Μέρος πρώτο:

» Μια μύγα με ενοχλεί, τη σκοτώνω: σκοτώνουμε αυτό που μας ενοχλεί. Αν δεν είχα σκοτώσει τη μύγα, αυτό θα συνέβαινε από καθαρό φιλελευθερισμό: είμαι φιλελεύθερος για να μην είμαι δολοφόνος».*

Προσθέτω, σαρανταένα χρόνια μετά τον θάνατο του Μπαρτ: αν ήμουν νεοφιλελεύθερος θα έβγαζα από την μύγα, ξύγκι. Δεν θα σκότωνα ό,τι με ενοχλεί. Θα το εκμεταλλευόμουν.

Το βέβαιο είναι πάντως ότι όταν ο Καμύ ισχυρίζεται πως γράφει για να αποφύγει το έγκλημα, ασφαλώς και δεν εννοεί τις μύγες.

Μέρος δεύτερο:

Εάν ερωτηθώ για τον λόγο αυτής της συρροής των δολοφονικών αποσπασμάτων (Καμύ, Μπαρτ), θα απαντήσω πως έχω κι εγώ την αυταπάτη να πιστεύω ότι έτσι γράφω για την εξίσου δολοφονική επικαιρότητα αποτελεσματικότερα, δίνοντας συγχρόνως αναφορά σε όσους γράφουν αισθανόμενοι την υποχρέωση να γράφουν.

Όταν λοιπόν παραθέτω φράσεις, αποφαίνομαι εξίσου για το νόημά τους ώστε, αφήνοντας ελεύθερους τους συνειρμούς, να «ενοχλώ», προτρέποντας τον αναγνώστη μου να «παίξει» και αυτός με τη γλώσσα.

Έμαθα γράφοντας πως το παιχνίδι είναι «στην υπηρεσία της τεχνικής του νοήματος», διότι «γράφω καλά, σημαίνει παίζω με τις λέξεις».

Θα υπενθυμίσει πάλι ο Μπαρτ: «παίζω με τις λέξεις, σημαίνει ότι προσεγγίζω το σχέδιο μιας αντίθεσης που ρυθμίζει θεμελιακά τη γέννηση της σημασίας.

Γι’ αυτό όταν με ρωτούν πώς «πάω» το «θέμα» μου (ο όρος είναι από το δημοσιογραφικό ιδίωμα) δηλαδή πόσο αυτοπεριορίζομαι όταν πρόκειται να γράψω στην εφημερίδα, απαντώ: το «θέμα» δεν το «πάω» εγώ, αλλά η γλώσσα.

Και το τονίζω: η γλώσσα και όχι ο βόμβος των ενοχλητικών εντόμων για τα οποία άλλωστε υπάρχει στα σούπερ μάρκετ το Baygon.

Μέρος τρίτο:

Ξεκίνησα, συνεχίζοντας τη χθεσινή, εξίσου προσχηματική, αιχμή μου να γράψω για το Συνέδριο του Σύριζα και την αποδοχή της «αντιγραφής των διαδικασιών των συστημικών κομμάτων», όπως είπε ο Νίκος Φίλης, για την εκλογή αρχηγού από το 73% των συνέδρων που στήριξαν την πρόταση Τσίπρα. Κατέληξα σε δολοφονικές αναφορές δύο ακομμάτιστων δημιουργών που έμειναν στην ιστορία μου.

Έκανα ό,τι το καλύτερο μπορούσα: όταν η κομματική διαίρεση -καλυμμένη θεωρητικά από την δύναμή της πλειοψηφίας- παράγει δήθεν μια ενότητα, είναι γιατί όσο πιο πολύ διαιρεμένο είναι κάτι, τόσο πιο πολύ ενωμένο φαίνεται.

Θα ισχύσει στο μέλλον και με τον Σύριζα;

Εξαρτάται από όσους μειοψήφησαν.

Αλλά δεν το νομίζω.

* «Ρολάν Μπαρτ από τον Ρ.Μπ.», εκδόσεις Ράππα, 1983.