξησης της τιμής της οικιακής ενέργειας αλλά και του πετρελαίου κίνησης ή της βενζίνης είναι γεγονός. Η Ρωσία δεν στοχεύει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με τους μηχανισμούς σκληρής ισχύος της. Υποσκάπτει όμως τα αστικά θεμέλια. Χτυπά τις εθνικές οικονομίες επιδιώκοντας τον επόμενο χειμώνα τα άκρα να βρεθούν στους δρόμους σε βίαιες διαδηλώσεις, δημιουργώντας το πλαίσιο για την εμβάθυνση της ριζοσπαστικοποίησης της ήδη ασφυκτικά πιεζόμενης μικρομεσαίας τάξης. Ταυτόχρονα, χτυπά διαρκώς και σε όλα τα επίπεδα μέσω της οξείας ισχύος, δημιουργώντας χιονοστιβάδες ψευδών ειδήσεων σε ελεγχόμενα ΜΜΕ ή μέσω troll λογαριασμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οσο βαθαίνει η οικονομική κρίση στην Ευρώπη τόσο θα πολλαπλασιάζονται τα φαινόμενα αποσυσπείρωσης. Ειδικοί επιστήμονες που παρατηρούν τις συμπεριφοριστικές τάσεις των ψηφοφόρων ανά τον δυτικό κόσμο εκφράζουν τις αμφιβολίες τους για τη νίκη του Μακρόν αν οι εκλογές γίνονταν σε χρονικό σημείο μετά το φθινόπωρο, ενώ εντυπωσιακό είναι το εύρημα της Public Issue στην Ελλάδα, με το 68% να δηλώνει δυσαρεστημένο με τις κινήσεις της κυβέρνησης τον μήνα Μάρτιο αναφορικά με το Ουκρανικό, ενώ για τον μήνα Απρίλιο το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 74%! Η κατάσταση δεν διαφέρει και σε άλλα μέρη της Κεντρικής, Νοτιοανατολικής και Ανατολικής Ευρώπης, με μοναδική εξαίρεση τα κράτη της Σκανδιναβικής και της Βαλτικής, όπου η εναντίωση απέναντι στη Ρωσία λαμβάνει χαρακτήρα υπαρξιακής αυτοσυντήρησης.
Είναι η στιγμή που η Ουάσιγκτον οφείλει να δει προσεκτικά τις κινήσεις στη σκακιέρα της Ευρώπης, να εγκαταλείψει τον τζακσονιανισμό που έχει πλέον διαπεράσει την πολιτική στάση της από το 2008 και μετά και να κατανοήσει ότι αν η Ευρώπη δεν στηριχθεί οικονομικά από το φθινόπωρο και μετά, αν δεν στηριχθεί η ενεργειακή ενίσχυσή της με αυξημένο αριθμό φορτίων υγροποιημένου φυσικού αερίου, αν δεν ασκηθούν δημιουργικές πιέσεις από την Ουάσιγκτον στις Βρυξέλλες να αφήσει κατά μέρος τη διστακτικότητα και να υιοθετήσει κομβικές μεταβολές στην Κοινή Αγροτική Πολιτική σήμερα, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπιστεί η επισιτιστική κρίση που έρχεται τους επόμενους μήνες, τότε είναι δεδομένο ότι η Ευρώπη θα αρχίσει να αιμορραγεί ακατάσχετα σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, με αύξηση της οικονομικής επισφάλειας και ενίσχυση των δομών ριζοσπαστικοποίησης των κοινωνικών στρωμάτων, που πλέον βρίσκονται εκτός πλαισίου αναφοράς του μεσοαστικού ευρωπαϊκού τρόπου ζωής του παρελθόντος. Ταυτόχρονα, οι θεσμοί θα πιεστούν καθώς αντιδυτικές και αντιευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις θα αυξήσουν τα εκλογικά τους ποσοστά.
Οσοι επαναπαύονται με τη μη ρωσική στρατιωτική νίκη στην Ουκρανία υποτιμούν την πολιτική εμπειρία του Πούτιν και τη δυνατότητα της Ρωσίας να μεταφέρει την πίεση των εξελίξεων στον πυρήνα της Ευρώπης. Ο στόχος του Πούτιν είναι να παγιωθεί η εντύπωση στη συνείδηση των μικρομεσαίων στρωμάτων της Ευρώπης ότι ο δυτικός τρόπος ζωής δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από τα αστικά φιλελεύθερα συστήματα της Γηραιάς Ηπείρου αλλά και από τη σημερινή κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αν η κυβέρνηση Μπάιντεν καθυστερήσει να ακυρώσει αυτή τη ρωσική στόχευση, τότε ο Πούτιν θα έχει επιτύχει τον κοινωνικο-πολιτικό και συστημικό αποσυντονισμό της Ευρώπης, πλήττοντας με τον τρόπο αυτόν τις δυτικές αρχές και αξίες. Ο πόλεμος μαίνεται στην Ουκρανία, αλλά δεν αφορά μόνο αυτή και τους πολίτες της, ενώ ταυτόχρονα το θερμόμετρο των εξελίξεων στο άλλο μέτωπο, αυτό του Ειρηνικού, έχει αρχίσει να δίνει σήματα ανόδου.
*Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Μακεδονίας.