Ο Αντρέι Κούρκοφ, ο δημοφιλέστερος πεζογράφος της Ουκρανίας, δεν είναι άγνωστος στο ειδοποιημένο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Oι Γκρίζες μέλισσες είναι το πέμπτο μυθιστόρημά του που κυκλοφορεί στα ελληνικά (τα τέσσερα από τις εκδόσεις Καστανιώτη και ένα από τις εκδόσεις Εξάντας). Ηδη από τον Θάνατο ενός αγνώστου (2002) αλλά ιδίως από το Οι πιγκουίνοι δεν πεθαίνουν απ’ το κρύο (2008) ο αναγνώστης συνειδητοποιούσε πως ο συγγραφέας είναι ένας από τους αντιπροσωπευτικότερους και πλέον πρωτότυπους δημιουργούς της λεγόμενης «μετασοβιετικής εποχής».

Αντρέι Κούρκοφ  – Γκρίζες μέλισσες

Μετάφραση Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης.

Εκδόσεις Καστανιώτη, 2022, σελ. 432, τιμή 20 ευρώ

Ο Κούρκοφ γεννήθηκε το 1961 στο τότε Λένινγκραντ αλλά από τα παιδικά του χρόνια ακόμη ζει στο Κίεβο και γράφει στη ρωσική γλώσσα. Δεν είναι ο μόνος. Και η Λευκορωσίδα Σβετλάνα Αλεξίεβιτς γράφει στα ρωσικά. (Ο Κούρκοφ, κατά τη γνώμη μου, είναι σημαντικότερος συγγραφέας.) Το φαινόμενο δεν είναι ανεξήγητο. Η ρωσική γλώσσα συνιστά μια τεράστια ιστορική και πολιτισμική επικράτεια και εξακολουθεί να αποτελεί τη lingua franca στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης – και όχι αλυτρωτικό όχημα του νεοτσαρικού ιμπεριαλισμού του Πούτιν και των ευρασιατών θεωρητικών του. Επομένως, δεν πρέπει να απορεί κανείς που ο κατά συνείδηση Ουκρανός Κούρκοφ είχε δεχθεί κατά το σχετικά πρόσφατο παρελθόν αρνητική κριτική στην Ουκρανία γιατί δεν έγραφε στην ουκρανική γλώσσα, ενώ στη Ρωσία του καταλογίζουν «αποστασία» ή ακόμη και «προδοσία». Στην Ουκρανία βέβαια, έπειτα από την πρόσφατη αρθρογραφία του εναντίον της εισβολής των ρωσικών στρατευμάτων και της ανυπολόγιστης ανθρωπιστικής καταστροφής που επέφερε, εξέλιπαν οι αρνητικές κριτικές. Ενας συγγραφέας του δικού του διαμετρήματος αποτελεί κεφάλαιο για τη χώρα. Ιδίως μάλιστα τώρα.

 

Στο μέσον του πολέμου

Οι Γκρίζες μέλισσες πρωτοκυκλοφόρησαν το 2018, τέσσερα χρόνια μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία κι ενώ στην περιοχή του Ντονμπάς οι συγκρούσεις ανάμεσα στον ουκρανικό στρατό και στους ρωσόφωνους αυτονομιστές συνεχίζονταν. Ανάμεσα στις περιοχές που ελέγχονταν από τους Ουκρανούς και αυτές από τους αυτονομιστές μεσολαβούσε μια γκρίζα ζώνη. Εκεί, στο χωριό Μάλαγια Σταραγκράντοφσκα, μένουν μόνο δύο άνθρωποι: ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, Σεργκέι Σεργκέγιτς, και ο παλαιός του συμμαθητής, Πάσκα. Ο Σεργκέγιτς, 49 ετών, συνταξιούχος έπειτα από κάποιο ατύχημα, είναι πλέον μελισσοκόμος και διαθέτει έξι κυψέλες.

Αυτός κι ο Πάσκα δεν είναι φίλοι, αλλά αναγκάζονται να συνυπάρξουν. Ο Σεργκέγιτς μένει στην οδό Λένιν και ο Πάσκα στην οδό Σεβτσένκο. Ο συμβολισμός, για τους γνωρίζοντες, είναι προφανής, όχι μόνον σε ό,τι αφορά τον Λένιν, αλλά και τον Σεβτσένκο, τον εθνικό ποιητή της Ουκρανίας του 19ου αιώνα. Θα περίμενε κανείς ο Πάσκα, που είναι με το μέρος των αυτονομιστών, να μένει στην οδό Λένιν και όχι ο Σεργκέγιτς. Το εύρημα του Κούρκοφ είναι ευφυέστατο. Το χωριό δεν έχει ρεύμα, ούτε κάποιο κατάστημα. Ο Σεργκέγιτς και ο Πάσκα δέχονται πότε-πότε επισκέψεις: ο πρώτος από στρατιωτικούς της Ουκρανίας και ο δεύτερος από αυτονομιστές.

