Ολα τα ενεργειακά της… όπλα βγάζει από τη φαρέτρα της η κυβέρνηση, επαναφέροντας τον λιγνίτη στην πρώτη γραμμή, σε μια προσπάθεια να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας μετά τις έκτακτες συνθήκες που έφερε ο πόλεμος στην Ουκρανία και η απόφαση της ΕΕ να περιορίσει την εξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, εγκαινιάζοντας την περασμένη Τετάρτη το φωτοβολταϊκό πάρκο των 204,3 MW των ΕΛΠΕ στην Κοζάνη, έδωσε το σήμα για αύξηση της εξόρυξης λιγνίτη κατά 50% την επόμενη διετία.

Αντιπαραθέσεις

Η στροφή στην ενεργειακή ρητορική έφερε πολιτικές αντιπαραθέσεις με επίκεντρο τη σπουδή για ταχεία απολιγνιτοποίηση, αλλά και προβληματισμό σε στελέχη της αγοράς πράσινης ενέργειας οι οποίοι θεωρούν ότι την ομιλία του Πρωθυπουργού κατά την επίσκεψή του στο μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό έργο της Ελλάδας έπρεπε να διαπερνά η ισχυρή θέληση για συστηματική ενίσχυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Τι σημαίνει όμως η αύξηση κατά 50% στην εξόρυξη λιγνίτη; Υπάρχει επαρκής ποσότητα «κάρβουνου» για να αναπληρώσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου, εφόσον δεν είναι δεδομένη η διαθεσιμότητα φορτίων LNG στις διεθνείς αγορές;

Οπως αναφέρει στο «Βήμα» στέλεχος της ΔΕΗ, σήμερα η εξόρυξη λιγνίτη φτάνει τους 10 εκατ. τόνους τον χρόνο (από 65 εκατ. τόνους κατ’ έτος προ 15ετίας) και η εντολή της Διοίκησης είναι να φτάσει τους 15 εκατ. τόνους ετησίως.

Ηδη στα λιγνιτωρυχεία του Νοτίου Πεδίου και της Μαυροπηγής στη Δυτική Μακεδονία και της Μεγαλόπολης στην Αρκαδία, τα οποία δεν έχουν σταματήσει να λειτουργούν, προστέθηκε και της Καρδιάς που είχε κλείσει στο πλαίσιο του προγράμματος απολιγνιτοποίησης. «Αν στα τέσσερα ορυχεία προστεθούν και οι απαλλοτριωμένες εκτάσεις στην προέκταση του ορυχείου Νοτίου Πεδίου προς Ποντοκώμη φτάνουμε στους 15 εκατ. τόνους τον χρόνο» τονίζει, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι υπάρχουν ανάγκες σε εργατικό δυναμικό, οι οποίες ενδέχεται να καλυφθούν είτε με εργολαβικούς είτε με επαναφορά έμπειρου προσωπικού που αποχώρησε όταν είχαν αποσυρθεί οι λιγνιτικές μονάδες και «σφραγίστηκαν» τα ορυχεία της ΔΕΗ, στο πλαίσιο του προγράμματος απολιγνιτοποίησης.

Δεν αρκεί

Πάντως, έμπειροι μηχανικοί της επιχείρησης υποστηρίζουν ότι η αύξηση της εξόρυξης λιγνίτη στους 15 εκατ. τόνους ετησίως είναι μεν εφικτή, αλλά δεν αρκεί για τη λειτουργία σε πλήρη ισχύ των οκτώ υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων.  «Στο φουλ της ισχύος τους μπορούν να φτάσουν τις 10 με 11 τεραβατώρες ετησίως – υπολογισμένες βάσει και των  περιορισμών λειτουργίας των μονάδων. Ωστόσο με την αύξηση του λιγνίτη κατά 50% θα μπορούν να προσεγγίσουν τις 6,5 – 7 τεραβατώρες ετησίως, από 4,5 τεραβατώρες σήμερα» σημειώνουν.

Σύμφωνα με παράγοντας της αγοράς, ο λιγνίτης δεν μπορεί να αναπληρώσει το ρωσικό αέριο. «Το 2021 είχαμε 21 τεραβατώρες ορυκτού αερίου στην ελληνική ηλεκτροπαραγωγή. Με δεδομένο ότι πέρυσι το 45,5% του εισαγόμενου αερίου ήταν από τη Ρωσία, υπολογίζονται περίπου 9,5 τεραβατώρες από ρωσικό αέριο» εξηγούν.

Οι μονάδες της ΔΕΗ

Στόχος, όπως αναφέρει κυβερνητική πηγή, είναι βραχυπρόθεσμα να περιοριστεί η εξάρτηση από το φυσικό αέριο και όχι να δουλέψουν όλες οι λιγνιτικές μονάδες στο «φουλ». Διόλου τυχαία δεν ήταν η διατύπωση του Πρωθυπουργού, ο οποίος επεσήμανε ότι «αν χρειάζεται να παραμείνουν σε λειτουργία κάποιες από τις πιο σύγχρονες παλιές μονάδες, όπως η Μελίτη, ο Αγιος Δημήτριος 5 (σ.σ. με βάση το πρόγραμμα απόσυρσης θα έκλειναν στο τέλος του 2023), αυτό είναι κάτι το οποίο θα αξιολογηθεί ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής, τη διαμόρφωση των τιμών και τη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου». Καμία αναφορά δεν έκανε ο κ. Μητσοτάκης στις υπόλοιπες μονάδες – τις τέσσερις του Αγίου Δημητρίου και τη Μεγαλόπολη 3, που άλλωστε δεν λειτουργεί λόγω σοβαρής βλάβης –  οι οποίες είναι προγραμματισμένες να σβήσουν εντός του 2022, αλλά ούτε στη Μεγαλόπολη 4 που σχεδιάζεται να κλείσει το 2023.

Οσο για τη νέα μονάδα που κατασκευάζει η ΔΕΗ, την «Πτολεμαΐδα V», η οποία θα μπει σε εμπορική λειτουργία στο τέλος του έτους, όπως τόνισε ο Πρωθυπουργός, το πιο πιθανό είναι να λειτουργήσει ως λιγνιτική ως το 2028, παρότι ο προγραμματισμός της ΔΕΗ προέβλεπε από το 2025 αλλαγή καυσίμου. Σε κάθε περίπτωση, παρά την προσωρινή επιστροφή στη λιγνιτική ενέργεια, δεν αλλάζουν οι στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% ως το 2030.