Η ημέρα νίκης επί της ναζιστικής Γερμανίας (08 και 09.05) προσλαμβάνει φέτος στη χώρα ιδιαίτερες διαστάσεις. Αυτό οφείλεται στον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, που επισκιάζει την ιστορική πραγματικότητα.
Ότι για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σκοτώθηκαν πάνω από 6 εκ. στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού. Μόνο στη Μάχη του Στάλινγκραντ έχασαν τη ζωή τους 1 εκ. Σοβιετικοί στρατιώτες, άλλοι δεκάδες χιλιάδες πολέμησαν στην Μάχη του Βερολίνου, που τελείωσε στις 2 Μαΐου του 1945 με την κατάληψη της γερμανικής πρωτεύουσας και την ανάρτηση της σοβιετικής σημαίας πάνω από το Ράιχσταγκ. Η μαυρόασπρη φωτογραφία από το ημικατεστραμμένο κτήριο μαζί με τη σημαία έκανε τον γύρο του κόσμου και πέρασε στην ιστορία.
Επιθέσεις με χρώματα και η ιστορική μνήμη
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Σοβιετικός Στρατός έχτισε 4 μνημεία για να θυμίζουν το αίμα που έχυσαν οι στρατιώτες, και ιδιαίτερα εκείνοι που σκοτώθηκαν στη μάχη για το Βερολίνο. Δεν είναι μόνο μνημεία για να θυμίζουν τη νίκη, αλλά μαζί και στρατιωτικά κοιμητήρια. Το μνημείο στη συνοικία Τιεργκάρντεν του Βερολίνου εγκαινιάστηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1945 με παρέλαση των συμμαχικών δυνάμεων. Δεξιά και αριστερά από την είσοδο υπάρχουν δύο τανκς Τ-34 και δύο κανόνια, που χρησιμοποιήθηκαν σε εκείνη τη μάχη. Τέλος Μαρτίου του 2022 τα δύο τεθωρακισμένα, μεγάλης ιστορικής αξίας, τυλίχτηκαν με την ουκρανική σημαία. Λίγο αργότερα η Στέφανι Μπουνγκ, βουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικοί Κόμματος, ζήτησε να απομακρυνθούν. «Σήμερα, τα τανκς δεν αντιπροσωπεύουν πλέον την απελευθέρωση του Βερολίνου από τον ναζισμό, αλλά έναν επιθετικό πόλεμο, που αγνοεί τα εδαφικά σύνορα και τις ανθρώπινες ζωές». Η τοπική κυβέρνηση Βερολίνου απέρριψε το αίτημα. «Πρόκειται για τη μνήμη νεκρών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τον οποίο στο πλευρό του Κόκκινου Στρατού έχασαν τη ζωή τους στον αγώνα κατά του ναζισμού στρατιώτες πολλών εθνικοτήτων της Σοβιετικής Ένωσης, μεταξύ αυτών πολλοί Ρώσοι και Ουκρανοί» αναφέρεται στην σχετική ανακοίνωση της υπουργού Περιβάλλοντος και δημάρχου Βερολίνου Μπετίνας Γιάρας. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το Βερολίνο δια νόμου δεσμεύεται να φροντίζει τα σοβιετικά μνημεία. Στο πλαίσιο της Συμφωνίας του 1990 «2 συν 4» ανάμεσα στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, την Ανατολική Γερμανία και των 4 νικητριών δυνάμεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, συμφωνήθηκε η διατήρηση των μνημείων.
Το σοβιετικό μνημείο στο πάρκο Τρέπτο είναι το μεγαλύτερο αυτού του τύπου στη Γερμανία και το πιο σημαντικό για τους πεσόντες στρατιώτες στο Βερολίνο. Στην περιοχή γύρω από αυτό υπάρχουν τάφοι 7.000 στρατιωτών από όλες τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Αρχές Απριλίου, άγνωστοι βεβήλωσαν το μνημείο με αντιρωσικά συνθήματα. Οι δράστες έγραψαν με σπρέι μεταξύ άλλων συνθήματα όπως «Ουκρανικό αίμα σε ρωσικά χέρια» ή «Θάνατος σε όλους τους Ρώσους». Λίγες ημέρες αργότερα με μαύρο σπρέι σχημάτισαν το «Ζ», άλλα σύμβολα και συνθήματα όπως «δολοφόνοι». Από τότε το μνημείο βρίσκεται υπό προστασία και η αστυνομία αναζητεί τους δράστες. Ο Γιούστους Ούλμπριχτ, Γερμανός ιστορικός και πρόεδρος της Ένωσης „Denk Mal Fort’ είναι πεπεισμένος ότι κατεδάφιση ή βεβήλωση του μνημείου δεν αποφέρει κάτι. «Αυτό που βλέπει κανείς στο Τρέπτο, είναι ένα μνημείο αφιερωμένο σε ήρωες. Η αγάπη για τους ήρωες έχει μειωθεί δραστικά στη Γερμανία. Μνημεία αυτού του είδους γίνονται αφορμή για συζήτηση». Ο ιστορικός θεωρεί όμως ότι κάθε μνημείο είναι κομμάτι της ιστορίας της πόλης. «Η άποψή μου είναι, αφήστε τα, μιλήστε, σχολιάστε».