Με εξαιρετικά διακριτικό τρόπο, ο Κούρκοφ μάς λέει πως ακόμη κι αν όλα είναι γκρίζα, ανάμεσα στους ανθρώπους υπάρχουν πάντα πολύ περισσότερα που τους ενώνουν από όσα τους χωρίζουν

Η γκρίζα ζώνη όμως βρίσκεται στο μέσον του πολέμου, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Γι’ αυτό και με τον ερχομό της άνοιξης ο Σεργκέγιτς φορτώνει τις κυψέλες του στο αυτοκίνητό του, ένα «αρχαίο» Lada που ακόμη έχει σοβιετικές πινακίδες, και αποφασίζει να τις μεταφέρει μακριά, ώστε να μη μολυνθεί το μέλι του από τη «γεύση του πολέμου». Να μη γίνουν οι μέλισσές του γκρίζες σαν τον τόπο όπου ζει, σαν την ίδια τη ζωή του.

Στο ταξίδι του θα γνωρίσει περιπέτειες, ώσπου να καταλήξει στην Κριμαία. Εκεί οι ρωσικές Αρχές θα του δώσουν άδεια παραμονής για 99 μέρες. Στην Κριμαία θα αναζητήσει τον παλαιό γνωστό του, έναν Τάταρο ονόματι Αχτιόμ, που υπήρξε κι εκείνος μελισσοκόμος, ο οποίος όμως έχει πεθάνει. Θα συναντήσει τη σύζυγο του Αχτιόμ, Αϊσέ, θα παραστεί στην κηδεία του – παρά την έκπληξη και την απέχθεια την οποία εκφράζουν οι χριστιανοί κάτοικοι της περιοχής που δεν μπορούν να καταλάβουν πώς ένας ορθόδοξος χριστιανός παρευρίσκεται στην κηδεία ενός μουσουλμάνου και μάλιστα Τατάρου, απόγονου εκείνων εναντίον των οποίων το σταλινικό καθεστώς είχε εξαπολύσει πογκρόμ εκτοπίζοντάς τους.

«Ο Πούτιν δεν λέει ψέματα»

Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος του Σεργκέγιτς με μια πωλήτρια:

«Εμείς είμαστε Ρώσοι, κι αυτοί δεν σέβονται τις ρωσικές αρχές, τις δικές μας αρχές. Θα τους αναγκάσουν, μάλλον, να γυρίσουν στο Ουζμπεκιστάν τους!» (είπε η πωλήτρια).

 «Μα είναι ο τόπος τους», είπε δειλά ο μελισσοκόμος.

«Από πού κι ως πού;» είπε δυσαρεστημένη η γυναίκα. «Ανέκαθεν ρωσική ήταν αυτή η γη, ορθόδοξη! Πριν φέρουν οι ορθόδοξοι Ρώσοι τους Τατάρους από την Τουρκία. Στη Χερσόνησο. Μέχρι τότε δεν υπήρχανε καθόλου μουσουλμάνοι. Ο Πούτιν, όταν ήρθε, μας το ‘πε: αυτοί είναι οι άγιοι ρωσικοί τόποι!».

«Δεν ξέρω ιστορία» είπε ο Σεργκέγιτς ανασηκώνοντας τους ώμους. «Πολλά λέγονται!».

«Ετσι ήταν, όπως τα ‘πε ο Πούτιν», επανέλαβε εκείνη. «Ο Πούτιν δεν λέει ψέματα!».

Κλειστή χαραμάδα ελπίδας

Οι σελίδες που αφιερώνει ο Κούρκοφ στην οικογένεια του Αχτιόμ είναι από τις συγκινητικότερες του βιβλίου αλλά πουθενά δεν εκπίπτει στην αισθηματολογία. Και εκείνης η ζωή είναι γκρίζα, όπως και του Σεργκέγιτς. Με λιτές γραμμές αναδεικνύει την προσωπικότητα της Αϊσέ και της κόρης της, Αϊσιλού. Αλλά η οικογένεια του Τατάρου παραμένει ενωμένη και μετά τον θάνατό του, ενώ η δική του έχει διαλυθεί. Η πρώην σύζυγός του Βιταλίνα ζει μακριά, μαζί με την κόρη τους Ανζελίκα. Ο μελισσοκόμος θα αναλάβει να πάρει μακριά την Αϊσιλού από την Κριμαία και να τη βοηθήσει να σπουδάσει, με τη συνδρομή της πρώην συζύγου του – και θα τα καταφέρει. Βέβαια, όταν οι Αρχές της Κριμαίας παίρνουν μια από τις κυψέλες του να την εξετάσουν μήπως μεταφέρει «αρρώστιες», ο αυταρχισμός και ο παραλογισμός είναι εμφανέστατος. Οταν του την επιστρέφουν, διαπιστώνει ότι κι οι μέλισσες, με τις οποίες «μιλά» σαν να είναι άνθρωποι, έχουν γίνει γκρίζες. Παρά ταύτα στο τέλος, με εξαιρετικά διακριτικό τρόπο, ο Κούρκοφ μας λέει πως ακόμη κι αν όλα είναι γκρίζα, ανάμεσα στους ανθρώπους υπάρχουν πάντα πολύ περισσότερα -τα απλά και καθημερινά κατεξοχήν – που τους ενώνουν από όσα τους χωρίζουν, όπως συμβαίνει στη σχέση των δύο φίλων-εχθρών: του Σεργκέγιτς και του Πάσκα. Είναι μια χαραμάδα ελπίδας, που τώρα την έχει κλείσει ο πόλεμος. Οι Γκρίζες μέλισσες είναι ένα θαυμάσιο μυθιστόρημα, μεταφερμένο εξαιρετικά στη γλώσσα μας από τον Δημήτρη Τριανταφυλλίδη.