Περίπου 15 εκατομμύρια άνθρωποι επιπλέον έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊούσύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τη διετία 2020-2021. Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα κυμάνθηκε βάσει σχετικής μελέτης μεταξύ 13,3 – 16,6 εκατομμυρίων ατόμων με μέσο όρο τα 14,9 εκατομμύρια, όταν οι αναμενόμενοι πρόσθετοι θάνατοι στη διετία αναμένονταν κάτω από τα 5 εκατομμύρια.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, η καταγραφή κρουσμάτων και θανάτων από covid δεν αποδίδουν πάντα τη σωστή εικόνα της επίπτωσης της πανδημίας, διότι υποεκτιμώνται οι ζωές που χάθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας εξαιτίας της έλλειψης διαγνωστικού τεστ, αλλά και από την αύξηση των λοιπών αιτίων θανάτου που προκλήθηκαν από την υπερφόρτωση του συστήματος υγείας και την αδυναμία πρόσβασης σε αυτό.
Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ του αριθμού των θανάτων που καταγράφηκαν και του αριθμού που θα αναμενόταν χωρίς την πανδημία, με βάση δεδομένα προηγούμενων ετών.
Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα περιλαμβάνει θανάτους που σχετίζονται με τον COVID-19 άμεσα (λόγω της νόσου) ή έμμεσα (λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας στα συστήματα υγείας και την κοινωνία). Οι θάνατοι που συνδέονται έμμεσα με τον COVID-19 αποδίδονται σε άλλες καταστάσεις υγείας για τις οποίες οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε πρόληψη και θεραπεία, επειδή τα συστήματα υγείας επιβαρύνθηκαν υπερβολικά από την πανδημία. Ο εκτιμώμενος αριθμός υπερβολικών θανάτων μπορεί επίσης να επηρεαστεί από τους θανάτους που αποφεύχθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας λόγω χαμηλότερων κινδύνων ορισμένων γεγονότων, όπως ατυχήματα με αυτοκίνητα ή επαγγελματικούς τραυματισμούς.
Διεθνώς
Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση του Οργανισμού, οι περισσότεροι από τους υπερβάλλοντες θανάτους και συγκεκριμένα το 84% αυτών, συγκεντρώνονται στη Νοτιοανατολική Ασία, την Ευρώπη και την Αμερική. Περίπου το 68% των επιπλέον θανάτων εντοπίζεται μόλις σε 10 χώρες παγκοσμίως. Σε χώρες μεσαίου εισοδήματος καταγράφεται το 81% των 14,9 εκατομμυρίων επιπλέον θανάτων (το 53% εντοπίζεται σε χώρες χαμηλότερου μεσαίου εισοδήματος και το 28% σε χώρες ανώτερου μεσαίου εισοδήματος) κατά την περίοδο των 24 μηνών, ενώ το 15% και 4% των πρόσθετων θανάτων εντοπίζεται σε χώρες με υψηλό και χαμηλό εισόδημα, αντίστοιχα.
Οι εκτιμήσεις για την περίοδο 24 μηνών κατά το 2020 και 2021, περιλαμβάνουν ανάλυση της υπερβάλλουσας θνησιμότητας ανά ηλικία και φύλο. Επιβεβαιώνουν ότι ο αριθμός θανάτων διεθνώς ήταν υψηλότερος για τους άνδρες παρά για τις γυναίκες (57% άνδρες, 43% γυναίκες) και υψηλότερος μεταξύ των ηλικιωμένων.
Στην Ευρώπη
Αναλυτικά στην Ευρώπη, ενώ αναμένονταν περίπου 838.000 υπερβάλλοντες θάνατοι, μόνο η COVID – 19 προκάλεσε αθροιστικά 1.670.000 θανάτους περίπου. Όμως οι επιπλέον θάνατοι στην Ευρώπη λόγω της πανδημίας έφτασαν σχεδόν να διπλασιαστούν, αφού σύμφωνα με τις εκτιμήσεις η υπερβάλλουσα θνησιμότητα κυμάνθηκε μεταξύ 3,18 -3,32 εκατομμυρίων ανθρώπων με μέσο όρο τα 3,25 εκατομμύρια ανθρώπων να χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας της πανδημίας.
Στην Ελλάδα
Αντίστοιχα στην Ελλάδα, η εκτίμηση για την αναμενόμενη υπερβάλλουσα θνησιμότητα έφτανε για την διετία στα 12.400 άτομα περίπου, οι θάνατοι από κοροναϊό όπως καταγράφηκαν έφτασαν τα 20.708 άτομα, όμως σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης του ΠΟΥ η υπερβάλλουσα θνησιμότητα κυμάνθηκε μεταξύ 16.705 – 22.133 ανθρώπων. Και εδώ δηλαδή, οι θάνατοι τελικά ήταν σχεδόν διπλάσιοι από τους αναμενόμενους.
Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι η μεγαλύτερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα ήταν τον Αύγουστο του 2021 με περίπου 3.000 θανάτους για τον μήνα εκείνο (από 2.484-3.678 άτομα) και η αμέσως επόμενη περίοδος ήταν τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο που ακολούθησε με τους επιπλέον νεκρούς να υπολογίζονται σε 2.200-2.300 άτομα κάθε μήνα.
Στη χώρα μας καταγράφηκε επίσης και αρνητική θνησιμότητα, καθώς τον Φεβρουάριο, τον Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιου του 2020, αλλά και τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2021 είχαμε λιγότερους θανάτους από αυτούς που αναμένονταν.
Οι ειδικοί του ΠΟΥ
«Αυτά τα αποθαρρυντικά δεδομένα όχι μόνο υποδεικνύουν τον αντίκτυπο της πανδημίας, αλλά και την ανάγκη για όλες τις χώρες να επενδύσουν σε πιο ανθεκτικά συστήματα υγείας που μπορούν να διατηρήσουν ταυτόχρονα βασικές υπηρεσίες υγείας στη διάρκεια κρίσεων, αλλά και ισχυρά πληροφοριακά συστήματα για την καταγραφή των δεδομένων υγείας του πληθυσμού» δήλωσε ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ δρ Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγιέσους, υπογραμμίζοντας τη δέσμευση του Οργανισμού για συνεργασία με όλες τις χώρες προκειμένου να ενισχύσουν τα πληροφοριακά συστήματα υγείας, που θα οδηγήσουν σε καλύτερη συλλογή δεδομένων που θα βοηθήσουν τόσο σε καλύτερες αποφάσεις όσο και σε καλύτερα αποτελέσματα.
«Η μέτρηση της υπερβάλλουσας θνησιμότητας είναι ουσιαστικό στοιχείο για την κατανόηση του αντίκτυπου της πανδημίας. Οι αλλαγές στις τάσεις της θνησιμότητας παρέχουν στους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων πληροφορίες να κατευθύνουν πολιτικές για τη μείωση της θνησιμότητας και την αποτελεσματική πρόληψη μελλοντικών κρίσεων. Λόγω των περιορισμένων επενδύσεων σε συστήματα δεδομένων σε πολλές χώρες, η πραγματική έκταση της υπερβολικής θνησιμότητας συχνά παραμένει κρυφή», δήλωσε η Δρ Σαμίρα Άσμα Asma, Βοηθός Γενική Διευθύντρια Δεδομένων, Αναλύσεων και Εφαρμογής στον ΠΟΥ. «Αυτές οι νέες εκτιμήσεις χρησιμοποιούν τα καλύτερα διαθέσιμα δεδομένα και έχουν παραχθεί χρησιμοποιώντας μια ισχυρή μεθοδολογία και μια απόλυτα διαφανή προσέγγιση».
«Τα δεδομένα είναι το θεμέλιο της καθημερινής μας δουλειάς για την προώθηση της υγείας, τη διατήρηση της ασφάλειας του κόσμου και την εξυπηρέτηση των ευάλωτων. Γνωρίζουμε πού βρίσκονται τα κενά δεδομένων και πρέπει συλλογικά να εντείνουμε την υποστήριξή μας στις χώρες, έτσι ώστε κάθε χώρα να έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί κρούσματα σε πραγματικό χρόνο, να διασφαλίζει την παροχή βασικών υπηρεσιών υγείας και να προστατεύει την υγεία του πληθυσμού», δήλωσε η Δρ Ιμπραίμα Σοσέ Φολ, Βοηθός Γενικός Διευθυντής για Αντιμετώπιση Εκτάκτων Αναγκών.
«Το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών εργάζεται από κοινού για να παράσχει μια έγκυρη αξιολόγηση του παγκόσμιου αριθμού των ζωών που χάθηκαν από την πανδημία. Αυτό το έργο αποτελεί σημαντικό μέρος της συνεχούς συνεργασίας του τμήματος Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (DESA) με τον ΠΟΥ και άλλους εταίρους για τη βελτίωση των εκτιμήσεων της παγκόσμιας θνησιμότητας», δήλωσε ο κ. Λιού Ζενμίν, Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών για Οικονομικές και Κοινωνικές Υποθέσεις.
Ο κ. Στέφαν Σβάινφεστ, Διευθυντής του Τμήματος Στατιστικής του ΟΗΕ DESA, πρόσθεσε: «Οι ελλείψεις δεδομένων καθιστούν δύσκολη την αξιολόγηση του πραγματικού εύρους μιας κρίσης, με σοβαρές συνέπειες για τις ζωές των ανθρώπων. Η πανδημία υπενθύμισε την ανάγκη για καλύτερο συντονισμό των συστημάτων δεδομένων εντός των χωρών και για αυξημένη διεθνή υποστήριξη για τη δημιουργία καλύτερων συστημάτων, που θα περιλαμβάνουν την καταγραφή θανάτων και άλλων ζωτικών γεγονότων».