Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της ρωσικής εταιρείας Gazprom ότι αναστέλλει τις παραδόσεις φυσικού αερίου στη Βουλγαρία (λόγω της άρνησής της να πληρώνει από εδώ και στο εξής σε ρούβλια, ακολουθώντας όσα προβλέπει το σχετικό διάταγμα του Βλαντίμιρ Πούτιν), ο Κιρίλ Πετκόφ τηλεφώνησε στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο έλληνας Πρωθυπουργός διαβεβαίωσε τον βούλγαρο ομόλογό του ότι η Αθήνα θα συνδράμει τη γειτονική χώρα στην αντιμετώπιση της δύσκολης ενεργειακής πρόκλησης που καλείται να αντιμετωπίσει.
Το κλείσιμο της «στρόφιγγας» του ρωσικού φυσικού αερίου σε Βουλγαρία και Πολωνία (ενδεχομένως και σε άλλες χώρες προσεχώς) αναδεικνύει τη μείζονα στρατηγική σημασία που έχουν οι κάθετοι άξονες μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Νότια προς τη Βόρεια Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό, η τραγωδία του ρωσο-ουκρανικού πολέμου προσφέρει στην Ελλάδα την ευκαιρία να αποτελέσει πύλη εισόδου ενέργειας στην ευρωπαϊκή ήπειρο, με έμφαση στο νοτιοανατολικό τμήμα της (Βαλκάνια) αλλά και πιο πέρα.
Ο ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB
Είναι γεγονός ότι μια σειρά ελληνικών κυβερνήσεων επιχείρησαν να παίξουν το ενεργειακό «χαρτί» θέλοντας να καταστήσουν τη χώρα ενεργειακό κόμβο της ευρύτερης περιοχής. Αυτό δεν κατέστη απόλυτα εφικτό μέχρι σήμερα και ως εκ τούτου σήμερα καταβάλλεται προσπάθεια να επιταχυνθούν συγκεκριμένες υποδομές και ρεαλιστικές λύσεις. Μια από αυτές είναι η κατασκευή του ελληνοβουλγαρικού Διασυνδετήριου Αγωγού (IGB) φυσικού αερίου. Ο IGB (μήκους 182 χιλιομέτρων), ο οποίος, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός Ιουνίου, θα συνδέσει τα δίκτυα φυσικού αερίου των δύο χωρών, θα έχει αρχική ετήσια δυναμικότητα τρία δισ. κυβικά μέτρα (bcm) αλλά και δυνατότητα αύξησης της χωρητικότητας.
Ουσιαστικά, όταν τεθεί σε λειτουργία ο IGB, η Βουλγαρία θα μπορεί να λαμβάνει μέσω αυτού το φυσικό αέριο που φέρνει ο αγωγός TAP, ο οποίος μεταφέρει αζερικό αέριο στην ευρωπαϊκή αγορά. Παράλληλα, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να συνδράμει τις ενεργειακές ανάγκες της Βουλγαρίας μέσω της Ρεβυθούσας, όπου εξετάζεται επίσης η μίσθωση μιας πλωτής δεξαμενής LNG για να αντιμετωπιστούν πιθανά κενά στην ενεργειακή τροφοδοσία.
Ο κόμβος της Αλεξανδρούπολης
Μεγάλη σημασία για την ενεργειακή σκακιέρα της Βαλκανικής έχει η κατασκευή πλωτής μονάδας τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη. Μάλιστα, σήμερα Τρίτη 3 Μαΐου αναμένεται η επίσημη εκκίνηση της υλοποίησης του έργου. Οι πρωθυπουργοί Ελλάδας και Βουλγαρίας, Κυριάκος Μητσοτάκης και Κιρίλ Πετκόφ αντίστοιχα, θα δώσουν το «παρών», ενώ στο περιθώριο της εκδήλωσης αναμένεται να έχουν προσωπική συνάντηση.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, ο FSRU αναμένεται να είναι έτοιμος στα τέλη του 2023, ενώ η δυναμική του θα είναι 5,5 bcm ετησίως. Μιλώντας στη Βουλή τον περασμένο Μάρτιο, ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε την κατασκευή και δεύτερου FSRU στην Αλεξανδρούπολη, πιστοποιώντας τη σημασία που δίνει η Αθήνα στην ενεργειακή εξέλιξη της χώρας. Ευρύτερη στόχευση είναι τόσο ο IGB όσο και ο FSRU της Αλεξανδρούπολης να μπορέσουν να τροφοδοτήσουν και άλλες γειτονικές χώρες, όπως η Ρουμανία και η Σερβία. Με αυτόν τον τρόπο, η Αθήνα ενισχύει τον ρόλο της στην περιοχή και ταυτόχρονα εξασφαλίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Η σύνδεση με τη Βόρεια Μακεδονία
Καθοριστικός είναι και ο διασυνδετήριος αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας που υπογράφτηκε το θέρος του 2021. Ειδικότερα, ο αγωγός αναμένεται να ενώσει το ελληνικό σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Νέα Μεσημβρία Θεσσαλονίκης μέχρι τα σύνορα με τη Βόρεια Μακεδονία. Ο αγωγός θα έχει συνολικό μήκος 123 χιλιόμετρα, τα 57 θα είναι επί ελληνικού εδάφους, ενώ το κόστος (για τη χώρα μας) προσεγγίζει τα 50 εκατομμύρια ευρώ. Πέραν της ενεργειακής διαφοροποίησης που θα δώσει ο αγωγός προς τη Βόρεια Μακεδονία (η οποία μέχρι πρότινος τροφοδοτούνταν μέσω του Διαβαλκανικού Αγωγού), το μεγάλο ζητούμενο είναι να επεκταθεί από τη γειτονική χώρα στο Κόσοβο. Οπως ανέφεραν αρμόδιες πηγές, η Πρίστινα βλέπει με θετικό «μάτι» αυτό το ενδεχόμενο, ωστόσο τα δημοσιονομικά δεδομένα είναι αυτά που θα καθορίσουν τις τελικές επιλογές της. Οι αρμόδιες ελληνικές αρχές έχουν σχετικώς καθυστερήσει να πραγματοποιήσουν το market test και για αυτό φαίνεται ότι έχουν δεχθεί τρίτα ενδιαφερόμενα μέρη οχλήσεις για επίσπευση των διαδικασιών. Οπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα», τις επόμενες ημέρες θα ανακοινωθεί/παρουσιαστεί το market test, προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερη ώθηση στο έργο. Εξάλλου, όπως σημείωναν άριστα ενημερωμένες πηγές, «πολιτικά υπάρχει μεγάλη βούληση και από τις δύο πλευρές».
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΑΙΓΥΠΤΟ ΚΑΙ ΙΣΡΑΗΛ
Τα υποθαλάσσια καλώδια και οι δυσκολίες
Ταυτόχρονα με τους αγωγούς «τρέχει» το μεγάλο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας και Αιγύπτου. Το υποθαλάσσιο καλώδιο θα έχει μήκος 950 χλμ. και θα φθάνει από τις αιγυπτιακές ακτές στην αττική γη. Πρόκειται για έργο κολοσσιαίας γεωπολιτικής σημασίας, στο οποίο επενδύει η Αθήνα στο πλαίσιο τόσο της απεξάρτησης της Ευρώπης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες όσο και της πράσινης μετάβασης.
Ο σχεδιασμός είναι να μεταφέρει 3.000 μεγαβάτ καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας η οποία παράγεται στη βορειοαφρικανική χώρα από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το κόστος του καλωδίου ανέρχεται στα 3,5 δισ. ευρώ. Για τον λόγο αυτόν, καλά ενημερωμένες πηγές υπογράμμιζαν την ανάγκη να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους η συζήτηση μεταξύ των αρμόδιων οργανισμών στις δύο χώρες, προκειμένου το έργο να ενταχθεί στον κατάλογο των Εργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCIs) και να λάβει κοινοτική χρηματοδότηση.
Επιπλέον, υπάρχει και ο EuroAsia Interconnector, ο οποίος θα μεταφέρει ηλεκτρική ενέργεια από το Ισραήλ στην Κύπρο και από εκεί στην Κρήτη. Και το εν λόγω έργο αντιμετωπίζει πάντως δυσκολίες, καθώς ενώ το κομμάτι Κύπρου – Κρήτης «έχει τρέξει» χάρη στις άοκνες προσπάθειες της Αθήνας, η κατασκευή του τμήματος Κύπρου – Ισραήλ εμφανίζει σοβαρές καθυστερήσεις που απασχόλησαν τους υπουργούς Ενέργειας των τριών χωρών στην πρόσφατη συνάντησή τους στην Ιερουσαλήμ.