Ο ανταποκριτής της Frankfurter Allgemeine Zeitung Μίχαελ Μάρτενς σε άρθρο του αναφέρεται στη σημερινή στάση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στη Ρωσία, επιχειρώντας μια σύγκριση με την εποχή των βομβαρδισμών στη Σερβία από το ΝΑΤΟ και γράφει:
«Όταν μαινόταν ένας πόλεμος στην Ευρώπη, στην Κροατία, τη Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο, τη δεκαετία του 1990, υπήρχε μεγάλη συμπάθεια στην Ελλάδα για τους επιτιθέμενους. Το καθεστώς του Σέρβου ηγέτη Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς υποστηρίχθηκε ανοιχτά σε πολλά ΜΜΕ και στους δρόμους. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές το 1999 όταν το ΝΑΤΟ επενέβη στο πλευρό του Κοσσυφοπεδίου. Ο τότε Πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ένας Σοσιαλιστής, έπρεπε να παλέψει για να κρατήσει την Ελλάδα, μέλος του ΝΑΤΟ, στην πορεία της συμμαχίας. Σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα μετά, η εικόνα είναι διαφορετική. Μπορεί η πολιτική του Ρώσου πολέμαρχου Βλαντιμίρ Πούτιν να χαίρει υποστήριξης από ένα μικρότερο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού, μια σαφής πλειονότητα όμως αντιτίθεται στην επιθετικότητα της Μόσχας απέναντι στην Ουκρανία. Αυτό σχετίζεται με μια ουκρανική πόλη, της οποίας το όνομα ήταν πολύ γνωστό στην Ελλάδα πολύ πριν από τη ρωσική εισβολή: τη Μαριούπολη. Η πόλη στη νοτιοανατολική Ουκρανία και τα περίχωρά είναι η πατρίδα για το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής μειονότητας της Ουκρανίας».
Το άρθρο αναφέρεται στην επίσκεψη στη Μαριούπολη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια τον περασμένο Φεβρουάριο και στην Οδησσό τον Απρίλιο και στις δηλώσεις στήριξης της ελληνικής μειονότητας. Όσον αφορά και πάλι τη σύγκριση με τους βομβαρδισμούς στη Σερβία και το ενδιαφέρον της Ελλάδας γράφει: «Δύο ορθόδοξα κράτη βρίσκονται σε πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ τα θύματα το 1999 ήταν ως επί το πλείστον Καθολικοί Κροάτες, Μουσουλμάνοι Αλβανοί και Βόσνιοι, για τους οποίους μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας λόγω μιας φανταστικής εγγύτητας με τον σερβοορθόδοξο ‘αδελφό λαό’ αισθανόταν ελάχιστη συμπάθεια. Σε κάθε περίπτωση, η ξεκάθαρη στάση της ελληνικής κυβέρνησης εναντίον της ρωσικής επιθετικότητας μπορεί να στηριχθεί στην άποψη της πλειονότητας».
Προβλήματα για τις ελληνικές τράπεζες
H οικονομική εφημερίδα του Ντίσελντορφ Handelsblatt φιλοξενεί άρθρο με τον τίτλο «Ο παλιός κίνδυνος επιστρέφει: οι ελληνικές τράπεζες απειλούνται με νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια». Η εφημερίδα σημειώνει: «Μετά την κρίση του δημοσίου χρέους, τα τέσσερα συστημικά χρημτοπιστωτικά ιδρύματα Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και Τράπεζα Πειραιώς είχαν να αντιμετωπίσουν ένα βουνό επισφαλών δανείων. Τώρα έρχονται νέες αναταράξεις στον κλάδο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η απότομη αύξηση του ενεργειακού κόστους θα μπορούσε να σημαίνει ότι πολλά δάνεια δεν θα εξυπηρετούνται πλέον. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν ακόμα περισσότερο την ήδη διαρθρωτικά προβληματική κεφαλαιοποίηση των τραπεζών… Ακόμη και πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, πολλοί οφειλέτες δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, επισημαίνει η Κεντρική Τράπεζα. Τώρα το εξαιρετικά αυξανόμενο ενεργειακό κόστος και η εξασθενημένη οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέα ανικανότητα πληρωμών».
H Μπιενάλε της Βενετίας και η ελληνική συμμετοχή
Με ένα χρόνο καθυστέρησης εξαιτίας της πανδημίας εγκαινιάζεται το Σάββατο, η Μπιενάλε της Βενετίας, η σημαντικότερη έκθεση σύγχρονης τέχνης στον κόσμο. Στις πολιτιστικές σελίδες της Frankfurter Allgemeine Zeitung γίνεται αναφορά και στην ελληνική συμμετοχή. Η εφημερίδα γράφει: «Παρά τα ογδόντα περίπτερα, κάθε λεπτό αναμονής στην ουρά για το ελληνικό περίπτερο αξίζει τον κόπο με την ταινία 360 μοιρών ‘Στον δρόμο για τον Κολωνό’ της Λουκίας Αλαβάνου. Η ταινία, που διαρκεί ένα τέταρτο της ώρας, είναι ένα από τα πιο πολιτικά έργα, αλλά ταυτόχρονα ένα θεατρικό γεγονός που αιχμαλωτίζει όλες τις αισθήσεις… Η καλλιτέχνης Λουκία Αλαβάνου έβαλε τους Ρομά που ζουν σήμερα στον Κολωνό, να ερμηνεύουν και να τραγουδήσουν την ελληνική τραγωδία, της οποίας, αν και η θεματολογία είναι δυόμισι χιλιάδων ετών, φαίνεται τόσο επίκαιρη όσο λίγα άλλα έργα».
Μαρία Ρηγούτσου