Είναι προφανές ότι η Μέση Ανατολή έχει τεράστιο δυναμικό στην ηλιακή ενέργεια. Κι όμως, παρότι η ηλιοφάνεια στην περιοχή είναι εγγυημένη, η παραγωγή ηλιακής ενέργειας παραμένει πολύ χαμηλότερη από την εν μέρει νεφοσκεπή Ευρώπη. Για παράδειγμα, το 2020 η ΕΕ παρήγαγε 810 κιλοβατώρες ηλιακής ενέργειας ανά κεφαλή, ενώ η αντίστοιχη ποσότητα για το Μαρόκο ήταν 106 και για τη Σαουδική Αραβία μόλις 74 κιλοβατώρες. Σημειωτέον μάλιστα ότι αυτές οι δύο χώρες θεωρούνται σήμερα οι μεγαλύτεροι παραγωγοί ηλιακής ενέργειας στην περιοχή.
Πού οφείλεται αυτό; Ορισμένες χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία, θεωρούν ότι δεν έχουν ανάγκη την ηλιακή ενέργεια, από τη στιγμή που παράγουν πάμφθηνο δικό τους πετρέλαιο. Σε άλλες χώρες η ελλειπής οργάνωση, η διαφθορά, αλλά και η ανεπαρκής χρηματοδότηση αποτελούν αντικίνητρα για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών. Στο Ιράκ για παράδειγμα, χώρα που φημίζεται για την πολιτική αστάθεια και τη διαφθορά της, ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί οι μετεκλογικές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, αν και οι εκλογές έγιναν τον περασμένο Οκτώβριο. Όπως επισημαίνει ο Χάρι Ιστεπανιάν, σύμβουλος για θέματα ενέργειας με έδρα την Ουάσιγκτον, από το 2019 οι ηγέτες του Ιράκ εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να επενδύσουν στην ηλιακή ενέργεια, ωστόσο οι επίδοξοι χρηματοδότες κάνουν πίσω, επικαλούμενοι «πολιτικές και οικονομικές αβεδβαιότητες, έλλειψη διαφάνειας και προβλήματα ασφάλειας».
Η περίπτωση του Λιβάνου
Ξεχωριστή περίπτωση, άξια μελέτης, είναι ο Λίβανος, που βιώνει σήμερα την χειρότερη πολιτική και οικονομική κρίση στην ιστορία της χώρας. Εμφανές είναι το πρόβλημα της ενεργειακής ανεπάρκειας. Ωστόσο, συνεργάτες του Αμερικανικού Πανεπιστημίου στη Βηρυττό επισημαίνουν ότι ιδιαίτερα η κρατική επιχείρηση ηλεκτρισμού EDL αποτελεί μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης του. Γι αυτό πολλές φορές οι πολίτες επιχειρούν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, εφόσον διαθέτουν την απαραίτητη οικονομική επιφάνεια. Οι πλούσιες οικογένειες της χώρας εγκαθιστούν στα σπίτια τους τα απαραίτητα ηλιακά πάνελ, αλλά οι τιμές έχουν εκτοξευθεί. Σήμερα μία ικανοποιητική εγκατάσταση στοιχίζει τουλάχιστον 4.000 δολάρια.
Για τους ίδιους λόγους αυξάνεται και στην Υεμένη η ζήτηση για ιδιωτικές εγκαταστάσεις ηλιακής ενέργειας. Ο εμφύλιος πόλεμος και η πολιτική κατάρρευση έχουν συμπαρασύρει την κρατική επιχείριση ηλεκτρισμού της χώρας. Σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής ΜΚΟ Energy Acces and development Program (EADP) πάνω από το 50% του πληθυσμού χρησιμοποιεί αποκεντρωμένα ηλιακά πάνελ.
Προϋπόθεση η κυβερνητική σταθερότητα;
Διαφορετική είναι η κατάσταση στα Εμιράτα του Κόλπου, στο Μαρόκο, στην Ιορδανία και στην Αίγυπτο. Συνήθως οι χώρες που διαθέτουν σταθερή κεντρική κυβέρνηση είναι και εκείνες που επενδύουν με επιτυχία στην ηλιακή ενέργεια. Πρωτοπόρος θεωρούνται τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), μία ομάδα από πλούσιες μοναρχίες με αυταρχικές κυβερνήσεις και αξιόλογες εξαγωγές πετρελαίου. Για τον 2020 η χώρα αυτή ήταν ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ηλιακής ενέργειας στον κόσμο (1,385 κιλοβατώρες ανά κάτοικο, έναντι 1,490 της Γερμανίας που θεωρείται πρωταθλήτρια στην παραγωγή ηλιακής ενέργειας παγκοσμίως). Αύξηση καταγράφει η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και στο Ομάν. Το Μαρόκο σχεδιάζει να καλύψει τουλάχιστον το 50% των αναγκών του σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2050.
Συχνά οι χώρες της περιοχής ενώνουν τις δυνάμεις τους. Για παράδειγμα στο Ομάν την πρώτη μεγάλη εγκατάσταση ηλιακής ενέργειας, που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο και σήμερα καλύπτει 50.000 ιδιωτικές κατοικίες, είχαν χρηματοδοτήσει από κοινού η Σαουδική Αραβία και το Κουβέϊτ.
«Φρένο» στην ηλιακή ενέργεια λόγω Ουκρανίας;
Ο Λι Τσεν Σιμ, λέκτορας στο Ινστιτούτο της Μέσης Ανατολής με έδρα την Ουάσιγκτον (ΜΕΙ), θεωρεί ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία επιβραδύνει την στροφή προς την ηλιακή ενέργεια στις χώρες του Περσικού Κόλπου, καθώς προκαλεί σημαντικά προβλήματα ανεφοδιασμού. Ρωσικές και ουκρανικές εταιρείες εξάγουν τον απαραίτητο εξοπλισμό, αλλά και πολύτιμες πρώτες ύλες, όπως νέον, νικέλιο και παλλάδιο.
Από την άλλη πλευρά ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν αποκλείεται να δημιουργήσει και νέες ευκαιρίες για την ενεργειακή οικονομία της περιοχής. Για παράδειγμα, η απόφαση της ΕΕ να απεξαρτηθεί από τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου ίσως αυξήσει τη ζήτηση για εναλλακτικές πηγές ενέργειας από τη Μέση Ανατολή. «Σε αυτή την περίπτωση οι χώρες του Κόλπου θα μπορούσαν να επενδύσουν περισσότερο στους υδρογονάνθρακες για εξαγωγή», εκτιμά ο Λι Τσεν Σιμ.
Ενδιαφέρον καταγράφεται ήδη για την παραγωγή ηλιακής ενέργειας στο Μαρόκο, τονίζει ο Μπάουκε Μπάουμαν, διευθυντής του ιδρύματος Χάινριχ Μπελ στην πρωτεύουσα Ραμπάτ. Αν και προς το παρόν δεν έχει αναπτυχθεί επαρκώς η τεχνολογία για την μεταφορά της ηλιακής ενέργειας στην Ευρώπη, «πολλά projects είναι σε φάση υλοποίησης και το ενδιαφέρον αυξάνεται συνεχώς», λέει ο Μπάουμαν. Πάντως ο ίδιος θεωρεί ότι «θα χρειαστούν τουλάχιστον δέκα χρόνια μέχρι να μπορεί το Μαρόκο να συμβάλει στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, εξάγοντας ηλιακή ενέργεια».
Κάθριν Σάερ
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου