Οσοι παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις ελληνικές οικονομικές υποθέσεις επιμένουν, παρά την αντίθετη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ότι η τρέχουσα κρίση είναι ιδιαίτερη, ή καλύτερα είναι πολύ διαφορετική από τις προηγούμενες που βάρυναν τη χώρα και τους πολίτες της.
Και αυτό γιατί εκτιμούν ότι δεν έχει αμιγώς ελληνικά χαρακτηριστικά και πως θίγει λιγότερο την Ελλάδα σε σχέση με άλλες βιομηχανικές χώρες, που συνορεύουν με το θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων και είναι απολύτως εξαρτημένες από τα ρωσικά ενεργειακά αγαθά.
Τολμούν επίσης να υποστηρίξουν ότι η διαχείρισή της δεν είναι τόσο δύσκολη όσο οι προηγούμενες γιατί απλούστατα, πέραν των όποιων δεινών, κρύβει και ευκαιρίες για τη χώρα μας.
Αναφέρονται κυρίως στη βεβαία πια ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος, καθώς και στον διατηρούμενο επενδυτικό πυρετό που διαπερνά σύμπασα την επιχειρηματική κοινότητα.
Επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι οι πολεμικές συνθήκες δεν έκαμψαν το τουριστικό ρεύμα, παρά αντιθέτως το ενίσχυσαν, όπως τα πρώτα επίσημα στοιχεία των αφίξεων δηλώνουν. Σίγουρα επίσης δεν περιόρισαν τις επενδυτικές πρωτοβουλίες, παρά σε ορισμένους κλάδους, όπως των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τις ενίσχυσαν.
Επικαλούνται προς τούτο τόσο τις εντυπωσιακές, ως πρoς το μέγεθος και τις αποτιμήσεις, εξαγορές σχετικών εταιρειών που εξελίσσονται εν μέσω του πολέμου, όσο και τα σχέδια που ανακοινώνονται για δημιουργία νέων βάσεων υγροποιημένου αερίου στη χώρα, αλλά και τις επενδύσεις ενεργειακής διασύνδεσης με την Αίγυπτο και τη Βόρεια Αφρική που «τρέχουν».
Στα πολλά δε ερωτήματα για την ακρίβεια, για τους υπέρογκους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και καυσίμων επαναλαμβάνουν ότι η κατάσταση μπορεί να ελεγχθεί ευχερέστερα, όπως προκύπτει από το πλήθος των πόρων που διαθέτει η κυβέρνηση προκειμένου να ελέγξει, κατά το δυνατόν, το βάρος των αυξήσεων του ηλεκτρικού ρεύματος. «Πέφτουν πολλά χρήματα για το ρεύμα» λένε χαρακτηριστικά, επιμένοντας μάλιστα ότι ο πληθωρισμός δεν θα ξεφύγει, αντιθέτως θα τείνει να ελεγχθεί με το πέρασμα των μηνών.
Και οι φόβοι επίσης για την άνοδο των επιτοκίων κρίνονται υπερβολικοί. Σπεύδουν μάλιστα να διευκρινίσουν ότι «η αναμενόμενη άνοδος των επιτοκίων στην Ευρώπη θα είναι λελογισμένη, γιατί απλούστατα η ανάπτυξη στη Γηραιά Ηπειρο είναι αναιμική και δεν ευνοεί μεγάλες αυξήσεις στο κόστος του χρήματος». Και σε κάθε περίπτωση, τονίζουν, «τα επιτόκια θα μείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα αρνητικά». «Με πληθωρισμό 8% – 9% επιτόκια της τάξης του 1% και 2% είναι ευθέως αρνητικά» σημειώνουν οι θιασώτες της αισιόδοξης εκδοχής των πραγμάτων.
Ορισμένοι μπορεί να θεωρήσουν υπερφίαλες αυτές τις εκτιμήσεις, αλλά η αλήθεια είναι πως η χώρα, παρά τους υπερδιπλάσιους μέχρι τώρα λογαριασμούς του ρεύματος, δείχνει κινητική και δραστήρια, ταξιδεύει και δρα σχεδόν απτόητη από τις «καυτές» εικόνες που μεταφέρουν τα πρατήρια βενζίνης.
Ισως είναι πρόωρο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, αλλά έπειτα από δώδεκα χρόνια ακινησίας και μιζέριας, συλλογικής και ατομικής, η αίσθηση που τείνει να επικρατήσει είναι ότι τίποτε δεν μοιάζει ικανό να περιορίσει τους πόθους και τις επιθυμίες των Ελλήνων για πρόοδο και ζωή. Ούτε καν ο πόλεμος…