Θέμα χρόνου ήταν η τεράστια ενεργειακή κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία (και η οποία έχει κλονίσει όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες) να επαναφέρει τη συζήτηση για τη σημασία των περιώνυμων αγωγών της Ανατολικής Μεσογείου. Μια συζήτηση που, πέρα από τις εύλογες οικονομικές πτυχές, έχει λάβει τώρα έντονες πολιτικές διαστάσεις, καθώς στην περιοχή αυτή δημιουργείται ένα νέο σκηνικό που επαναφέρει την Τουρκία στην τροχιά της συννεννόησης με τη Δύση, αποκτώντας και πάλι την ισχυρή αμερικανική στήριξη, ύστερα από μια περίοδο σχετικού παγώματος των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Και το ερώτημα είναι τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά για την Ελλάδα και αν διανοίγεται μια προοπτική επανάληψης των διμερών εντάσεων ή αντίθετα προσφέρεται τώρα μια ευκαιρία να επιδιωχθεί μια γενικότερη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μέσα σε ένα πλαίσιο κοινών συμφερόντων από την εκμετάλλευση των πλούσιων ενεργειακών αποθεμάτων της περιοχής.
Υπό το πρίσμα αυτό δεν προκαλεί έκπληξη η προτροπή που διατύπωσε η αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ κατά την επίσκεψή της στην Αθήνα να συμπεριληφθεί και η Τουρκία στις χώρες που συνεργάζονται ήδη με την Ελλάδα (Ισραήλ, Αίγυπτος, Κύπρος) για τη μεταφορά του φυσικού αερίου της περιοχής. Μόνο που για να συμβεί αυτό θα πρέπει προηγουμένως η Τουρκία να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία και τα δικαιώματά της στις θαλάσσιες ζώνες που την περικλείουν. Δίνεται έτσι ίσως τώρα επίσης η ευκαιρία να επαναληφθούν οι διακοπείσες διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση όμως ότι η Τουρκία θα εγκαταλείψει την απαράδεκτη θεωρία της δημιουργίας των δύο κρατών. Αγνωστο είναι αν μπορεί να συμβεί αυτό, αλλά γνωστό είναι ότι χωρίς τη συμμετοχή της Κύπρου, που βρίσκεται στο γεωγραφικό κέντρο της πολυσυζητημένης αυτής περιοχής, λύση στο πρόβλημα των αγωγών δεν μπορεί να υπάρξει.
Ολα αυτά θα πρέπει να επανεξεταστούν τώρα, υπό την ασφυκτική πίεση της ανάγκης να απαλλαγεί η Ευρώπη από το ρωσικό αέριο. Και είναι φυσικό ότι όλα θα κριθούν από το αν και πόσο είναι εμπορικά εκμεταλλεύσιμα τα κοιτάσματα αυτά και σε ποια χρονική στιγμή θα είναι διαθέσιμα. Διότι αν αποδειχθεί ότι δεν συμφέρουν οικονομικά και ότι θα αργήσουν πολύ να καλύψουν τις επείγουσες ευρωπαϊκές ανάγκες, τότε μόνο η λύση της μεταφοράς φυσικού αερίου μέσω LNG είναι δυνατή. Είναι αυτό άλλωστε που υποστήριξε η κυρία Νούλαντ («Καθημερινή», 7.4.22). Και είναι εδώ που ενισχύεται ιδιαίτερα ο ρόλος της Ελλάδας, διότι πέρα από την Αλεξανδρούπολη μπορεί να αναπτύξει και σε άλλα λιμάνια τη δημιουργία τερματικών σταθμών LNG. Καθώς είμαστε η μόνη χώρα της ευρωπαϊκής ηπείρου που βρίσκεται τόσο κοντά στα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου.