…διότι μόνο το ουδέτερο εμπαίζει το κυρίαρχο ζεύγμα αρσενικό – θηλυκό.
Επισημαίνει λοιπόν το ουδέτερο στα άλλα δύο γένη, ό,τι δεν μπορούν να υφάνουν πια. Τη φιλία.
« Δεν είμαι εύπιστο, τουναντίον. Είμαι διαισθητικό και παρατηρητικό, συνδυασμός που, εκτός από σοφία, υπόσχεται κι ένα σωρό απογοητεύσεις με την πρώτη ματιά. Όλο και σπανιότερα πέφτω σε πρόσωπα και καταστάσεις αντάξια της εμπιστοσύνης μου, κι αυτό καταλήγει να είναι το υπερόπλο του χρόνου – μαζί με τη βαρύτητα. Η συνεχής απαρέσκεια, η απόρριψη, η σιχασιά κι η περιφρόνηση για τα μικρά, εκνευριστικά κι ασήμαντα που με περιστοιχίζουν, σκάβουν με το κουταλάκι την επιθυμία, στουμπώνοντας τις τρύπες με γνώση πικρή, με αέρα κοπανιστό δηλαδή, πώς όταν νιώθεις θανάσιμο κίνδυνο σε αρυτίδωτη λίμνη, από στιγμή σε στιγμή και άνευ λόγου. Γι’ αυτό, όταν εμφανιστεί αυτός, αυτή, αυτό που θα πιστέψω, πετώ τη σκούφια μου, γίνομαι φλόγα, φλέγομαι, φωταγωγώ απ’ άκρη σ’ άκρη το καράβι που μέχρι πρότινος παράδερνε στο μαύρο κύμα.
Οι φίλοι μου το γνωρίζουν, η αποδοχή αυτού του ενθουσιασμού, είναι προϋπόθεση για τη συνέχιση της φιλίας. Όποιος σκεπτικιστής κριτικάρει, υποτιμήσει, χλευάσει τη νέα μου πίστη, με πληγώνει καίρια. Αν θελήσει να μου ανοίξει τα μάτια, αν σπεύσει να μου δανείσει τα δικά του δύσπιστα μάτια – λες και δεν είχα μαύρη όραση κι εγώ, λες κι είναι σπάνιο λουλούδι το σκοτάδι μέσα στις μακριές στοές – αν επιμείνει να με επαναφέρει στα σύγκαλα του περιρρέοντος κυνισμού, είναι για μένα casus belli. Για την νεοαποκτηθείσα μετά κόπων και βασάνων πίστη μου, κάθε πόλεμος είναι ιερός. Δεν υπολογίζω ήττα και συνέπειες, πληρώνω όσο όσο.
Και κάπως έτσι μπορώ να καταλάβω γιατί συρρέουν κατά χιλιάδες οι πιστοί – ακόμα και αντιβαίνοντας στο συμφέρον τους – στις τεράστιες καμπάνιες, αυτές που κατά καιρούς παρακινούν σε αιματοκύλισμα για την ιδέα, την πατρίδα, την θρησκεία. Κάθε προπαγάνδα ποντάρει σ’ αυτή την παμπάλαια γνώση, ότι ο θάνατος γι’ αυτό που πιστεύεις είναι κατά πολύ προτιμότερος από το τίποτα.
Κι αυτό μόνο με βιοχημική παρέμβαση θα άλλαζε, αν θέλουμε να αλλάξει δηλαδή.»
Σ’ αυτήν την ομολογία της ποιήτριας φίλης μου Ευγενίας Βάγια, ο αναγνώστης μπορεί να αντικαταστήσει τις καταλήξεις ουδετέρου γένους, με το αρσενικό ή θηλυκό κατά βούλησιν.
ΥΓ. Όταν σε μια συνέντευξη το ’92 στο Παρίσι, ρώτησα τον Φελίξ Γκουαταρί για την ιδιότυπη συνθήκη γραφής à quatre mains με τον Ζυλ Ντελέζ, απάντησε ότι πρόκειται για την κοινή ταπητουργία της φιλίας τους.