H πανδημία του SARS-CoV-2 βρήκε την κυρία Ελένη Ιασωνίδου, παιδίατρο στη Θεσσαλονίκη, μητέρα δίδυμων δίχρονων τότε κοριτσιών, ιδιαίτερα απασχολημένη. «Οι υποχρεώσεις μέσα στην ημέρα πολλές, αλλά κατάφερνα πάντα να αντεπεξέρχομαι, είχα καλή φυσική κατάσταση, γυμναζόμουν συστηματικά» λέει στο ΒΗΜΑ-Science. Και ύστερα, τον Οκτώβριο του 2020, όταν ακόμη δεν υπήρχαν εμβόλια για τον SARS-CoV-2, η ζωή της κυρίας Ιασωνίδου άλλαξε άρδην ελέω της COVID-19.

Στην οξεία φάση της νόσου τα συμπτώματά της ήταν ήπια. «Είχα μια έξαρση του άσθματος από το οποίο πάσχω, ρινίτιδα, ανοσμία και αγευσία, ωστόσο δεν εμφάνισα ποτέ πυρετό. Καθ όλη τη διάρκεια της καραντίνας ήμουν πλήρως λειτουργική. Και όταν η καραντίνα μου τελείωσε επέστρεψα ανακουφισμένη στη δουλειά μου». Μια ανακούφιση που δεν κράτησε για πολύ. «Περί τις 20 ημέρες μετά, ξύπνησα ένα πρωί με έντονη ταχυκαρδία. Διαγνώσθηκα με περικαρδίτιδα. Στις επόμενες δέκα ημέρες ανέπτυξα και εκδηλώσεις από το δέρμα, πολύ επώδυνη ουλίτιδα, πάρα πολύ έντονη δύσπνοια – δεν μπορούσα ούτε να μιλήσω – και πόνο στο στήθος. Η αξονική τομογραφία δεν έδειξε πνευμονία. Ελαβα επί δύο μήνες θεραπεία με κολχικίνη και κορτιζόνη και πίστεψα ότι το ξεπέρασα». Μετά το τέλος της θεραπείας όμως τα συμπτώματα επανήλθαν και μάλιστα «διανθίστηκαν». «Ξαναφούντωσε ο βήχας και το άσθμα, άρχισαν η τριχόπτωση και εκδηλώσεις από άλλα συστήματα. Είχα μπει στον φαύλο κύκλο της Long COVID, σε ένα μοτίβο εξάρσεων και υφέσεων που καθόριζε τη ζωή μου».

«Φως στο τούνελ» της μακράς COVID η κυρία Ιασωνίδου πίστεψε ότι είδε όταν εμβολιάστηκε. «Τις πρώτες εβδομάδες από το εμβόλιο νόμισα ότι επιτέλους όλα τελείωσαν, αλλά στη συνέχεια, πέρυσι το καλοκαίρι, πέρασα μια πολύ μεγάλη υποτροπή με βράγχο της φωνής και έρπητα ζωστήρα. Από τότε περίπου τον μισό μήνα κάθε μήνα βρίσκομαι σε υποτροπή και τον άλλο μισό νιώθω καλύτερα. Στις υποτροπές έχω βήχα, βραχνάδα, λαχάνιασμα ακόμη και όταν μιλώ ή περπατώ, έντονη ορθοστατική ταχυκαρδία, εξαντλητική κόπωση».

Τα «απόνερα» της νόσησης με τον SARS-CoV-2 είναι εξουθενωτικά για μια μερίδα ασθενών, και όπως κατέδειξε πρώτη ελληνική μελέτη σε άτομα με σύνδρομο μακροχρόνιας COVID η βαρύτητα της νόσου δεν είναι προϋπόθεση για την επιμήκυνσή της. Ειδικοί και ασθενείς περιγράφουν τις ιδιαιτερότητες της σύνθετης παθολογικής οντότητας, για την οποία αγνοούμε ακόμη πολλά

 

Σύλλογος- «σωσίβιο»

Αυτές τις ημέρες αισθάνεται καλά αλλά ζει συνεχώς με τον φόβο της επόμενης υποτροπής ενός προβλήματος στο οποίο ούτε οι γιατροί μπορούν, όπως λέει, να δώσουν λύση, αφού δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία για τη μακρά COVID. Η κυρία Ιασωνίδου, ούσα γιατρός, αντιλαμβάνεται πλήρως ότι μιλάμε για μια νέα νοσολογική οντότητα, την οποία πολλές φορές δεν αναγνωρίζουν οι γιατροί, και ότι τόσο η ίδια όσο και οι υπόλοιποι ασθενείς με Long COVID «κολυμπάνε» αυτή τη στιγμή σε αχαρτογράφητα νερά χωρίς να ξέρουν αν και πότε θα καταφέρουν να βγουν… ασφαλείς στη στεριά. Θέλοντας ωστόσο να βρει ένα «σωσίβιο» σε αυτό το δύσκολο ταξίδι αλλά και να μοιραστεί τα όσα βίωνε με άλλους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα, δημιούργησε στο Facebook τον Μάρτιο του 2021 τη «Long COVID: Ελληνική Ομάδα Υποστήριξης» η οποία αριθμεί πλέον 2.500 μέλη. Η Ομάδα, η οποία είναι η μόνη του είδους της στην Ελλάδα – υπάρχει μόνο άλλη μία που αφορά αποκλειστικά την παροσμία και την ανοσμία -, έχει γίνει μέλος διεθνών οργανισμών για τη μακρά COVID, ενώ από τον περασμένο Δεκέμβριο έχει πλέον συσταθεί και επισήμως ο «Σύλλογος Ασθενών με Long COVID» (οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να τον επισκεφθούν στην ιστοσελίδα longcovidgreece.gr). «Εχουμε ήδη συναντηθεί δύο φορές με τον υπουργό Υγείας και έχει γίνει συνεννόηση για τη δημιουργία δύο κέντρων αναφοράς στη χώρα μας για Long COVID – το ένα έχει ήδη ξεκινήσει τη λειτουργία του στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και το δεύτερο οργανώνεται στο νοσοκομείο Παπαγεωργίου στη Θεσσαλονίκη».

