Τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (9-10 Μαρτίου) που δόθηκαν στη δημοσιότητα πριν από μία εβδομάδα έδωσαν μια πρόγευση για το κλίμα που θα επικρατήσει στην σημερινή συνάντηση των Κεντρικών Τραπεζιτών της ζώνης του ευρώ.
Η ΕΚΤ συνεδριάζει εκ νέου και από ό,τι διεφάνη τα γεράκια έχουν ήδη αρχίσει να ανεβάσουν τους τόνους ζητώντας επίσπευση στις αυξήσεις των επιτοκίων…
«Μεγάλος αριθμός μελών υποστήριξε ότι το τρέχον υψηλό επίπεδο πληθωρισμού και η εμμονή του απαιτούσαν άμεσα περαιτέρω βήματα προς την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής» ανέφεραν χαρακτηριστικά τα πρακτικά που δημοσιεύτηκαν καταδεικνύοντας ότι οι φωνές για πιο επιθετική νομισματική πολιτική πληθαίνουν μέσα στους κόλπους της ΕΚΤ.
Αμφιβολίες για τον ορίζοντα προβολής
Σε άλλο σημείο τονίζεται ότι «τα μέλη συμφώνησαν σε γενικές γραμμές ότι η πορεία για τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να καθορίζεται από τη μελλοντική καθοδήγηση με τρόπο που εξαρτάται από τα δεδομένα και από τη στρατηγική δέσμευση για σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα».
Ωστόσο, αρκετά μέλη εξέφρασαν αμφιβολίες για τη σύγκλιση του πληθωρισμού στο 1,9% όπως αναμενόταν στη βασική πρόβλεψη του προσωπικού για το 2024, το τελευταίο έτος του ορίζοντα προβολής. Τέθηκε το ερώτημα πώς θα μπορούσε κανείς να περιμένει μια τόσο γρήγορη μέση αναστροφή του πληθωρισμού, ταχύτερη από ό,τι στον προηγούμενο γύρο προβολής, μετά τα σημερινά τεράστια σοκ στον πληθωρισμό.
Έκρηξη στον πληθωρισμό
Από την προηγούμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ μεσολάβησαν και οι εκτιμήσεις της Eurostat για τον πληθωρισμό του Μαρτίου, ο οποίος εκτινάχθηκε στο 7,5% από 5,9% τον Φεβρουάριο. Η ενέργεια αναμένεται να έχει τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Μάρτιο (44,7%, έναντι 32,0% τον Φεβρουάριο), όπως προκύπτει και από το πάνω διάγραμμα, και ακολουθούν τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός (5,0%, έναντι 4,2%), μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (3,4%, έναντι 3,1%) και υπηρεσίες (2,7%, σε σύγκριση με 2,5%).
Μέσα στο εκρηκτικό αυτό πλαίσιο, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν αναλύει όλα τα τα δεδομένα που έχει στα χέρια του, προκειμένου να καταλήξει στην αυριανή του εισήγηση προς την ΕΚΤ. Μάλιστα, την περασμένη εβδομάδα, αλλάζοντας τη ρητορική του ο Φίλιπ Λέιν αναγνώρισε τον «πολύ υψηλό» πληθωρισμό στην ζώνη του ευρώ και είπε ότι η ΕΚΤ μπορεί να χρειαστεί να «ξανασκεφτεί» τη νομισματική πολιτική, που ακολουθεί.
«Σε ό,τι αφορά τη σειρά που ακολουθούμε, η πρώτη απόφαση εάν διατηρηθεί η μεσοπρόθεσμη προοπτική για τον πληθωρισμό, θα είναι να εξετάσουμε τον τερματισμό των καθαρών αγορών [περιουσιακών στοιχείων] το τρίτο τρίμηνο», δήλωσε ο Λέιν μιλώντας στο CNBC.
«Ωστόσο, εάν οι προοπτικές επιδεινωθούν τόσο πολύ τότε θα πρέπει να το ξανασκεφτούμε», πρόσθεσε.
Τα γεράκια ανεβάζουν τους τόνους
Πλέον, οι πιο επιθετικές φωνές των γερακιών της ΕΚΤ, έχουν αρχίσει να ακούγονται όλο και περισσότερο, με αρκετά στελέχη να υποστηρίζουν ότι πλησιάζει ο καιρός για αύξηση των επιτοκίων, ενδεχομένως και εντός έτους. Όπως αναφέρει σε ανάλυσή του το Bloomberg, οικονομικοί αναλυτές περιμένουν τις πρώτες αυξήσεις στα επιτόκια μέχρι το Δεκέμβριο. Μπορεί μάλιστα μέχρι τότε να μην υφίστανται τα αρνητικά επιτόκια (-0,50%) με τα οποία σήμερα η ΕΚΤ δανείζει τις άλλες τράπεζες. Η Goldman Sachs θεωρεί από την πλευρά της προβλέπει μια πιθανή πρώτη αύξηση επιτοκίων από το Σεπτέμβριο.
«Τα γεράκια έχουν το πάνω χέρι», είπε στους Financial Times, ο Frederik Ducrozet, αναλυτής της Pictet Wealth Management.
