«Σήμερα μεταξύ μας ελίσσονται νέοι Γάλλοι που δεν έχουν τη δύναμη να αφομοιωθούν, που μπορεί να μην είναι αφομοιώσιμοι […] και που θέλουν να μας επιβάλουν τον δικό τους τρόπο του σκέπτεσθαι. […] Ο θρίαμβος της δικής τους οπτικής θα σημάνει την πραγματική καταστροφή της πατρίδας μας. Το όνομα της Γαλλίας θα επιβιώσει· ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της χώρας μας θα έχει καταστραφεί πλήρως και οι άνθρωποι που θα εγκατασταθούν στο όνομα και στην επικράτειά μας θα πορευθούν προς πεπρωμένα αντίθετα με τα πεπρωμένα και τις ανάγκες της γης και των νεκρών μας» έγραφε ο Μορίς Μπαρές (1860-1923) στην εφημερίδα «Le Journal» στις 15 Φεβρουαρίου 1900. Η περίπτωσή του προσφέρεται για μια σπουδή στο εφήμερο της ακτινοβολίας των διανοουμένων και της μακράς ζωής των ιδεών τους. Λογοτέχνης, εστέτ, πολιτικός, στοιχημένος στο πλευρό των εχθρών του Ντρέιφους, συγγραφέας μυθιστορημάτων «εθνικής ενέργειας», πρωτεργάτης μιας γαλλικής «ριζοσπαστικής Δεξιάς» και διαμορφωτής ενός εθνικισμού με αναφορά στο έδαφος και στους προγόνους, ο Μπαρές υπήρξε πρόσωπο πανευρωπαϊκής εμβέλειας στις αρχές του 20ού αιώνα, για να περιοριστεί σταδιακά στη γενεαλογία της γαλλικής Ακροδεξιάς.
Παρασκευάς Ματάλας – Κοσμοπολίτες εθνικιστές. Ο Μωρίς Μπαρρές και οι ανά τον κόσμο «μαθητές» του
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2021,σελ. 416, τιμή 20 ευρώ
Η παραπάνω διατύπωσή του υποδηλώνει γιατί η επανεπίσκεψη του λόγου του είναι επίκαιρη για τους σύγχρονους ιστορικούς: στην κωδικοποιημένη περιγραφή με την οποία καταγγέλλει τον υποτιθέμενο κίνδυνο διάβρωσης της Γαλλίας από τους Εβραίους αναγνωρίζει κανείς σπέρματα της θεωρίας της «μεγάλης υποκατάστασης» των γηγενών από μουσουλμάνους που κηρύσσει η σημερινή εξτρεμιστική Δεξιά. Οπως, πάντως, θα διαπιστώσει ο αναγνώστης του πρόσφατου βιβλίου του ιστορικού Παρασκευά Ματάλα Κοσμοπολίτες εθνικιστές (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), η εθνικιστική ιδεολογία του Μπαρές διατηρεί έναν πιο εκλεπτυσμένο χαρακτήρα προσφεύγοντας σπανιότερα σε παρόμοια ακατέργαστα εργαλεία. Είναι μια σύλληψη ευέλικτη που προσελκύει πλήθος ακολούθων, συχνά ριζοσπαστικότερων του μέντορά τους, και η χαρτογράφηση της διάδοσής της μας παρέχει το δρομολόγιο ορισμένων θεωρητικά αντιφατικών διαδρομών του εθνικισμού.
Ιδέες του έθνους
Το έθνος του Μπαρές, έθνος οριζόμενο από τη «γη και τους νεκρούς», παραπέμπει στη γεωγραφία, στη μνήμη και στην Ιστορία. Ο ίδιος τις διακηρύσσει ως αξίες ντετερμινιστικές – το άτομο υπάγεται στην κληρονομιά του και δεν μπορεί να διαφύγει από αυτήν. Με αυτόν τον τρόπο ανάγει την πρότερη διαμόρφωση από τον ίδιο μιας εστέτ «λατρείας του εγώ», ιδιαίτερα δημοφιλούς σε διανοουμένους εντός και εκτός Γαλλίας, σε ένταξη στο «εγώ του έθνους». Οι εννοιολογικές κατηγορίες του γάλλου διανοουμένου δεν είναι πάντοτε σαφείς: η φυλή, για παράδειγμα, έρχεται και παρέρχεται στα γραπτά του, δεν επικρατεί όμως ως καθοριστικός παράγοντας. Ο ντετερμινισμός επίσης συμβαδίζει με την αναγνώριση της διαδικασίας της συγκρότησης του έθνους: μιλώντας για την Ελλάδα ο Μπαρές παρατηρεί ότι «είναι το Πανεπιστήμιο της Αθήνας αυτό που φτιάχνει την εθνική ενέργεια». Οικοδομεί τον εθνικισμό του στην αντίθεση με τον σοσιαλισμό, τον οικουμενισμό, τον διεθνισμό – εξ ου και συμβολικός εχθρός του είναι ο Εβραίος, ταυτισμένος στερεοτυπικά με την έλλειψη πατρίδας, την απουσία δεσμών, τον κοσμοπολιτισμό. Ωστόσο, όπως εξαιρετικά εύστοχα δείχνει ο Παρασκευάς Ματάλας, αυτός ο εθνικισμός όχι μόνο δεν είναι αυτόχθων, αλλά δεν νοείται και χωρίς τον κοσμοπολιτισμό.