Περί τα 3 εκατομμύρια κρούσματα COVID-19 έχουν επιβεβαιωθεί από την αρχή της πανδημίας ως σήμερα στη χώρα μας.

Μελέτη – οδηγός

Η σημαντική «δεξαμενή» των ασθενών της Ελληνικής Ομάδας Long COVID αποτέλεσε μάλιστα τη βάση για τη διεξαγωγή της πρώτης μελέτης στη χώρα μας που αφορά άτομα με Long COVID στην κοινότητα – η δημοσίευση της διεπιστημονικής αυτής μελέτης, της οποίας κύρια συγγραφέας ήταν η αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) στη Μονάδα Πνευμονολογίας και Αναπνευστικής Ανεπάρκειας της Α΄ Κλινικής Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» κυρία Παρασκευή Κατσαούνου (φωτογραφία αριστερά), αναμένεται σύντομα στην επιθεώρηση «Journal of Personalized Medicine».

Οπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι ερευνητές, εκτιμάται ότι ποσοστό της τάξεως του 3%-12% των ατόμων που μολύνονται παγκοσμίως με SARS-CoV-2 έχει συμπτώματα 12 εβδομάδες μετά την αρχική λοίμωξη – και αυτό ορίζεται ως μακρά COVID, η οποία αναγνωρίστηκε επισήμως ως νέο σύνδρομο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας το 2021. Στη μελέτη συμμετείχαν 208 ασθενείς με μακρά COVID ηλικίας 18 ετών και άνω (8 στους 10 ήταν γυναίκες) οι οποίοι απάντησαν σε ειδικό ερωτηματολόγιο – εξ αυτών η πλειονότητα (68,8%) δεν είχε νοσηλευθεί (μάλιστα μόλις το 1,3% των ερωτηθέντων είχε νοσηλευθεί σε ΜΕΘ) και είχε διαγνωσθεί με εμμένοντα συμπτώματα πριν από διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών (66,8%).

12% των κρουσμάτων COVID εκτιμάται ότι μπορεί να εμφανίσουν μακρά COVID – μάλιστα κάποιες μελέτες από το εξωτερικό ανεβάζουν αυτό το ποσοστό έως και στο 30%.

«Ισονομία» συμπτωμάτων

Δεκαοκτώ διαφορετικά συμπτώματα με κυριότερα την κόπωση, την ταχυκαρδία, τη δύσπνοια και την παροσμία αναφέρθηκαν τόσο από τους ασθενείς που είχαν νοσηλευθεί με COVID-19 όσο και από εκείνους που δεν νοσηλεύθηκαν. Οι συγγραφείς αναφέρουν ότι «ήταν αξιοσημείωτο πως ασθενείς με ήπια συμπτώματα στην οξεία φάση της λοίμωξης υπέφεραν από τα ίδια εμμένοντα συμπτώματα με εκείνους που νοσηλεύθηκαν». Συγκεκριμένα με βάση τα ευρήματα, το 68,5% των ασθενών που δεν είχαν νοσηλευθεί συνέχιζε να εμφανίζει κόπωση, το 16,8% δύσπνοια, το 28,7% αδυναμία συγκέντρωσης και το 28% ταχυκαρδία, ακόμη και μετά από έξι μήνες ή και έναν χρόνο από τη διάγνωση. Κοινά ήταν επίσης τα δερματικά συμπτώματα, με κυριότερο την παρατεταμένη τριχόπτωση αλλά και την ακμή, την ψωρίαση, το εξάνθημα.

Οι ερευνητές γράφουν ότι «η πλειονότητα των συμπτωμάτων όπως περιγράφηκαν από τους ασθενείς φαίνεται να συνδέονται με το νευρικό σύστημα – το 75% των συμμετεχόντων είχε τουλάχιστον ένα νευρολογικό πρόβλημα μήνες μετά τη λοίμωξη». Συμπληρώνουν ότι σχεδόν το 78% των συμμετεχόντων ανέφερε μυοσκελετικά προβλήματα τα οποία ήταν 8,7 φορές πιο συχνά στους ασθενείς που είχαν νοσηλευθεί σε σύγκριση με όσους είχαν περάσει ήπια την οξεία φάση της νόσου.

Υπογραμμίζεται ότι το 73,6% των ερωτηθέντων ήταν εμβολιασμένοι και το 26,4% ανεμβολίαστοι. Μεταξύ των εμβολιασμένων μόνο το 20,4% ανέφερε βελτίωση των συμπτωμάτων της μακράς COVID μετά τον εμβολιασμό.

Περισσότερα από 200 συμπτώματα μακράς COVID έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα.

Ελλιπής ενημέρωση γιατρών

Σε ό,τι αφορούσε την αποκατάσταση για τη μακρά COVID, το 51% των ασθενών δεν είχε ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα αποκατάστασης. Μάλιστα μόλις το 12% παρακολουθείτο σε κάποιο δημόσιο νοσοκομείο για την αντιμετώπιση του συνδρόμου. Περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες δεν παρακολουθούνταν συστηματικά από κάποιον γιατρό ενώ τρεις στους δέκα παρακολουθούνταν από ιδιώτες γιατρούς – είναι άξιο λόγου ότι το 42,3% είχε επισκεφθεί ως και 10 διαφορετικούς γιατρούς για να βρει λύση στα συμπτώματά του και το 47,6% είχε ξοδέψει τουλάχιστον 500 ευρώ σε γιατρούς. Και μέσα σε όλα αυτά πολλοί γιατροί, με βάση πάντα τις απαντήσεις, δεν γνώριζαν τη μακρά COVID – για την ακρίβεια, το 46,6% των ασθενών απάντησαν ότι οι γιατροί που επισκέφθηκαν δεν είχαν συγκεκριμένες γνώσεις για το σύνδρομο.

Συνοψίζοντας οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι η γνώση των γιατρών σχετικά με τις επιπτώσεις της Long COVID φαίνεται να είναι αρκετές φορές μικρή ,ενώ οι θεραπευτικές επιλογές που οφείλουν να ενσωματώνουν στοχευμένα προγράμματα αποκατάστασης είτε δεν είναι διαθέσιμες στη χώρα μας είτε δεν υπάρχουν στο πλάνο διαχείρισης των ασθενών με μακρά COVID. Καταλήγουν τονίζοντας πως με δεδομένο ότι η μακρά COVID αποτελεί μια πολυσυστηματική οντότητα, απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση αντιμετώπισής της που θα περιλαμβάνει διεπιστημονικές ομάδες για τη διάγνωση και τη θεραπεία του συνδρόμου.

Κέντρα αναφοράς

Για όλους αυτούς τους λόγους η δημιουργία των δύο πρώτων κέντρων αναφοράς για τη Long COVID στη χώρα μας «αποτελεί απαραίτητο βήμα για την ανακούφιση πολλών ασθενών που αυτή τη στιγμή βασανίζονται» λέει στο ΒΗΜΑ-Science η κυρία Κατσαούνου (φωτογραφία αριστερά), δημιουργός του διεπιστημονικού Post Covid Ιατρείου του «Ευαγγελισμού» που δέχεται νοσηλευθέντες και μη ασθενείς, η οποία είναι και η επικεφαλής του Κέντρου Αναφοράς για τη Long COVID στον «Ευαγγελισμό». Οπως προσθέτει, οι γιατροί μαζί με τον Σύλλογο Ασθενών έχουν βρει «ευήκοα ώτα» στο υπουργείο Υγείας που δείχνει έντονη βούληση για βοήθεια και κάλυψη των (πολλών και εξειδικευμένων) εξετάσεων που χρειάζονται αυτοί οι ασθενείς. Η καθηγήτρια μας ενημερώνει μάλιστα ότι η συνολική πρόταση του Συλλόγου Ασθενών αφορά τη δημιουργία επτά κέντρων αναφοράς για τη long COVID στη χώρα (2 εκ των οποίων παιδιατρικά).

Σύμφωνα με την κυρία Κατσαούνου «είναι σημαντικό ότι μέσα από τα κέντρα αναφοράς θα υπάρχει μια διεπιστημονική προσέγγιση των ασθενών και υποβολή τους σε εξειδικευμένες εξετάσεις. Για παράδειγμα, στον «Ευαγγελισμό» οι ασθενείς υποβάλλονται σε έλεγχο της δύσπνοιας με εργοσπιρομετρία, μια εξέταση που μοιάζει με το τεστ κοπώσεως της καρδιάς αλλά μελετά ταυτοχρόνως αναπνευστικές και μεταβολικές παραμέτρους ώστε να αποκαλύψει το αίτιο της δύσπνοιας. Επίσης όσο περνά ο καιρός μαθαίνουμε με ποιον τρόπο πρέπει να διεξάγουμε ακόμη και τις συμβατικές εξετάσεις. Ενας ασθενής π.χ. με ορθοστατική ταχυκαρδία εμφανίζει φυσιολογικό καρδιογράφημα όταν είναι ξαπλωμένος αλλά το καρδιογράφημα είναι μη φυσιολογικό όταν βρίσκεται σε όρθια θέση και οι καρδιολόγοι μας το γνωρίζουν αυτό πλέον. Το ταξίδι της γνώσης μας για τη μακρά COVID είναι… μακρύ και συνεχώς εμπλουτίζεται».

Οδηγίες post COVID

Σε ό,τι αφορά τους ασθενείς που μόλις ανέρρωσαν από COVID-19, είναι επόμενο όλα όσα διαβάζουν για τη Long COVID να προκαλούν άγχος για το αν μπορεί να χτυπήσει και τη δική τους πόρτα. Η καθηγήτρια συμβουλεύει λοιπόν τους ασθενείς που εμφανίζουν εμμένοντα συμπτώματα, ακόμη και αν η νόσος τους ήταν ήπια στην οξεία φάση της «να επισκεφθούν τον οικογενειακό τους γιατρό έναν μήνα μετά τη νόσηση, ο οποίος θα τους εξετάσει και θα τους υποβάλει σε βασικό εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο. Αν βρεθεί παθολογία ή τα συμπτώματα επιμένουν μετά τον τρίτο μήνα, θα πρέπει οι ασθενείς να παραπεμφθούν περαιτέρω στις κατάλληλες δομές».

«Ψυχή» του δεύτερου κέντρου αναφοράς που οργανώνεται στη Θεσσαλονίκη είναι η νευρολόγος, διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, διευθύντρια της Νευρολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Παπαγεωργίου κυρία Γεωργία Δερετζή (φωτογραφία αριστερά). Οπως σημειώνει η κυρία Δερετζή «το σύνδρομο μακροχρόνιας COVID αποτελεί μια νέα μεγάλη πρόκληση για την ιατρική κοινότητα. Εχουμε δει ότι ποσοστό της τάξεως του 10%-12% των ασθενών που νοσηλεύσαμε, και οι οποίοι ανέρχονται σε 4.900, εμφανίζει συνεχιζόμενα ή και νέα συμπτώματα από έναν μέχρι έξι ή και περισσότερους μήνες από την οξεία φάση της λοίμωξης. Το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα φαίνεται να αποτελεί κύριο στόχο της μακράς COVID, το οποίο επηρεάζεται από την έκλυση φλεγμονωδών παραγόντων όπως οι κυτταροκίνες. Συχνές post COVID καταστάσεις περιλαμβάνουν την ομιχλώδη σκέψη, τη νοητική επιβράδυνση, τα γνωσιακά ελλείμματα, τις διαταραχές του ύπνου, τη ζάλη, τις εμβοές. Η επίπτωση στην ποιότητα ζωής είναι πολύ μεγάλη – στοιχεία δείχνουν ότι τα 2/3 των ασθενών αναφέρουν δυσλειτουργία στην επαγγελματική και κοινωνική ζωή τους».

Δεν είναι λίγες οι φορές που εμμένοντα συμπτώματα σαν και αυτά αποδίδονται σε ψυχολογικούς παράγοντες. «Και όμως υπάρχει αποτύπωσή τους μέσω νευρολογικών εξετάσεων» επισημαίνει η κυρία Δερετζή. «Για παράδειγμα, μέσω εξέτασης που απαιτεί ειδικό λογισμικό αποτυπώνεται μείωση του όγκου του εγκεφάλου σε ασθενείς με Long COVID – κάτι που δεν φαίνεται στη μαγνητική τομογραφία».

Η μακρά COVID είναι ένα πρόβλημα υπαρκτό, τονίζει η ειδικός. «Το βασικό για τους γιατρούς είναι να ακούνε τους ασθενείς οι οποίοι δεν «βγάζουν» τα συμπτώματα από το μυαλό τους αλλά υποφέρουν, και να αναπτύξουν τα κατάλληλα εργαλεία για τη διάγνωσή τους. Απαιτείται επίσης σωστή ενημέρωση της επιστημονικής κοινότητας και του κοινού και ιχνηλάτηση των περιστατικών στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας ώστε να γίνεται παραπομπή τους στη συνέχεια στα κατάλληλα κέντρα».

 

Αποκατάσταση ασθενών και αλήθειας

Ενα σημαντικό κεφάλαιο για να επιστρέψουν οι ασθενείς με μακρά COVID κατά το δυνατόν στη φυσιολογική ζωή τους είναι η αποκατάσταση – η οποία, όπως έδειξε και η ελληνική μελέτη, μάλλον μπαίνει σε τελευταία μοίρα.

Οπως λέει στο ΒΗΜΑ-Science ο γιατρός Φυσικής Ιατρικής και Αποκατάστασης στο 414 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ειδικών Νοσημάτων κ. Αντώνιος Κονταξάκης «η αποκατάσταση φαίνεται να υπολείπεται τόσο σε άτομα που είχαν νοσήσει ήπια όσο και σε ασθενείς που είχαν νοσηλευθεί. Προσφάτως μόνο παραπέμφθηκαν σε εμένα δύο-τρία άτομα που είχαν νοσήσει ήπια και είχαν συμπτώματα μακράς COVID, ενώ επίσης από αναζήτησή μου σχετικά με νοσηλευθέντες ασθενείς παρατήρησα ότι ενώ το 40% συνέχιζε να έχει συμπτώματα στους τέσσερις μήνες από τη νόσηση, μόλις το 8% είχε παραπεμφθεί σε υπηρεσίες αποκατάστασης. Παρότι υπάρχει πλέον πρωτόκολλο για την αποκατάσταση των ασθενών, δεν φαίνεται να υπάρχει εγρήγορση για το ζήτημα από τους γιατρούς της οξείας φροντίδας. Ωστόσο τα άτομα αυτά χρειάζονται αποκατάσταση από ειδικούς, χρειάζεται να λάβουν συγκεκριμένες οδηγίες αυτοδιαχείρισης ώστε να επιτύχουν τη διαβαθμισμένη επιστροφή στην καθημερινότητά τους. Και αυτό αφορά και ήπια νοσήσαντες».

Τα παρακάτω λόγια της κυρίας Ιασωνίδου μάλλον αποτελούν τον καλύτερο επίλογο για ένα θέμα του οποίου, όπως όλα δείχνουν, μάλλον μόλις έχει γραφτεί μόνο ο… πρόλογος: «Οταν τον 19ο αιώνα δεν ήταν γνωστές οι παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα και δεν υπήρχε η θεραπεία με θυροξίνη, οι συγκεκριμένοι ασθενείς θεωρούνταν ψυχιατρικές περιπτώσεις. Αυτό, όπως απέδειξε η Ιστορία, δεν σήμαινε ότι οι θυροειδοπάθειες ήταν ανύπαρκτες. Το ίδιο συμβαίνει τώρα με τη μακρά COVID, η οποία είναι υπαρκτή και πρέπει η επιστήμη να βρει τον τρόπο διάγνωσης και θεραπείας της για το καλό εκατομμυρίων ασθενών παγκοσμίως και κατ’ επέκταση για τη βιωσιμότητα των ίδιων των συστημάτων υγείας».

Πρόγραμμα του Εθνικού Θεάτρου βοηθά τους ασθενείς

Η τέχνη μπορεί να είναι το «βάλσαμο» για ασθενείς με μακρά COVID στη χώρα μας, όπως αποδεικνύει ένα πρωτοποριακό πρόγραμμα που διεξάγεται από το Εθνικό Θέατρο σε συνεργασία με τα Long COVID ιατρεία των νοσοκομείων «Αττικόν», «Σωτηρία» και «Ευαγγελισμός». Πρόκειται για ένα δωρεάν διαδικτυακό εργαστήριο που αφορά την επανεκπαίδευση της αναπνοής και της φωνής των Post και Long COVID ασθενών οι οποίοι εμφανίζουν δύσπνοια, δυσφωνία και άγχος. Το εργαστήριο, του οποίου έχουν ήδη συμπληρωθεί δύο κύκλοι ενώ τώρα ξεκινά ο τρίτος, σχεδίασε και συντονίζει η κυρία Αγγελική Τουμπανάκη (φωτογραφία αριστερά), διδάκτορας Μοριακής Ογκολογίας, βοκαλίστρια, εκπαιδεύτρια φωνής και μέλος της διεπιστημονικής ομάδας Voice Mentoring για την αποκατάσταση ασθενών με φωνητικές διαταραχές. Οπως εξηγεί η δρ Τουμπανάκη στο ΒΗΜΑ-Science «το εργαστήριο ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΝΕΙ ΠΝΟΗ είναι εμπνευσμένο από το πρόγραμμα ENO Breathe της English National Opera, σε συνεργασία με το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) της Μεγάλης Βρετανίας, τα αποτελέσματα του οποίου είναι εντυπωσιακά, παρέχοντας σημαντική σωματική και συναισθηματική υποστήριξη σε όσους ασθενείς βιώνουν συμπτώματα Long COVID, και καταδεικνύοντας πως η τέχνη και η επιστήμη μπορούν να λειτουργήσουν υπέροχα μαζί».

Στο εργαστήριο χρησιμοποιούνται ως σημείο εκκίνησης μουσικές από όλο τον κόσμο, φωνητικά παιχνίδια, φωνητικές τεχνικές και ένα ειδικά διαμορφωμένο ασκησιολόγιο για τους συμμετέχοντες το οποίο εξασκούν στον δικό τους χρόνο, ως εργαλείο αυτοδιαχείρισης.
Η δρ Τουμπανάκη μας πληροφορεί ότι μέχρι στιγμής 43 ασθενείς ηλικίας 27-70 ετών (26 γυναίκες και 17 άνδρες) έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα. «Οι ασθενείς παρατήρησαν σημαντική βελτίωση σε συμπτώματα όπως δύσπνοια, δυσφωνία, μυϊκοί πόνοι, γνωστικές λειτουργίες ενώ σημείωσαν παράλληλα πως το ασκησιολόγιο αλλά και η διαδικασία του τραγουδίσματος τους προσέφερε ψυχική και σωματική ευεξία. Μάλιστα, το τελευταίο εργαστήριο κάθε κύκλου γίνεται διά ζώσης και εκεί όλοι οι ασθενείς ενώνουν τις φωνές τους σε μια χορωδία με το κοινό τραγούδισμα να τους προσφέρει μεγάλη χαρά».

Ενας από τους ασθενείς που έχουν ολοκληρώσει το εργαστήριο είναι ο 35χρονος Τάσος Θεοτόκης ο οποίος νόσησε στο πρώτο κύμα της πανδημίας. «Η νόσησή μου ήταν ήπια. Ωστόσο εμφάνισα στη συνέχεια δύσπνοια και βάρος στο στέρνο που σχεδόν δυο χρόνια τώρα ήταν οι μόνιμοι “σύντροφοί” μου. Ακουσα για το εργαστήριο του Εθνικού Θεάτρου στο ραδιόφωνο και δήλωσα συμμετοχή. Το εργαστήριο μου προσέφερε πολλά. Ζω πλέον δίχως δύσπνοια. Και η επαφή με άλλους ασθενείς που είχαν και εκείνοι να παλέψουν με τα κατάλοιπα της COVID ήταν μια λυτρωτική διαδικασία για όλους μας».

Οι ενδιαφερόμενοι για τον 3ο κύκλο των εργαστηρίων που ξεκινούν από αύριο Δευτέρα μπορούν να επικοινωνούν με την κυρία Γιώτα Μπάκα, τηλ. 2107001469 (εσωτ. 317), e-mail: gmpaka@n-t.gr.

Ιδια συμπτώματα σε ήπια και βαριά νοσήσαντες

Η εμπειρία των Post Covid Ιατρείων των δημόσιων νοσοκομείων

Το κύριο υπολειμματικό σύμπτωμα στα άτομα που είχαν εμφανίσει πνευμονία λόγω COVID είναι η δύσπνοια στην κόπωση

Μέχρι σήμερα τα Post Covid Ιατρεία των δημοσίων νοσοκομείων ασχολούνται κατά κύριο λόγο με την παρακολούθηση ασθενών που νοσηλεύθηκαν με βαριά COVID. Ιδού τι δείχνει η μέχρι στιγμής εμπειρία, όπως μας τη μεταφέρουν οι υπεύθυνοί τους.