Εκτός Δρέσδης ο Στρατιώτης του Κόκκινου Στρατού;
Το Σοβιετικό Μνημείο στη Δρέσδη χτίστηκε αμέσως μετά το τέλος του πολέμου και εγκαινιάστηκε το Νοέμβριο του 1945. Το 1994 ο Στρατιώτης του Κόκκινου Στρατού μεταφέρθηκε και τώρα βρίσκεται κοντά στο Ιστορικό Στρατιωτικό Μουσείο της Μπούντεσβερ. Τέλος Μαρτίου του 2022 ο Στέφαν Σαρφ, πολιτικός των Φιλελευθέρων της Δρέσδης, έγραψε στο twitter: ΄Οχι, αυτό το σοβιετικό Μνημείο στη Δρέσδη δεν μπορεί να μείνει. Όχι λόγω του 1945, ούτε του 1953, του 1968 και του 2022″. Η εξήγηση είναι απλή. Η 1η Στρατιά της Σοβιετικής Ένωσης συμμετείχε στην καταστολή της λαϊκής εξέγερσης στην Ανατολική Γερμανία και το 1968 στην καταστολή της Άνοιξης της Πράγας, Σήμερα η αντίστοιχη στρατιά βρίσκεται στην Ουκρανία. Η Κριστιάνε Γιάνεκε, επιστημονική διευθύντρια του Στρατιωτικού Ιστορικού Μουσείου της Δρέσδης, δεν συμμερίζεται την ιδέα απομάκρυνσής του, ακόμη κι αν ο στρατιώτης του Κόκκινου Στρατού, που είναι πάνω από τη βάση του μνημείου, έβρισκε θέση σε μουσείο. «Εάν γίνονταν θα ήταν σαν να απομακρύνονταν ένα κομμάτι της ιστορίας της πόλης και της μνήμης από το δημόσιο χώρο. Αυτό το θεωρώ λάθος. Δεν μπορείτε να ξαναγράψετε την ιστορία. Αυτά τα μνημεία θυμίζουν τι συνέβη. Αν τα βάλετε σε ένα πλαίσιο, περιγράφοντάς τα με μεγαλύτερη ακρίβεια, θα ήταν η κατάλληλη λύση».
Αντίθετα, μπροστά από το κτήριο του Γερμανικού-Ρωσικού Μουσείου στην περιοχή Κάρλσχορστ του Βερολίνου ήταν υψωμένες η ουκρανική, η ρωσική, η λευκορωσική και η γερμανική σημαία. Τώρα έχει μείνει μόνο η ουκρανική. Ο διευθυντής του Μουσείου Γιεργκ Μορέ μιλώντας στη Deutsche Welle τόνισε ότι «τώρα πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι θέλουμε να ξεχαστούν τα επιτεύγματα του Κόκκινου Στρατού και ο ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά δεν είναι έτσι. Πρόκειται για ένδειξη αλληλεγγύης προς την Ουκρανία. Πριν είχαμε υψώσει τις σημαίες από εθνικότητες που συνεργάζονται. Στο κτήριο όπου στεγάζεται σήμερα ένα μουσείο, υπεγράφη στις 8 Μαΐου του 1945 η άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Το μουσείο ιδρύθηκε το 1994 σε συνεργασία με τη Ρωσική Συνομοσπονδία με τη νομική μορφή της ένωσης, στην οποία το 1997/98 εντάχθηκαν ως μέλη τα Μουσεία Πολέμου της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας. Μετά από επανασχεδιασμό του το Μουσείο στο Κάρλσχορστ ξανάνοιξε τον Μάιο του 1995 ως Γερμανικό-Ρωσικό Μουσείο. Λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία η διεύθυνση του Μουσείου αποφάσισε να χρησιμοποιεί την επωνυμία «Μουσείο Βερολίνο-Κάρλσχορστ», για να θυμίζει όλα τα σοβιετικά θύματα του γερμανικού πολέμου εξόντωσης, ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους. Η Ρωσική Συνομοσπονδία προσπαθεί να εθνικοποιήσει και να μονοπωλήσει τη σοβιετική νίκη και σε μερικές περιπτώσεις χρησιμοποιεί ως εργαλείο κάθε προσπάθεια συνεργασίας με τους ανθρώπους του μουσείου. «Προς το παρόν υπάρχει απόσταση, μόνο η σαφήνεια μας βοηθά» λέει ο διευθυντής του Μουσείου Γιεργκ Μορέ.
Βέρα Φρίντριχ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου