Πολλά μπορεί να προσάψει κανείς στον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη για τα πεπραγμένα της παρελθούσας τρικυμιώδους τριετίας. Να του αποδώσει πιθανώς καθυστερήσεις, υπεραντιδράσεις ή να του καταλογίσει κατά καιρούς υπεραισιοδοξία για την εξέλιξη των όποιων γεγονότων και φαινομένων.
Ωστόσο, παραμένει αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι από την ανάληψη των καθηκόντων του αντιμετώπισε επάλληλες και διαδοχικές κρίσεις, οι οποίες συγκλόνισαν τον κόσμο και άλλαξαν δραματικά τις συνθήκες εντός και εκτός της χώρας.
Ενέσκηψαν δε σε μια χώρα τραυματισμένη από την προηγούμενη υπερδεκαετή οικονομική κρίση, σε μια χώρα δημοσιονομικά ελεγχόμενη και δεσμευμένη από υπέρογκα χρέη, τα οποία παρότι ρυθμισμένα ασκούσαν μέγα βάρος και δεν επέτρεπαν άνεση επιλογών και κινήσεων.
Ουσιαστικά απήλαυσε μόλις έξι μήνες υπερπροσδοκιών και αναγέννησης που πήγαζαν από την ευφορία της εκλογικής νίκης του 2019. Από την αρχή του 2020 βρέθηκε αντιμέτωπος με τη θύελλα των πανδημικών περιορισμών και των διαρθρωτικών αδυναμιών του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Το καλοκαίρι του 2020 απειλήθηκε από την τουρκική απόπειρα αποσυντονισμού της φύλαξης των χερσαίων και θαλασσίων συνόρων και το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς πληγώθηκε από την επιδείνωση των υγειονομικών συνθηκών λόγω της εμφάνισης και της επικράτησης, καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021, των παραλλαγών και των μεταλλάξεων του κορωνοϊού.
Παρά ταύτα, την περασμένη χρονιά προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στην αδήριτη ανάγκη επανέναρξης των οικονομικών δραστηριοτήτων και στην απαίτηση της κοινωνίας για προστασία της υγείας και της ζωής των πολιτών.
Το τίμημα μόνο αμελητέο δεν ήταν, καθώς φθάσαμε να μετρούμε περίπου 30.000 θύματα.
Ωστόσο, όλοι μπορούν να αντιληφθούν ότι η οικονομική δραστηριότητα επέστρεψε, επιχειρήσεις και πολίτες έλαβαν κρίσιμη διασωστική βοήθεια, ο τουρισμός ξανάχτισε προοπτικές και επιπλέον μέσω των ευρωπαϊκών πόρων δεκάδων δισ. ευρώ διαμορφώθηκαν προσδοκίες αναγέννησης της οικονομίας.
Από το φθινόπωρο της περασμένης χρονιάς όμως οι συνθήκες επιβαρύνθηκαν εκ νέου από τις διαταραχές που προκάλεσε στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα η παρατεινόμενη και επιμένουσα υγειονομική κρίση. Βαθμιαία αναπτύχθηκαν ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες έμελλε να εκτιναχθούν στα ύψη μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου και να οδηγήσουν στον πενταπλασιασμό των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου και στην υπεραύξηση των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος.
Χωρίς αμφιβολία, λοιπόν, ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του βρέθηκαν στο μέσον μιας «τέλειας καταιγίδας».
Για τον ανεξάρτητο παρατηρητή δεν είναι αμελητέο το γεγονός ότι η πληγωμένη από τις προηγούμενες κρίσεις Ελλάδα κατάφερε όχι μόνο να σταθεί, αλλά και να μην εκτεθεί ανεπανόρθωτα σε αυτές τις τόσο έκτακτες και διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες. Οι χειρισμοί μπορεί να μην ήσαν τέλειοι αλλά διαπνέονταν από συγκεκριμένες αρχές και κανόνες.
Οσα και αν καταλογίζονται σε βάρος του κ. Μητσοτάκη, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι στη διάρκεια των επάλληλων κρίσεων δεν έχασε το δημοσιονομικό μέτρο, δεν αρνήθηκε τον φιλελεύθερο προσανατολισμό της πολιτικής του και ούτε διέρρηξε τις παραδοσιακές συμμαχίες της χώρας. Αντιθέτως, τις εμπλούτισε και τις διεύρυνε. Και τώρα, στη διάρκεια της τρέχουσας πολεμικής κρίσης, τοποθετήθηκε ευθέως κατά της ρωσικής εισβολής και του αναθεωρητισμού που τη συνοδεύει, επιμένει σε κοινή ευρωπαϊκή γραμμή, διεκδικεί ενιαίες ευρωπαϊκές πολιτικές αντιμετώπισης των πληθωριστικών επιπτώσεων του πολέμου και συντονίζεται με τους υπερατλαντικούς συμμάχους προσβλέποντας στις μεταπολεμικές ανακατανομές και ευκαιρίες.
Κοινώς, δεν έκρυψε την τοποθέτησή του, ούτε θέλησε πλάνες να καλλιεργήσει υποσχόμενος τα πάντα. Τουναντίον, με κάθε ευκαιρία δηλώνει ότι οι διαθέσιμοι πόροι επιτρέπουν μόνο μερική και όχι πλήρη διόρθωση των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος στα προ του πολέμου επίπεδα. Και μαζί δηλώνει υπέρμαχος της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας, υπερασπιζόμενος την ανθεκτικότητά της.
Με άλλα λόγια δεν κρύβεται, η πρότασή του είναι καθαρή και ευθεία. Καλή, κακή, αυτή είναι.
Θα ήταν ευχής έργον, από αυτή την άποψη, να ξεκαθάριζαν και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις τις προθέσεις τους, να παρουσίαζαν ευθέως τα σχέδια και τις πολιτικές τους.
Θα απελευθερωνόταν ο πολιτικός στίβος από μύθους και πλάνες, που τόσο έχουν βασανίσει τη χώρα…
ΤΟ ΒΗΜΑ