Εχει περγαμηνές και αδιαμφισβήτητη φήμη από τη μακρά περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η τουρκική διπλωματία. Η αποτελεσματικότητά της έχει επανειλημμένως επιβεβαιωθεί σε πολιτικό επίπεδο.
Η τακτική του «επιτήδειου ουδέτερου» που ακολούθησε στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, η οποία δεν ήταν παρά μια ουσιαστική υποστήριξη των επιτιθεμένων (και χαμένων), όχι μόνο δεν την έβλαψε γεωστρατηγικά αλλά της εξασφάλισε την ανοχή των αμυνομένων σε πάμπολλες στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός τουρκικής επικράτειας: στη Συρία και στο Ιράκ πιο πρόσφατα, και βέβαια στην Κύπρο, η εισβολή στην οποία αποτελεί την πιο κραυγαλέα παραβίαση, εκ μέρους της Αγκυρας, της διεθνούς νομιμότητας και του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Η τακτική των ίσων αποστάσεων
Ούτε σε οικονομικό επίπεδο η τακτική της προκλητικής πολιτικής ουδετερότητας και των ίσων αποστάσεων έχει στοιχίσει στην Τουρκία. Εγγενή και ενδημικά πολιτισμικά και κοινωνικά βαρίδια δεν έχουν επιτρέψει σε μια χώρα που τετραπλασίασε τον πληθυσμό της από το 1950 (από τα 21 έφτασε στα 84 εκατομμύρια) να εκτιναχθεί οικονομικά όπως θα μπορούσε αν, για παράδειγμα, δεν συμμετείχε μόνο το 38% των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, όταν ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 65%. Αλλά χάρη στον πακτωλό ξένων επενδύσεων και στις πολυσχιδείς οικονομικές συνεργασίες, η Τουρκία έχει καταφέρει να γίνει μία από τις 20 μεγαλύτερες σε ΑΕΠ οικονομίες του πλανήτη και να ενταχθεί στο G20.
Η απατηλή μεγάλη εικόνα
Την επαμφοτερίζουσα, «ξεχωριστή» στάση της Αγκυρας (και) στον πόλεμο της Ουκρανίας περιέγραψε προσφάτως μιλώντας στο δίκτυο «France 24» ο διευθυντής των γραφείων του γερμανικού Marshall Fund στην Αγκυρα Οζγκούρ Ουνλουχισαρτσικλί: «φιλοουκρανική, αλλά όχι εντελώς αντιρωσική».
Ο τούρκος πολιτειολόγος αναφέρθηκε στον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που χαρακτήρισε τη ρωσική εισβολή αμέσως μόλις εκδηλώθηκε ως «απαράδεκτη» και ως «κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου» και τέσσερις ημέρες αργότερα η Αγκυρα αποδέχθηκε την ουκρανική έκκληση να χαρακτηριστεί η σύγκρουση ως «πόλεμος», με συνέπεια να απογορευτεί η διέλευση από τον Βόσπορο και τα στενά των Δαρδανελίων στα πολεμικά πλοία βάσει της Συνθήκης του Μοντρέ το 1936.
Καλοδεχούμενοι οι ρώσοι ολιγάρχες
Αναφέρθηκε επίσης κατ’ αντιδιαστολήν ο Ουνλουχισαρτσικλί και στην αντίθεση της Αγκυρας στις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία, υπενθυμίζοντας τη δήλωση του Τσαβούσογλου ότι οι ρώσοι ολιγάρχες «ασφαλώς και είναι καλοδεχούμενοι στην Τουρκία», όπου «μπορούν να κάνουν μπίζνες σύμφωνα πάντοτε με τους διεθνείς κανόνες» – προπάντων ο σεβασμός των διεθνών κανόνων, που είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για την Τουρκία.
Και όμως, η «μεγάλη εικόνα» είναι απατηλή κατά τον Χάουαρντ Αϊσενστατ, έναν ειδικό περί τα τουρκικά καθηγητή στο St. Lawrence University της Πολιτείας της Νέας Υόρκης και στο Middle East Institute στην Ουάσιγκτον. «Η οικονομική κρίση της Τουρκίας είναι ο καταλύτης των ενεργειών της Αγκυρας» υποστηρίζει ο Αϊσενστατ. Και εξηγεί ότι η λίρα έχει χάσει το 47% της αξίας της το τελευταίο δωδεκάμηνο, ενώ ο πληθωρισμός «χτύπησε» νέο ρεκόρ 20ετίας φτάνοντας στο 61,14% τον Μάρτιο σε ετήσια βάση, από 54,4% που ήταν τον Φεβρουάριο.
Η φιλοξενία των αντιπροσωπειών
Ο πόλεμος έδωσε τη δυνατότητα στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να κάνει παιχνίδι φιλοξενώντας τις διαπραγματευτικές αντιπροσωπείες Ρώσων και Ουκρανών στην Κωνσταντινούπολη – παιχνίδι επικοινωνιακό, αλλά πόσα περισσότερα είναι η διπλωματία από την επικοινωνιακή διαχείριση των εθνικών συμφερόντων; Στο οικονομικό επίπεδο, πάντως, «σαν όλα να έχουν βαλθεί να διαψεύσουν τη βαθιά πεποίθηση του Ερντογάν ότι είναι τα υψηλά επιτόκια που φέρνουν τον πληθωρισμό» σημειώνει ο Αϊσενστατ. Και ο πόλεμος μοιάζει να εκθέτει οδυνηρά την ισχυρογνωμοσύνη του τούρκου προέδρου.
Στο μυαλό του Ερντογάν τα χαμηλά επιτόκια γεμίζουν με χρήμα τις τσέπες των φτωχών Τούρκων. Με πληθωριστικό χρήμα, σύμφωνοι, αλλά κι αυτό κουδουνίζει μέσα στις τσέπες. Φευ, ο πόλεμος δεν εξανεμίζει μόνο την αγοραστική ισχύ της λίρας. Εξαφανίζει και τα προϊόντα. «Η Ρωσία παρέχει το 45% του φυσικού αερίου που καταναλώνει η Τουρκία, το 70% του σιταριού, ενώ ήταν πέρυσι η μεγαλύτερη τουριστική εταίρος της χώρας με 4,7 εκατ. Ρώσους που την επισκέφθηκαν, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 19% της συνολικής τουριστικής κίνησης» εξηγεί ο τουρκολόγος καθηγητής.
«Ανταγωνιστική συνεργασία»
«Είναι προφανές ότι η Τουρκία δεν θέλει να αντιπαρατεθεί στη Ρωσία. Διότι είναι υπερβολικά ευάλωτη στην απώλεια του ρωσικού σιταριού, του ρωσικού φυσικού αερίου, του ρωσικού πετρελαίου, αλλά και των τουριστών. Αν όμως θέλει κανείς να χαρακτηρίσει τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις, πρέπει να τις περιγράψει ως ανταγωνιστική συνεργασία» σημείωσε ο Ουνλουχισαρτσικλί του Marshall Fund.
Σε κάθε περίπτωση, η Αγκυρα φροντίζει όταν ξεπερνά τα όρια να εκτονώνει τάχιστα τις εντάσεις.
Παράδειγμα, η κατάρριψη από τουρκικά πυρά του ρωσικού αεροσκάφους στα σύνορα με τη Συρία το 2015, που προκάλεσε μείζονα διπλωματική κρίση. Η συγγνώμη που ζήτησε δημοσίως ο Ερντογάν τερμάτισε σύντομα τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας που είχε ανακοινώσει η Μόσχα δίκην αντιποίνων. Και εν πάση περιπτώσει, οι αντίθετες πλευρές που υποστήριξαν Μόσχα και Αγκυρα στους πολέμους της Συρίας, της Λιβύης και του Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν τραυμάτισαν σοβαρά τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις. Κάτι που πιστώνεται η τουρκική διπλωματία βέβαια, αν και η ρωσική πλευρά εκμεταλλεύεται και θέλει να διατηρήσει τη μοναδική σχέση εμπιστοσύνης που διατηρεί με ένα ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ – μια σχέση που από την πλευρά της η Αγκυρα «πουλάει» πανέξυπνα στη Συμμαχία ως «προνομιακή».
Τα κοινά συμφέροντα με την Ουκρανία
Δεν έχει μόνο με τη Ρωσία κοινά οικονομικά συμφέροντα η Τουρκία. Εχει αναπτύξει και με την Ουκρανία δεσμούς «στενότερους από τους δεσμούς των περισσότερων δυτικών χωρών», σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «France 24». «Η Ουκρανία συνεισφέρει κατά το 15% στις συνολικές εισαγωγές σιτηρών της Τουρκίας, η οποία είναι η δεύτερη καλύτερη πελάτισσά της. Επίσης, περίπου 2 εκατομμύρια Ουκρανοί έκαναν διακοπές πέρυσι στην Τουρκία, αναδεικνύοντας έτσι την ουκρανική τουριστική αγορά τρίτη σε σημασία για την οικονομία της Αγκυρα η τουρκο-ουκρανική συνεργασία σε επίπεδο αμυντικο-οικονομικό.
Το Κίεβο ανακοίνωσε πέρυσι ότι ξεκίνησε την κατασκευή μιας βιομηχανικής μονάδας για την από κοινού με την Τουρκία κατασκευή του μη επανδρωμένου αεροσκάφους «Baykar Bayraktar TB2» – πρόκειται για το διασημότερο εξαγώγιμο στρατιωτικό προϊόν της Τουρκίας, η επιχειρησιακή αξία του οποίου αναδείχθηκε στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (το χρησιμοποίησαν οι δυνάμεις των Αζέρων) αλλά αναδεικνύεται και στον εν εξελίξει πόλεμο, καθώς με αυτό οι ουκρανικές δυνάμεις σπέρνουν τον πανικό και τον όλεθρο στις ρωσικές δυνάμεις τεθωρακισμένων που εισβάλλουν στη χώρα.
Η κατασκευάστρια του «θαυματουργού» τουρκικού drone δεν είναι βέβαια μια οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία.
Τεχνολογικός διευθυντής της Baykar είναι ο γαμπρός του προέδρου Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ – νυμφεύθηκε το 2016 τη μικρότερη κόρη του προέδρου, Σουμεϊγέ Ερντογάν. Το ερώτημα εάν οι στενές οικονομικές σχέσεις και βέβαια η πολιτική των ίσων αποστάσεων με τη Μόσχα και το Κίεβο βοηθήσουν την Τουρκία να ανακτήσει γρηγορότερα την όποια «οικονομική κανονικότητά» της όταν τελειώσει ο πόλεμος είναι πρόωρο να απαντηθεί.