«Σαν Το Νερό»: Η ελληνική ταινία με τα 56 πρώτα βραβεία και τις 177 επίσημες συμμετοχές

Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Μάνος Τριανταφυλλάκης μιλά στο in: «Όταν κοιτάζω τον φόβο κατάματα, συνήθως ο φόβος φοβάται και φεύγει…»

Η ταινία «Σαν Το Νερό» εμπεριέχει βιωματικές αναφορές στον πατέρα του σκηνοθέτη, Μάνου Τριανταφυλλάκη, που έφυγε από την ζωή πριν από τρία χρόνια.

Πρόκειται για μία ταινία μικρού μήκους που σκιαγραφείται με λεπτομέρεια ένα πολύχρωμο και φαντασμαγορικό συνονθύλευμα τοπίων, συνοδευμένο με τη πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Γιώργου Βαρσαμάκη, φιλοτεχνώντας με αυτόν τον τρόπο, το παζλ μια ολόκληρης ζωής, εντεθειμένης στην Κρήτη.

Τα ερωτήματα που τίθενται στην ταινία είναι: τι είναι ο χρόνος και πως τον αντιλαμβανόμαστε; Ποια η σημειολογική έννοια της ζωής και της ύπαρξης; Ζούμε άραγε τις στιγμές δίνοντάς τους την απαραίτητη αξία στον «εκάστοτε» κύκλο της ζωής μας;

Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο, Μάνο Τριανταφυλλάκη, για μια ταινία που έχει λάβει πολλές διακρίσεις αλλά που στην Ελλάδα δεν είναι ευρέως γνωστή η επιτυχία της.

H ταινία σας «Σαν το νερό» έχει ξεπεράσει τα 50 βραβεία σε όλον τον κόσμο. Ανάμεσα στις διακρίσεις και το μεγάλο βραβείο από τις Κάννες. Πώς και εδώ στην Ελλάδα δεν έχει γραφτεί σχεδόν τίποτα για τις σημαντικές διακρίσεις που έλαβε η ταινία σας;

Η ταινία Σαν το νερό, γυρίστηκε με τα πιο απλά μέσα και χωρίς πλούσιο τεχνικό εξοπλισμό. Φτιάχτηκε όμως, με πολύ αγάπη από όλη την υπέροχη ομάδα που συμμετείχε σε αυτήν. H ταινία μας λοιπόν έχει αποσπάσει 56 πρώτα βραβεία, 29 υποψηφιότητες για το πρώτο βραβείο, έφτασε να γίνει 32 φορές φιναλίστ, έλαβε 7 τιμητικές διακρίσεις και 177 επίσημες συμμετοχές σε διεθνή και εγχώρια κινηματογραφικά φεστιβάλ έως σήμερα. Στις Κάννες αποσπάσαμε τρία πρώτα βραβεία, όπως προαναφέρατε: το Μεγάλο Βραβείο – Grand Winner για τον καλύτερο σκηνοθέτη της χρονιάς, για την καλύτερη ταινία και για τον καλύτερο σχεδιασμό poster. Για να σας απαντήσω και στην ερώτησή σας, στο εξωτερικό έχουν δημοσιευτεί άρθρα και κριτικές για την ταινία μας, έχω προσκληθεί σε εκπομπές κι έχω δώσει συνεντεύξεις, ενώ στην πατρίδα μας, αυτή είναι η δεύτερη επίσημη συνέντευξη και σας ευχαριστώ από καρδιάς.

Πώς βρέθηκε σε τόσα διεθνή Φεστιβάλ και διακρίθηκε σε τόσες χώρες και ηπείρους;

Με σκληρή δουλειά, έρευνα και πολύ μελέτη. Όπως συμβαίνει και στο θέατρο, αν μελετάς έναν ρόλο σε βάθος, ξανά και ξανά, δεν έχεις να φοβάσαι κάτι. Στη συγκεκριμένη ταινία, είχα μεγάλη βοήθεια από εξαιρετικούς συνεργάτες για την υλοποίηση της “ιδέας” μου, την οποία πίστεψαν εφόσον στέκονται στο πλευρό μου μέχρι και σήμερα. Για να λάβει η ταινία μας 177 επίσημες συμμετοχές σε κινηματογραφικά φεστιβάλ σημαίνει πως, τελικά, η ιστορία και οι εικόνες της βρήκαν απεύθυνση γιατί πιθανώς αφορούν στη σύγχρονη ζωή και στην εν γένει ύπαρξή μας. Άλλωστε, για το νόημα της ύπαρξης γίνεται λόγος στην αφήγησή της, μέσω της φωνής του υπέροχου ηθοποιού Θανάση Νάκου.

Γιατί αντίστοιχα δεν συμμετείχε στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους στη Δράμα και στις Νύχτες Πρεμιέρας;

Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι η κριτική επιτροπή των παραπάνω φεστιβάλ που αναφέρατε δεν έδωσε στην ταινία τη δέουσα προσοχή.

Μια τέτοια θέση απαιτεί υπευθυνότητα και σεβασμό τόσο στο αντικείμενο όσο και στους δημιουργούς, όπως επίσης και μια αντικειμενική και όχι μονόπλευρη ματιά.

Είμαι μέλος της κριτικής επιτροπής σε δύο διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ. Στο 14ο Moving International Film Festival στο Ιράν και στο 2ο Genesis International Film Festival στη Ρωσία. Θεωρώ πολύ σημαντική και με μεγάλο βάρος ευθύνης τη θέση του κριτή σε ένα φεστιβάλ. Κάθε φορά που βλέπω ταινίες με σκοπό να τις αξιολογήσω, αφιερώνω πολύ χρόνο, με αφοσίωση και υπομονή ώστε να μην υποπέσω ποτέ στο λάθος να αδικήσω κάποια ταινία. Γνωρίζω καλά ποια είναι η διαδικασία, πόσες αγωνίες κρύβει και πόσες δυσκολίες μπορούν να περάσουν οι κινηματογραφιστές μέχρι να καταφέρουν να φτάσουν με τις ταινίες τους στα φεστιβάλ.

Από τη μεριά της άλλης μου ιδιότητας όμως, αυτής του σκηνοθέτη, νιώθω πραγματικά ευγνώμων που μετά από ένα τόσο μεγάλο ταξίδι πλήρες διεθνών διακρίσεων και βραβείων, ξεκίνησε επιτέλους το ταξίδι της ταινίας και στην Ελλάδα. Η πρώτη προβολή έγινε στη γενέτειρά μου, την Κρήτη και πιο συγκεκριμένα, στο 9o Chania Film Festival. Εκεί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε η ιδέα της ταινίας. Ακολούθησε το 8ο Mykonos Biennale, το 24ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας και το 10ο Athens International Digital Film Festival όπου η ταινία βραβεύτηκε λαμβάνοντας και το πρώτο ελληνικό τρόπαιο. Επίσης, η ταινία προβλήθηκε στο Πανόραμα Ταινιών Μικρού Μήκους από την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών και είναι υποψήφια στην Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για τα βραβεία ΙΡΙΣ.

Η ταινία σας για να ολοκληρωθεί κατέφυγε στο crowdfunding. Δεν είχε επιδότηση από το ΕΚΟΜΕ ή το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου;

Το crowdfunding στην Ελλάδα δεν είναι ακόμη τόσο γνωστό για να έχει γόνιμα αποτελέσματα. Παρ’ όλα αυτά, είμαστε τυχεροί που το 15-20 % του budget έγινε με αυτήν τη διαδικασία, δίνοντάς μας μία σημαντική ανάσα αναφορικά με το συνολικό κόστος της παραγωγής. Με την ευκαιρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω και όλους όσοι συνέβαλαν σε αυτή την καμπάνια.

Για να πάρει κάποιος δημιουργός επιδότηση από το ΕΚΟΜΕ, θα πρέπει να υπάρχουν πολλά χρήματα ως αρχικό κεφάλαιο, και μία ταινία όπως η δική μας ξεκίνησε με μηδενικό budget, πράγμα που καθιστούσε εντελώς ανέφικτο το εγχείρημα. Άρα, εξ’ αρχής, δεν υπήρχε καμία πιθανότητα επιτυχίας σε μια πρότασή μας προς τον συγκεκριμένο οργανισμό. Όσο για το Κέντρο Ελληνικού Κινηματογράφου, εκεί δεν έκανα αίτηση γιατί απαιτούσε πολύ χρόνο η όλη διαδικασία μέχρι το στάδιο της χρηματοδότησης και η ταινία, αισθάνθηκα ότι έπρεπε να υλοποιηθεί άμεσα. Ελπίζουμε όμως σε κάποια μελλοντική συνεργασία με το Κ. Ε. Κ. κι ας μην έχουμε πάρει ποτέ επιχορήγηση από κάποιον κρατικό οργανισμό στο παρελθόν, όσο κι αν το προσπαθήσαμε.

Ας σημειωθεί ότι ευτυχώς που υπάρχει και ο ιδιωτικός τομέας και καμιά φορά, συνδράμει… Άρα, τούτη είναι μια ευκαιρία για επίσημη και ανοιχτή πρόσκληση σε παραγωγούς, συμπαραγωγούς και χορηγούς, αναφορικά με τα επόμενα σχέδια που σύντομα έρχονται και θα είναι μεγάλα…

Η ταινία σας γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στην Κρήτη. Ποια ελληνικά στοιχεία της ταινίας σας θεωρείτε ότι είχαν διεθνή απήχηση;

Η ταινία γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στην Κρήτη σε μέρη που πέρασε και άφησε το αποτύπωμά του ο πατέρας μου. Στο Ηράκλειο, στο Οροπέδιο Λασιθίου, στο Οροπέδιο του Λυμνάκαρου, στον Άγιο Νικόλαο, στην Ελούντα, στην Ιεράπετρα, στην Γρα Λυγιά και στο νησί της Χρυσής. Τα στοιχεία εκείνα για τα οποία ξεχωρίζει η χώρα μας στο εξωτερικό, είναι ο λαμπρός λαογραφικός της πλούτος, ο ήλιος, η θάλασσα και πολλά άλλα. Στην ταινία, ο πρωταγωνιστής, ακολουθώντας τα διάφορα εξελικτικά στάδια της ζωής και διαγράφοντας την πορεία του στον χρόνο σε διάφορες ηλικίες, περνά από πολλές όμορφες τοποθεσίες του νησιού, συνθέτοντας έτσι το πάζλ όλης του της ύπαρξης. Σε αφθονία λοιπόν βρίσκονται τα στοιχεία του νερού και της γης. Συμπρωταγωνίστρια σε αυτή την προσωπική ιστορία, είναι η μουσική με την υπογραφή του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη Γιώργου Βαρσαμάκη.

Πώς επιλέξατε τον τίτλο και τι πραγματεύεται η ταινία;

Εμπνεύστηκα τον τίτλο της ταινίας, από μία συχνή φράση του πατέρα μου, που πάντα μου υπενθυμίζει πως περνούν τα χρόνια και πίσω δεν γυρνούν: «Σαν το νερό φεύγουν τα χρόνια, παιδί μου, σαν το νερό».

Το θέμα της ταινίας πραγματεύεται τη σύνδεση του χρόνου με την αέναη πορεία του κύκλου της ζωής που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά (στο διηνεκές). Ας σημειωθεί ότι οι σεναριακές μου ιδέες φωτίστηκαν χάρη στην καθοριστική συμβολή της εξαιρετικής πένας της Ελίνας Νταρακλίτσα που έδωσε χρώμα στο κείμενο και αποδόθηκαν υποκριτικά από τους δύο υπέροχους μικρούς και βραβευμένους πρωταγωνιστές της ταινίας, τον Γιάννη Παπαδαντωνάκη και την Ηλέκτρα Μητσιμάρη. Τον ρόλο της μητέρας τον κάνει η Μαρία Καστελλιανού και του πατέρα ο Γιάννης Κιουρανάκης.

Η ταινία, εκτός από φόρος τιμής στη μνήμη του πατέρα σας, ήταν και μία «επίσκεψη» του ενήλικου εαυτού σας στην παιδική σας ηλικία; Τι μνήμες ξύπνησαν;

Οι μεγάλοι άνθρωποι διηγούνται ιστορίες. Έτσι κι ο πατέρας μου, μου είπε τόσες ιστορίες τους τελευταίους μήνες της ζωής του, όσες δεν μου είχε πει σε όλη μου τη ζωή.

Πράγματι, στην ταινία επανέρχονται με αγάπη και νοσταλγία οι μνήμες μου από το παρελθόν της παιδικής μου ηλικίας. Οι γονείς μου με μεγάλωσαν έτσι ώστε να βλέπω τα πράγματα από τη θετική τους πλευρά. Άλλωστε, πιστεύω ότι τα μηνύματα που θέλω να μεταδώσω στους θεατές μέσω της δουλειάς μου είναι, κατά βάσιν, αισιόδοξα. Η ταινία είναι αφιερωμένη τόσο στον πατέρα μου όσο και στη μητέρα μου που υπήρξε αναπόσπαστο και σημαντικότατο κομμάτι της ζωής μου.

Με ποιους φόβους σας και ποια ξεχασμένα όνειρα «συναντηθήκατε» ξανά;

Όταν κοιτάζω τον φόβο κατάματα, συνήθως ο φόβος φοβάται και φεύγει…

Δεν υπάρχουν ξεχασμένα όνειρα. Όλα τα όνειρα που είχα, τα έχω πραγματοποιήσει. Έχω κάνει χιλιάδες ραδιοφωνικές εκπομπές σε αγαπημένους ραδιοφωνικούς σταθμούς, έχω παίξει μουσική ως δισκοθέτης σε αμέτρητα μαγαζιά με μουσικές που αγαπώ, έχω παίξει εξαιρετικούς ρόλους στο θέατρο, έχω παίξει σε μεγάλου και μικρού μήκους κινηματογραφικές ταινίες, έχω σκηνοθετήσει στο θέατρο και τον κινηματογράφο… Τώρα λοιπόν, ονειρεύομαι να συνεχίσω να κάνω πολλές ακόμα ταινίες, όχι μόνο μπροστά από τις κάμερες όπως συνήθισα, αλλά κυρίως πίσω από αυτές, ως σκηνοθέτης.