Σε αυτή τη «μικροϊστορία των ιδεών», όπως πολύ εύστοχα χαρακτηρίζει την προσέγγισή του ο Παρασκευάς Ματάλας, έχουμε πράγματι τη σπάνια ευκαιρία να διακρίνουμε ορισμένες από τις υποκείμενες δομές της διαδικασίας συγκρότησης της εθνικιστικής ιδεολογίας
Στην πορεία της διαμόρφωσης του δόγματός του ο Μπαρές αναζητεί έμπνευση στo έργο του γερμανού ιδεαλιστή Γιόχαν Γκότλιμπ Φίχτε, ταξιδεύει στην Καταλωνία για να γνωρίσει από κοντά την περιφερειακή της ταυτότητα, συναναστρέφεται στο Παρίσι ποικίλης προέλευσης εθνικιστές (Αρμένιους, Πορτογάλους, Ισπανούς, Ιρλανδούς, Ελληνες), λογίζεται ως φανατικός οπαδός του Βάγκνερ. Οταν μετά την έκρηξη της υπόθεσης Ντρέιφους οι ιδέες του θα καταστούν εξαγώγιμο προϊόν, θα ακολουθήσει η αντίστροφη διαδρομή: η τεράστια αλληλογραφία του Μπαρές με περισσότερα από 12.600 πρόσωπα – που απόκειται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας και εξετάζει ο μελετητής – εξακτινώνεται προς τους μαθητές του σε Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Οθωμανική Αυτοκρατορία, Νότια Αμερική. Παρακολουθούμε έτσι τη διαλεκτική μεταξύ κοσμοπολιτισμού και εθνικισμού καθώς η αναζήτηση των ριζών λογοτεχνών, διπλωματών, ακτιβιστών γίνεται κατόπιν διεθνούς επίνευσης.
Δάσκαλος και απόστολο
Με όλες του τις κατά καιρούς ιδιότητες, ατομικιστής, εθνικιστής, εστέτ, ιδεολόγος, ο Μπαρές ασκεί τεράστια επίδραση: Αντρέ Ζιντ, Ζαν Κοκτό, Αντρέ Μαλρό, Αλμπέρ Καμί, Σιμόν ντε Μποβουάρ, Εμίλ Σιοράν, Ιβο Αντριτς, Λεοπόλντ Σεντάρ-Σεγκόρ, Γιώργος Θεοτοκάς βρέθηκαν στην τροχιά του. Ισχυρότερη ακόμη ωστόσο είναι η έλξη σε διανοουμένους με σημαντική πολιτική δράση. Επιλεκτικά μπορεί να αναφέρει κανείς από ένα πολυάριθμο δείγμα που αναλύει ο Ματάλας τους Ενρίκο Κοραντίνι και Ούγκο Ογέτι στην Ιταλία, πρώιμους ηγέτες του εθνικιστικού κινήματος και μετέπειτα συνεργάτες του φασιστικού καθεστώτος· εκφραστές της «ισπανικότητας» και υποστηρικτές της ριζοσπαστικής Δεξιάς όπως τον Ραμίρο δε Μαεθτού· νοτιοαμερικανούς διπλωμάτες όπως τον Δομινικανό Τούλιο Μανουέλ Σεστέρο· προπαγανδιστές αγώνων ανεξαρτησίας όπως τον Αρμένιο Τιγράν Γεργάτ· μελλοντικούς αστέρες περιφερειακών φασισμών όπως τον ηγέτη των πορτογάλων γαλαζοχιτώνων Φρανσίσκο Ρολάο Πρέτο. Δεν βρίσκονται πάντως απαρέγκλιτα στα δεξιά όλοι οι μπαρεσιστές. Ο Σαμ Λεβή από τη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, σπουδαστής στο Παρίσι και αργότερα αρχισυντάκτης της «Journal de Salonique», υπέρμαχος μιας οθωμανικής ταυτότητας και αντισιωνιστής, έλκεται από τον Μπαρές, έχει μια βραχύτατη ανταλλαγή επιστολών μαζί του, τον απορρίπτει ωστόσο λόγω της στάσης του στην υπόθεση Ντρέιφους και του αντισημιτισμού του.
Ο Μπαρές οικοδομεί τον εθνικισμό του στην αντίθεση με τον σοσιαλισμό, τον οικουμενισμό, τον διεθνισμό – εξ ου και συμβολικός εχθρός του είναι ο Εβραίος, ταυτισμένος στερεοτυπικά με την έλλειψη πατρίδας
Το ετερόκλητο αυτό σύνολο μαθητών, προσηλύτων, συνομιλητών πολιορκεί διαρκώς τον «Δάσκαλο» για επιστολές, αφιερώσεις, άρθρα, ομιλίες, προλόγους, γνώμες, συναντήσεις. Κατά κανόνα η επικοινωνία συνίσταται σε ομολογίες πίστεως («χάρη στον Μποντλέρ και σε Εσάς δεν κατέληξα να γίνω οδοντίατρος ή ηλεκτρολόγος στη χώρα του Εμερσον» του γράφει για τη μύησή του σε ηλικία 19 ετών στη Νέα Υόρκη ο Σεστέρο), εκφράσεις θαυμασμού, δηλώσεις ιδεολογικής ταύτισης. Ενίοτε ο Μπαρές καλείται έμμεσα να παράσχει το χρίσμα της ορθοδοξίας σε ενδοπαραταξιακές διαμάχες: το 1917 ο πορτογάλος δημοσιογράφος Χόμεμ Κρίστο μεσολαβεί για την πολυδιαφημισμένη αποστολή μηνύματος μερίδας των μοναρχικών που διακηρύττει τη φιλοανταντική της στάση υπολογίζοντας παράλληλα στη δημοσιοποίηση της εύνοιάς του ως όπλου στη διαμάχη της με τους γερμανόφιλους συμπατριώτες τους στο αντιδραστικό στρατόπεδο. Αλλοτε γίνεται αποδέκτης αιτημάτων στήριξης: «μπορείτε να γίνετε ο Βύρωνας της αρμενικής ανεξαρτησίας» του γράφει ο Γεργάτ το 1895. Κάποτε τα αιτήματα υπερβαίνουν τα όρια του μεγαλεπήβολου: ο Πέδρο-Εμίλιο Κολ, λόγιος από τη Βενεζουέλα, του προτείνει να γράψει μια βιογραφία του απελευθερωτή της Νότιας Αμερικής Σιμόν Μπολίβαρ. Πλην αυτών ο Ματάλας κάνει συχνά νύξεις και για το πλήθος των σιωπηρών αποστόλων, εκείνων που ακολουθούν το πρότυπο χωρίς να επικοινωνούν μαζί του. Ας αναφερθούν τρία πρόσωπα από τον ελληνικό χώρο: οι σχεδόν συνομήλικοι (γεννημένοι το 1883-1884) Νίκος Καζαντζάκης, Κώστας Βάρναλης και Μάρκος Αυγέρης, ο οποίος το 1922 μεταφράζει το μόνο βιβλίο του Μπαρές που θα εκδοθεί πλήρες στα ελληνικά, τον Κήπο της Βερενίκης.
Η περίπτωση Δραγούμη
Ξεχωριστού ενδιαφέροντος είναι η περίπτωση του Ιωνα Δραγούμη, τόσο ως κανόνα όσο και ως εξαίρεση της πρόσληψης της μπαρεσικής ιδεολογίας. Ο Δραγούμης επηρεάζεται και από τις δύο όψεις του Μπαρές: τη «λατρεία του εγώ» κατά τη γνωριμία τους στο ταξίδι του γάλλου λογοτέχνη στην Ελλάδα το 1900 και την εθνικιστική του διάσταση όταν διαβάζει το Scènes et doctrines du nationalisme δύο χρόνια αργότερα. Ανακαλύπτει δύο φορές τις ρίζες του: «μόνο στην Αττική αισθάνομαι πως φυτρώνω, είμαι στο σπίτι μου, στον πύργο μου», σημειώνει το 1904. Πιο αυθεντική, αν και φαντασιακή, θα είναι η ταύτιση που θα νιώσει για το Βογατσικό, το χωριό καταγωγής της οικογένειάς του έξω από την Καστοριά: «Το είδα πάλι το Μπογατσικό», γράφει, αν και ήταν η πρώτη φορά που το επισκεπτόταν, «ύστερα από τόσα χρόνια που είχα ζήσει στην ξενιτιά και λαχτάρα μ’ έπιασε μεγάλη».
Την πολιτική πορεία του Δραγούμη τρέφει η εσωτερική του σύγκρουση, με αποτέλεσμα μεταγενέστερες επιδράσεις από αυτήν του Μπαρές, όπως εκείνες του Νίτσε ή του σοσιαλισμού, να προξενούν αντίστοιχες νοητικές μετατοπίσεις και να οδηγούν σε ποικίλες μεταστροφές: «Δεν είμαι ένας άνθρωπος, είμαι πολλοί», γράφει το 1915, όταν θα έχει ανακαλύψει μέσω της ρωσίδας γιαγιάς του αυτό που ονομάζει «το σλαβικό μέρος της ψυχής μου» και θα δηλώνει «Ελληνορώσος Ανατολίτης». Οντας πλέον σκληρός πολέμιος του βενιζελισμού και της εδαφικής επέκτασης της Ελλάδας για την οποία είχε εργαστεί στον Μακεδονικό Αγώνα, βρίσκεται σε αντίθετη όχθη και από τον Μπαρές ο οποίος στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου εγκωμιάζει συστηματικά τον Βενιζέλο στο πλαίσιο της φιλοανταντικής πολιτικής του τελευταίου. Καθώς η εμπλοκή του Δραγούμη στον πόλεμο τον απομακρύνει από τις πρότερες ιδέες του, διαμορφώνεται ένα παράδοξο: «αυτός που είχε αναδειχθεί ως εκπρόσωπος του μπαρεσικού εθνικισμού στην Ελλάδα βρέθηκε σε μια θανάσιμη σύγκρουση, προσωπική, αλλά και ιδεολογική, με τον πολιτικό ηγέτη της κυρίαρχης, πιο επιτυχημένης, πιο επεκτατικής εκδοχής του ελληνικού εθνικισμού, που είχε γίνει σύμμαχος και ομοϊδεάτης με τον γαλλικό (και μπαρεσικό) εθνικισμό του πολέμου».
Μια «μικροϊστορία ιδεών»
Η μελέτη του Παρασκευά Ματάλα αποδεικνύεται πρωτότυπη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα τόσο ως προς τη ματιά όσο και ως προς τη στόχευσή της. Τα τελευταία χρόνια οι έλληνες ιστορικοί συνειδητά στρέφουν το βλέμμα τους πέρα από τα στενά όρια της ελληνικής κοινωνίας επιδιώκοντας τη θέασή της με έναν ευρυγώνιο φακό που διαφοροποιεί την πρόσληψή της και ταυτόχρονα την εγγράφει στο ευρωπαϊκό της πλαίσιο. Μια τέτοια έκκεντρη εικόνα παρέχει εδώ η διερεύνηση του κύκλου των μαθητών του Μορίς Μπαρές υπογραμμίζοντας τη συνύπαρξη των φαινομενικά αντίθετων εννοιών του κοσμοπολιτισμού και του εθνικισμού. Ως υποσύνολό της και η ελληνική περίπτωση υποδεικνύει ακριβώς πως ο εθνικισμός απευθύνεται σε διανοουμένους με ευρύτερη οπτική, όχι κλεισμένους στα στενά όρια μιας τοπικής κουλτούρας.
Τα στοιχεία της συγκρότησης του μπαρεσικού εθνικισμού λειτουργούν κατοπτρικά: ο μοντερνισμός, τα τοπία, οι πρόγονοι γίνονται πρότυπα για την αναγνώριση και υιοθέτηση εθνικών αναλόγων – έχοντας πρώτα ανασημασιοδοτηθεί και εργαλειοποιηθεί από το εθνικιστικό αφήγημα, αφού οι τοπικές διαφορές και οι γλωσσικές ή πολιτισμικές ιδιαιτερότητες λειαίνονται στη διάρκεια της ομογενοποίησης του έθνους. Σε αυτή τη «μικροϊστορία των ιδεών», όπως πολύ εύστοχα χαρακτηρίζει την προσέγγισή του ο Παρασκευάς Ματάλας, έχουμε πράγματι τη σπάνια ευκαιρία να διακρίνουμε ορισμένες από τις υποκείμενες δομές της διαδικασίας συγκρότησης της εθνικιστικής ιδεολογίας «καθώς αυτή συντελείται μέσα από συγκεκριμένους ανθρώπους, συγκεκριμένες σχέσεις, διεθνή δίκτυα, προσηλυτισμούς, προσωπικές και συλλογικές διαδρομές».