Από τη συνάντηση του περασμένου μήνα, ο ετήσιος πληθωρισμός έχει σημειώσει νέο ρεκόρ 7,5% στην ευρωζώνη και αυτό είναι πολύ πιθανόν να ενισχύσει τις εκκλήσεις των γερακιών προς την κεντρική τράπεζα να θέσει τέλος σε σχεδόν οκτώ χρόνια αγορών ομολόγων και αρνητικών επιτοκίων.
Οι επενδυτές τιμολογούν αυξήσεις επιτοκίων κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες από την ΕΚΤ πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους, γεγονός που θα επαναφέρει το βασικό της επιτόκιο καταθέσεων σε θετικό έδαφος για πρώτη φορά από το 2014, από το τρέχον ιστορικό χαμηλό.
Αρκετοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ δήλωσαν ότι αναμένουν από την κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια φέτος και ορισμένοι, όπως ο Klaas Knot από την Ολλανδία και ο Pierre Wunsch του Βελγίου, οι οποίοι βλέπουν δύο τέτοιες αποφάσεις το τρέχον έτος
Ο Joachim Nagel, πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, δήλωσε ότι ο ραγδαία αυξανόμενος πληθωρισμός «μας ανησυχεί όλους» και προέβλεψε ότι «οι αποταμιευτές μπορεί σύντομα να είναι σε θέση να προσβλέπουν σε υψηλότερα επιτόκια ξανά».
Παρέμβαση από τον Γιάννη Στουρνάρα
Πλέον τα στελέχη της ΕΚΤ φαίνεται να συμφωνούν για τη δράση που ετοιμάζονται να αναλάβουν. Δείχνοντας την ολοένα μεγαλύτερη αποδοχή ότι τα επιτόκια πρέπει να αυξηθούν, ακόμη και στελέχη της κεντρικής τράπεζας που θεωρούνται «περιστέρια», όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας, κάνουν παρεμβάσεις για την ανάγκη να μπει φρένο στις πληθωριστικές πιέσεις. Ο κ. Στουρνάρας την περασμένη εβδομάδα θύμισε τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι όταν ανέφερε ότι η κεντρική τράπεζα θα κάνει «οτιδήποτε χρειαστεί» για να μην επιτραπεί να μονιμοποιηθεί αυτή η άνοδος του πληθωρισμού πάνω από το στόχο.
Μιλώντας μάλιστα στο Φόρουμ του Οικονομικού Ταχυδρόμου (ΟΤ Forum) ο κ. Στουρνάρας άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να προχωρήσει η ΕΚΤ σε μικρή αύξηση του βασικού της επιτοκίου προς το τέλος του έτους. Όπως σημείωσε, η ΕΚΤ οφείλει να είναι πολύ προσεκτική στην προσπάθεια της να αντιμετωπίσει τη μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού, καθώς όπως εξήγησε πρόκειται για «πληθωρισμό από την πλευρά της προσφοράς, ο οποίος δεν μπορεί να τιθασευτεί με μέτρα νομισματικής πολιτικής». Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος δεν απέκλεισε την άνοδο των επιτοκίων στο τέλος του 2022 από την ΕΚΤ και επεσήμανε ότι τα επιτόκια αποτελούν «ένα βαρύ εργαλείο», το οποίο θα πρέπει να χρησιμοποιείται λελογισμένα. Κάτι αντίθετο θα μπορούσε να οδηγήσει σε προβλήματα στο μεσοπρόθεσμο επίπεδο, επεσήμανε.
Η κριτική από τον «παλιό»
Όπως πολλοί Γερμανοί, ο Οτμαρ Ισινγκ αγωνιά για την άνοδο του πληθωρισμού σε υψηλά 40 ετών στη χώρα του και ανησυχεί για την «άστοχη» απάντηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Όμως, ως ένας από τους ιδρυτές του ευρώ, τα παράπονα του Ισινγκ έχουν μεγαλύτερο βάρος από τους περισσότερους συμπατριώτες του.
Σύμφωνα με τους Financial Times ο πρώτος επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ όταν αυτή ιδρύθηκε το 1998, είπε ότι η κεντρική τράπεζα πλήττεται από «λανθασμένη διάγνωση» των παραγόντων πίσω από την άνοδο των τιμών, έχοντας «ζήσει σε μια φαντασίωση» που υποτιμά τον κίνδυνο να ξεφύγει ο πληθωρισμός.
«Η ΕΚΤ έχει συμβάλει μαζικά σε αυτήν την παγίδα στην οποία έχει πλέον πέσει επειδή οδεύουμε προς τον κίνδυνο ενός στασιμοπληθωριστικού περιβάλλοντος», είπε ο 86χρονος, ο οποίος πιστώνεται ότι διαμόρφωσε τη χρήση των μέτρων προσφοράς χρήματος από την κεντρική τράπεζα για να αποφασίζει τη νομισματική της πολιτική.
Η κριτική του ότι η ΕΚΤ αργεί πολύ να αυξήσει τα επιτόκια υπογραμμίζει τη συζήτηση στη Γερμανία και σε μεγάλο μέρος της ευρωζώνης σχετικά με το πόσο γρήγορα θα πρέπει η κεντρική τράπεζα να αντιστρέψει οκτώ χρόνια εξαιρετικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων αρνητικών επιτοκίων και αγορών ομολόγων ύψους 4,9 τρισεκατομμυρίων ευρώ.
Πηγή ot.gr