Τα ψέματα τελείωσαν, για την ώρα. Το ίδιο και οι διακηρύξεις, οι τηλεμαχίες, τα χτυπήματα πάνω και κάτω από τη μέση. Την Κυριακή, 10 Απριλίου, οι Γάλλοι καλούνται να προσέλθουν στις κάλπες, στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. Το πώς θα ψηφίσουν, καθώς και το εάν θα ψηφίσουν, θα σημαίνει πολλά για τη χώρα τους – προφανώς δε και για ολόκληρη την Ευρώπη.
Φυσικά, όλα θα κριθούν στον δεύτερο γύρο της 24ης Απριλίου (ανήμερα του Πάσχα των ορθοδόξων). Εκεί όπου, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, θα βρεθούν αντιμέτωποι για δεύτερη συνεχόμενη φορά ο Εμανουέλ Μακρόν, το «άστρο» του οποίου έχει ξεθωριάσει και η Μαρίν Λεπέν – η ηγέτης της γαλλικής Ακροδεξιάς που προσπαθεί να πείσει ότι πλέον έχει αλλάξει και δεν συνιστά απειλή για τον μέσο Γάλλο και τη δημοκρατία.
Το προβάδισμα στον Μακρόν, αλλά…
Η αλήθεια είναι πως ο νυν πρόεδρος διατηρεί τις συντριπτικά περισσότερες πιθανότητες να αναδειχθεί νικητής, έστω κι αν το μοντέλο του βρετανικού The Economist δίνει στην αντίπαλό του ποσοστό άνω του 20% να κάνει την έκπληξη. Ωστόσο, τόσο η δημοσκοπική άνοδος της Λεπέν τις τελευταίες εβδομάδες όσο και η στάση και οι θέσεις των υπόλοιπων υποψηφίων δεν επιτρέπουν στον Μακρόν και το επιτελείο του να κοιμούνται ήσυχοι.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι οι πάντες σχεδόν συμφωνούν πως ο Μακρόν δεν θα κάνει περίπατο, όπως δεν θα επαναληφθεί και η τεράστια διαφορά που καταγράφηκε στον δεύτερο γύρο των επαναληπτικών εκλογών του 2017. Τότε, δηλαδή, που είχε επικρατήσει με 66% έναντι 34%, χάρη στην κινητοποίηση και συσπείρωση του αποκαλούμενου «δημοκρατικού τόξου».
Αυτή τη φορά, οι δημοσκόποι προβλέπουν μια διαφορά υπέρ του η οποία θα κυμανθεί στις 10 ποσοστιαίες μονάδες ή και ακόμη χαμηλότερα. Επίσης, δύο από τους βασικότερους υποψηφίους στον πρώτο γύρο, ο αριστερός Ζαν-Λικ Μελανσόν (ο οποίος όχι απλώς έχει «κλειδώσει» την τρίτη θέση, αλλά διατηρεί κάποιες ελπίδες και για τη δεύτερη) και η Βαλερί Πεκρές των Ρεπουμπλικάνων, ξεκαθάρισαν ήδη ότι δεν πρόκειται να δώσουν «γραμμή» στους ψηφοφόρους τους και θα τους συστήσουν να ψηφίσουν κατά συνείδηση.
Σήματα κινδύνου
Το γεγονός ότι «οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία είναι πολύ αμφίρροπες για να έχουν ήδη κριθεί», όπως σημειώνει στους Financial Times ο Γκίντεον Ράχμαν, αναγκάζει πολλούς να ανασκουμπωθούν και να σημάνουν συναγερμό. Όπως ο διευθυντής της le Monde, Ζερόμ Φενόλιο, ο οποίος δεν μασάει τα λόγια του στο κεντρικό άρθρο της εφημερίδας.
«Ο ρόλος της le Monde – γράφει – ως εφημερίδας και ιστοσελίδας – της οποίας το συντακτικό δυναμικό είναι ανεξάρτητο από κάθε εξουσία, δεν είναι να στηρίζει κάποιον υποψήφιο ή, πολύ περισσότερο, να καλεί σε υπερψήφισή του». Όμως – συνεχίζει ο ίδιος – «συνιστούμε σε όλους να πάνε να ψηφίσουν, επιβεβαιώνοντας επίσης ότι, ανάμεσα στους βασικούς διεκδικητές αυτών των εκλογών, δύο υποψηφιότητες, αυτές της Μαρίν Λεπέν και του Ερίκ Ζεμούρ, είναι ασύμβατες με όλες μας τις αξίες».
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ακόμη και εάν η έκπληξη δεν σημειωθεί και οι παραπάνω πάρουν μια βαθιά ανάσα το βράδυ της 24ης Απριλίου, βλέποντας τον Μακρόν να παραμένει στο Μέγαρο των Ηλυσίων, το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία θα είναι προβληματικό. Άλλωστε, μια Λεπέν η οποία θα έχει λάβει πάνω από το 40-45% όσων προσέλθουν στις κάλπες ασφαλώς αντιπροσωπεύει ένα ισχυρό πόλο, με αποδοχή πολύ ευρύτερων στρωμάτων πέραν της παραδοσιακής Ακροδεξιάς.
Πέρασε… κάτω από τον πήχη!
Μια από τις αιτίες γι’ αυτό είναι ότι ο νυν πρόεδρος όχι απλώς δεν έχει πείσει, αλλά έχει αρχίσει και να φοβίζει. Ακόμη δε και να εξοργίζει, καθώς η καθυστέρηση στην ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του – την οποία ο ίδιος απέδωσε στην ενασχόλησή του με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ερμηνεύθηκε από πολλούς ως ένδειξη αλαζονείας και υποτίμησης της σημασίας της εκλογικής μάχης και των αντιπάλων του.
Ειδικά όσον αφορά στην Ουκρανία, φαίνεται πως οι επιλογές που έχει κάνει του έχουν κοστίσει πολύ. Αφενός, επειδή η υπόθεση της «στρατηγικής αυτονομίας» της Ευρώπης κινδυνεύει να χαθεί, μιας και η ΕΕ έχει αναγκαστεί να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις και να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις ΗΠΑ.
Αφετέρου, διότι η προσπάθειά του να εμφανιστεί ως ο ιδανικός διαμεσολαβητής έχει αποτύχει παταγωδώς. Πρακτικά, ο Πούτιν δεν μοιάζει να τον παίρνει στα σοβαρά, ενώ είναι φανερό ότι τα ουσιαστικά ζητήματα τα κρατά για να τα συζητήσει είτε με τον Ταγίπ Ερντογάν είτε με τους Ισραηλινούς, γνωρίζοντας ότι αμφότεροι θα τα μεταφέρουν εκεί που πραγματικά λαμβάνονται οι αποφάσεις – στην Ουάσιγκτον.
Εντός συνόρων, επίσης, οι συμπολίτες του γνωρίζουν ότι εάν ο Μακρόν νικήσει, θα έρθει η ώρα μιας μεγάλης αναμέτρησης, η οποία αναβάλλεται επί δεκαετίες. Πρόκειται για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού-ασφαλιστικού συστήματος, που ήταν και παραμένει μια «καυτή πατάτα» στα χέρια των προέδρων της Γαλλίας.
Το σενάριο που όλοι θέλουν να ξεχάσουν
Με αυτό ως δεδομένο, μια γενικευμένη και μακρόχρονη κοινωνική αναμέτρηση όχι απλώς δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά είναι ένα ιδιαιτέρως πιθανό σενάριο. Πολύ περισσότερο καθώς ο ίδιος ο Μακρόν έχει προαναγγείλει πως θα ξεκινήσει τις αλλαγές το ερχόμενο φθινόπωρο, σε μια στιγμή δηλαδή που κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι ότι η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, που πλήττουν κυρίως τα χαμηλά και μεσαία στρώματα, θα έχουν υποχωρήσει.
Πάντως, με βάση και τα παραπάνω, ας μην θεωρούμε ότι μια προεδρία Λεπέν (η οποία, παρεμπιπτόντως, δεσμεύεται ότι θα μειώσει τα όρια ηλικίας για συνταξιοδότηση) παραπέμπει σε… επιστημονική φαντασία. Ας το κρατήσουν όλοι σε μια «γωνιά» του μυαλού τους, έχοντας συνείδηση πως κάτι τέτοιο θα ισοδυναμεί με ένα σεισμό που θα αλλάξει τα πάντα, στη Γαλλία και την Ευρώπη.
Και ένα «υστερόγραφο»: Στην περίπτωση που οι συσχετισμοί που θα αναδειχθούν από τον πρώτο γύρο καθιστούν την απειλή πιο ορατή, τότε τίποτα δεν πρέπει να αποκλειστεί για τις δύο εβδομάδες που μεσολαβούν μέχρι τον δεύτερο. Η «δημοκρατία» παραμένει ανεκτική και γενναιόδωρη, αλλά μέχρις ενός σημείου…