Αφορμή για την ταινία σας στάθηκε η απώλεια του πατέρα σας. Αλήθεια, πώς μαθαίνουμε να υπάρχουμε μετά από τέτοιους πικρούς αποχαιρετισμούς;

Η μητέρα μου έφυγε όταν ήμουν 20 ετών. Το 2018 την ακολούθησε και ο πατέρας μου. Λίγους μήνες πριν έφυγε και ο καλύτερος φίλος μου: ο σκύλος μου.

Η ορθότερη, κατ’ εμέ, απάντηση για την «ψυχή μας που φεύγει, αλλά συνεχώς επιστρέφει», δίνεται από τον Ηράκλειτο, με του οποίου τη σοφή ρήση ξεκινά η ταινία:

Ψυχήσιν Θάνατος ύδωρ γενέσθαι, ύδατι δε θάνατος γην γενέσθαι, εκ γης δε ύδωρ γίνεται, εξ ύδατος δε ψυχή.

Τα επόμενα σχέδια σας ποια είναι;

Βρίσκομαι ήδη στη διαδικασία της προετοιμασίας για την επόμενη κινηματογραφική μου ταινία στο εξωτερικό και τη δημιουργία ενός διεθνούς  κινηματογραφικού Φεστιβάλ. Παράλληλα ξεκίνησα πρόβες με την ομάδα ΘΕΑΜΑ που πρόκειται να ανεβάσει για πρώτη φορά στη χώρα μας, το έργο Τρωάδες του Ζαν Πωλ Σαρτρ, σε μετάφραση της Ελίνας Νταρακλίτσα και σκηνοθεσία Βασίλη Οικονόμου, όπου θα πραγματοποιηθεί μια καλοκαιρινή περιοδεία σε θέατρα εντός κι εκτός Αθηνών.

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Μάνος Τριανταφυλλάκης

Σενάριο: Μάνος Τριανταφυλλάκης, Ελίνα Νταρακλίτσα

Διεύθυνση Φωτογραφίας: Μαρίνος Παπαδαντωνάκης

Πρωτότυπη Μουσική: Γιώργος Βαρσαμάκης

Συμμετέχουν: Γιάννης Παπαδαντωνάκης, Ηλέκτρα Μητσιμάρη, Μαρία Καστελλιανού, Γιάννης Κιουρανάκης, Μάνος Τριανταφυλλάκης

Αφηγητής: Θανάσης Νάκος

Κάμερα: Νίκος Βάνδουλας

Εναέριες Λήψεις: Αλέξανδρος Χατζηπαναγιώτης, Γιώργος Μπαλωθιάρης

Σχεδιασμός Ήχου: Μάνος Τσιριγωτάκης

Μουσική επιμέλεια: Manos JMT

Μοντάζ: Πέτρος Κιοσές, Χάρης Γρηγορέλης

Τρέιλερ: Νίκος Κονιτσιώτης

Ειδικά εφέ: Αλέξης Παράσχος

Χρωματική Επεξεργασία: Μάνθος Σάρδης

Τίτλοι: Γιώργος Παυλούδης

Υπότιτλοι: Σταματίνα Ζιώγα

Γραφιστική Επιμέλεια: Κώστας Μακρής

Ψιμυθίωση: Μαρία Μαρκογιαννάκη

Μετάφραση στα Αγγλικά: Μαρία Δραγατάκη

Μετάφραση στα Ιταλικά: Francesca Minutoli

Μετάφραση στα Ισπανικά: Γιώργης Χριστοδούλου

Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαντώ Ρασούλη

Διεύθυνση Παραγωγής: Ελίνα Νταρακλίτσα

Εκτέλεση Παραγωγής: Πέτρος Κιοσές, Κώστας Σταματόπουλος, Νίκος Κονιτσιώτης, Παυλίνα Αγαλιανού, Λήδα Πλατσή, Νώντας Μητσιμάρης, Άγγελος Παπουτσιδάκης, Γιώργος Τσαγκαράκης, Ελιάνα Περηφάνου, Χριστίνα Άρτεμις Παππά

Συμπαραγωγή: Κώστας Μακρής

Παραγωγή: Μάνος Τριανταφυλλάκης

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.