Το Ιατρείο Post COVID της Γ’ Παθολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ που λειτουργεί σε συνεργασία με τη 2η Πνευμονολογική Κλινική στο Νοσοκομείο «Σωτηρία» έχει δεχθεί από την ίδρυσή του τον Μάιο του 2020 περί τους 600 ασθενείς, μας ενημερώνει η παθολόγος-λοιμωξιολόγος, επίκουρη καθηγήτρια κυρία Γαρυφαλλιά Πουλάκου (φωτογραφία αριστερά). Οι περισσότεροι ασθενείς που καταφεύγουν στο Ιατρείο «εμφανίζουν δύσπνοια στην κόπωση, πόνο στο στήθος, αστάθεια της αρτηριακής πίεσης, πονοκεφάλους και διαταραχές στη συγκέντρωση. Με την πάροδο του χρόνου τα συμπτώματα υποχωρούν, ωστόσο υπάρχει ένα ποσοστό της τάξεως του 5% στους οποίους τα συμπτώματα επιμένουν μετά τους τρεις μήνες από τη νόσηση ή παρουσιάζονται καινούργια. Συμπτώματα για διάστημα μεγαλύτερο του έτους παρουσιάζει περίπου το 1% των ασθενών που παρακολουθούμε». Οπως σημειώνει η καθηγήτρια, η Long COVID αποτελεί ένα πρόβλημα σημαντικό και υπαρκτό που αφορά και άτομα τα οποία είχαν νοσήσει ήπια. «Μερικά από τα χρονιότερα περιστατικά που βλέπουμε αφορούν ανθρώπους που νόσησαν ελαφρά. Μάλιστα οι ήπια νοσήσαντες δεν φαίνεται να εμφανίζουν διαφορετικά συμπτώματα μακράς COVID από όσους νοσηλεύθηκαν – η εμφάνιση των εμμενόντων συμπτωμάτων δεν δείχνει να συνδέεται με τη βαρύτητα της νόσου».

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας του ΕΚΠΑ, πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας και υπεύθυνος του Ιατρείου Post CΟVID της Πνευμονολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «Αττικόν» κ. Στυλιανός Λουκίδης (φωτογραφία αριστερά) αναφέρει ότι «στο Ιατρείο Post COVID του “Αττικόν” έχουμε διαχειριστεί μέχρι τώρα περί τα 90 άτομα τα οποία είχαν όλα νοσηλευθεί. Το κύριο υπολειμματικό σύμπτωμα στα άτομα που είχαν εμφανίσει πνευμονία λόγω COVID είναι η δύσπνοια στην κόπωση. Καταγράφονται επίσης ψυχολογικές διαταραχές όπως το άγχος και η κατάθλιψη, ειδικά σε όσους ασθενείς νοσηλεύθηκαν σε ΜΕΘ».

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας και διευθυντής της Πανεπιστημιακής Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ηρακλείου κ. Νικόλαος Τζανάκης σημειώνει ότι στο Ιατρείο Post COVID του ΠΑΓΝΗ, το οποίο έχουν μέχρι σήμερα επισκεφθεί περισσότερα από 80 άτομα, «υπάρχουν κάποιοι ασθενείς τους οποίους παρακολουθούμε εδώ και οκτώ μήνες». Σε ό,τι αφορά τη θεραπεία «τους χορηγούμε σχήματα τα οποία έχουμε δει ότι μπορούν να τους ωφελήσουν. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία – υπάρχουν κάποιες υπό δοκιμή θεραπευτικές επιλογές, καθώς και κάποιες οδηγίες για χορήγηση κατά κύριο λόγο κορτικοειδών».

Ο κ. Αθανάσιος Ζαχαρίας, πνευμονολόγος, επιμελητής στην Κλινική Αναπνευστικής Ανεπάρκειας του Νοσοκομείου Γ. Παπανικολάου της Θεσσαλονίκης, σημειώνει ότι το ιατρείο Post CΟVID του Νοσοκομείου δέχεται και ασθενείς που είχαν νοσήσει ήπια. «Οι περισσότεροι ασθενείς που βλέπουμε το τελευταίο διάστημα νόσησαν ήπια ή ήταν ασυμπτωματικοί – και το κύριο εμμένον σύμπτωμά τους είναι η κόπωση, η οποία είναι πολύ δύσκολα διαχειρίσιμη, αλλά και η παράδοξη ταχυκαρδία (inappropriate tachycardia). Για αυτό και έχουμε μια διεπιστημονική ομάδα – συνεργαζόμαστε στενά με νευρολόγους αλλά και με εργοθεραπευτές και φυσιοθεραπευτές». Ο κ. Ζαχαρίας υπογραμμίζει ότι οι περισσότεροι ασθενείς με εμμένοντα συμπτώματα που φθάνουν στο Ιατρείο είναι ανεμβολίαστοι.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Συνεχίζω να ζω στη σκιά της COVID

Η 41χρονη κλινική ψυχολόγος Φαίη Βασιλειάδου «συναντήθηκε» με τον SARS-CoV-2 τον περασμένο Μάιο. Ιδού η ιστορία της:

«Νόσησα 10 ημέρες πριν από το ραντεβού μου για εμβολιασμό. Μέχρι την ημέρα που νόσησα ήμουν ένα άτομο που γυμναζόταν συστηματικά, που δούλευε 12 ώρες τη μέρα, ένα άτομο υγιές. Η νόσηση με τον κορωνοϊό δεν ήταν εύκολη, ωστόσο δεν χρειάστηκε να φθάσω στο νοσοκομείο. Είχα πόνους στα κόκαλα, πόνους στο στέρνο, πυρετό, οριακό οξυγόνο. Ο πυρετός έπεσε τελικά μετά από οκτώ με εννιά ημέρες, ωστόσο συνέχισα να έχω ως «συντρόφους» εξαντλητικά συμπτώματα. Στην αρχή δεν μπορούσα να μιλήσω ούτε για 30 δευτερόλεπτα και λαχάνιαζα, ήταν άθλος για μένα να πάω μέχρι το μπάνιο, είχα πόνους στο στομάχι, ήμουν συνεχώς ξαπλωμένη.  Στις 10 ημέρες δεν μπορούσα ούτε να κατέβω μια σκάλα, μου ήταν αδύνατον να οδηγήσω αφού ο εγκέφαλός μου ένιωθα να με προδίδει. Εμφάνισα ορθοστατική ταχυκαρδία, πήγαινα στη δουλειά μου και δεν καταλάβαινα τι διάβαζα, στο σούπερ μάρκετ δεν μπορούσα ούτε να κρατήσω τα πράγματα που έπιανα στα ράφια. Κοιμόμουν ατελείωτα και το πρωί ήμουν πτώμα. Στον 3ο μήνα από τη νόσηση εμφάνισα τρομερές αϋπνίες και έντονο πόνο στον θώρακα. Μέχρι τότε νόμιζα ότι το θέμα μου ήταν ψυχολογικό αλλά αποφάσισα να μπω στη διαδικασία εξετάσεων αφού έβλεπα την κατάσταση να παρατείνεται. Υποβλήθηκα σε σειρά εξετάσεων, ωστόσο δεν υπήρχαν κλινικά ευρήματα. Και όμως εγώ βίωνα συνεχώς πόνους – στον θώρακα, στην πλάτη, συνέχιζα να μην μπορώ να περπατήσω ούτε πέντε λεπτά. Οκτώ ολόκληρους μήνες ζούσα με συμπτώματα και καθώς οι γιατροί δεν είχαν να μου χορηγήσουν κάποια συγκεκριμένη θεραπεία, έπαιρνα συμπληρώματα, ακολουθούσα διατροφή υπό την παρακολούθηση διατροφολόγου προκειμένου να ενισχύσω τον οργανισμό μου. Καταλυτικό ήταν για εμένα το εμβόλιο – μετά τη δεύτερη δόση ένιωσα πολύ καλύτερα. Εχω επανέλθει πλέον, έναν χρόνο μετά, αλλά όχι πλήρως. Η COVID συνεχίζει όμως να «στοχειώνει» τη ζωή μου. Αν κουραστώ έστω και λίγο παραπάνω μια ημέρα την επόμενη είμαι ράκος. Εχω αλλάξει τα ωράριά μου καθώς πλέον δεν μπορώ να εργάζομαι πολλές ώρες. Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο από όλα είναι ότι σκέφτομαι συνεχώς πλέον ως ασθενής, σχεδιάζω όλη τη ζωή μου με μόνο στόχο το να μην υποτροπιάσω. Η COVID με έχει αλλάξει και συνεχίζει να κυριεύει τις σκέψεις αλλά και τις πράξεις μου».

***

«Κλειδί» η σχέση εμπιστοσύνης ασθενούς- γιατρού

Δρ Σταματούλα Τσικρικά, πνευμονολόγος στο νοσοκομείο «Σωτηρία», Πρόεδος της Ενωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας

Σε ένα νόσημα που ακόμα μαθαίνουμε όλοι και του οποίου τη δυναμική βιώνουμε σε πραγματικό χρόνο, η νεοδιαμορφούμενη σχέση ασθενούς με Long COVID και επαγγελματία υγείας είναι πολύ ιδιαίτερη και διαπροσωπική, με συνεχή επικοινωνία και ανταλλαγή γνώσεων και απόψεων.

Ο ασθενής με  Long COVID οφείλει να εμπιστεύεται τον θεράποντα γιατρό του ο οποίος έχει δεσμευτεί να παρέχει με το μέγιστο ήθος και επιστημονική γνώση τις υπηρεσίες του. Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι η ιατρική παραπληροφόρηση, η «ιατρική» του Διαδικτύου αμφιβόλου αξιοπιστίας, η ανειλικρίνεια, η έλλειψη σεβασμού, ευγένειας, μη συμμόρφωσης και εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του θεράποντα γιατρού επιφέρουν περισσότερη σύγχυση και άγχος παρά συνδράμουν στην επίλυση του προβλήματος.

Ο θεράπων ιατρός, ο οποίος πολλές φορές αποτελεί μέρος μιας ολόκληρης διεπιστημονικής ομάδας, οφείλει να ενημερώνει λεπτομερώς για τα επόμενα βήματα και το πλάνο αντιμετώπισης του συνδρόμου και μέσω μιας αμοιβαίας αγαστής συνεργασίας να λαμβάνονται από κοινού με τον ασθενή οι τεκμηριωμένες αποφάσεις προς όφελός του. Επιπροσθέτως, οφείλει να αφιερώνει τον απαιτούμενο χρόνο και την επιβάλλουσα προσοχή, τηρώντας το ιατρικό απόρρητο, το απαιτούμενο επίπεδο αντικειμενικότητας, ευγένειας και ενσυναίσθησης.

Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα αν είμαστε στο τέλος της πανδημίας, αλλά είναι σίγουρο ότι έχει γίνει η απαρχή της ανασυγκρότησης της σχέσης ασθενούς-επαγγελματία υγείας με μια νέα δυναμική σχετικά με μία νόσο την οποία ο γιατρός πιθανότατα έχει ζήσει στο «πετσί» του έχοντας υπάρξει και ο ίδιος ασθενής.

* Τα post COVID Ιατρεία των δημοσίων νοσοκομείων που λειτουργούν στη χώρα μας εντοπίζονται σε αυτή την ηλεκτρονική διεύθυνση 

Και παιδιά στο «στόχαστρο» της Long Covid

H… long περιπέτεια της 17χρονης Τ.Β. (τα στοιχεία της βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας, ωστόσο λόγω του ότι είναι ανήλικη, τόσο η ίδια όσο και οι γονείς της δεν επιθυμούν τη δημοσίευσή τους) με τη Long COVID ξεκίνησε το Πάσχα του 2021, όταν μολύνθηκε με τον SARS-CoV-2. Ηταν ανεμβολίαστη, καθώς εκείνη την περίοδο δεν είχε ακόμη ανοίξει η πλατφόρμα των ραντεβού για την ηλικιακή ομάδα της. Αρχικώς το κύριο σύμπτωμά της ήταν έντονος βήχας ο οποίος διήρκεσε τέσσερις ημέρες. Οταν παρήλθε το διάστημα της καραντίνας θεώρησε ότι όλα τελείωσαν αφού ήταν αθλήτρια, χωρίς κανένα πρόβλημα υγείας μέχρι τότε. Δυστυχώς όμως τα μεγάλα προβλήματα μόλις ξεκινούσαν. «Το αμέσως επόμενο διάστημα εμφάνισα πολλά και διαφορετικά συμπτώματα, όπως έντονη κόπωση, ισχυρούς πονοκεφάλους, ομίχλη εγκεφάλου, αδυναμία συγκέντρωσης, δυσκολία στην αναπνοή, γαστρεντερολογικά προβλήματα, μυϊκούς πόνους, μονίμως μπουκωμένη μύτη. Αρχισα με τους γονείς μου να τρέχω από γιατρό σε γιατρό, έκανα πάρα πολλές εξετάσεις οι οποίες έβγαιναν καλές. Πολλοί γιατροί το απέδιδαν στο στρες. Ετσι έκανα συνεδρίες με ψυχολόγο που κατέληξε στο ότι είναι καθαρά ιατρικό το θέμα μου».

Στο Τμήμα Ειδικών Λοιμώξεων του «Αγία Σοφία» τα τελευταία 2 χρόνια έχουν νοσηλευτεί πάνω από 1.000 ασθενείς (βρέφη, παιδιά και έφηβοι) με λοίμωξη COVID-19

 

Αναγνώριση του προβλήματος

Με τη στήριξη των γονιών της και μετά από πολλή αναζήτηση, η 17χρονη ανακάλυψε στο Διαδίκτυο την ομάδα «Long COVID Ελληνική ομάδα υποστήριξης», χάρη στην οποία διαπίστωσε ότι πολύς κόσμος ταλαιπωρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα με τα ίδια ακριβώς συμπτώματα και δεν ήταν ψυχολογικό το θέμα. «Το πρόβλημα είχε πλέον όνομα: λεγόταν Long COVID και επιτέλους αποδεικνυόταν ότι το παιδί μου δεν ήταν κατά φαντασίαν ασθενής» μας είπε η μητέρα της 17χρονης Χ.Ρ. (τα στοιχεία της οποίας επίσης βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας) και προσέθεσε ότι «ευτυχώς το επόμενο διάστημα άρχισε να υπάρχει ενημέρωση και οι γιατροί αναζητούσαν μελέτες που γίνονταν πάνω σε αυτό το πρόβλημα το οποίο εξελίσσεται σε νέα πανδημία». Αφού παρήλθετο 6μηνο από τη νόσηση, η έφηβη ασθενής με Long COVID έκανε το εμβόλιο για τον SARS-CoV-2 και άρχισε να παρουσιάζει σημαντική βελτίωση – πλέον τα κατάλοιπα της νόσου είναι διαχειρίσιμα. Ωστόσο επί μήνες ένα παιδί σε μια τόσο «νευραλγική» ηλικία δεν ήταν σε θέση να λειτουργήσει στην καθημερινότητά του. «Κουραζόμουν υπερβολικά, δεν μπορούσα να διαβάσω και φυσικά δεν μπορούσα να αθληθώ». Η μητέρα της νεαρής κοπέλας σημείωσε ότι «έχει πλέον καταρριφθεί η αρχική εκτίμηση ότι ο κορωνοϊός δεν επιβαρύνει τις νεαρές ηλικίες. Ο κορωνοϊός δεν κάνει διακρίσεις και κανένας δεν ξέρει πώς θα αντιδράσει ο οργανισμός του στον ιό».

Αχαρτογράφητο τοπίο

Το ΒΗΜΑ-Science απευθύνθηκε στην κυρία Βάνα Σπούλου (φωτογραφία αριστερά) καθηγήτρια Παιδιατρικής και Λοιμωξιολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, στην Α΄ Πανεπιστημιακή Παιδιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Παίδων «Αγία Σοφία», προκειμένου να σκιαγραφηθεί – κατά το δυνατόν – το τι συμβαίνει με τη μακρά COVID και τα παιδιά. Η κυρία Σπούλου, η οποία είναι υπεύθυνη του Τμήματος Ειδικών Λοιμώξεων του «Αγία Σοφία», ανέφερε ότι «στο τμήμα Ειδικών Λοιμώξεων τα τελευταία 2 χρόνια έχουν νοσηλευτεί πάνω από 1.000 ασθενείς – βρέφη, παιδιά και έφηβοι – με λοίμωξη COVID-19, ενώ έχει δημιουργηθεί και εξωτερικό ιατρείο παρακολούθησης των ασθενών αυτών για βραχύχρονες και μακρόχρονες επιπτώσεις της λοίμωξης COVID στην υγεία τους». Τι δείχνει λοιπόν η εμπειρία του ιατρείου παρακολούθησης Long COVID του «Αγία Σοφία»; Πρέπει αρχικώς να σημειωθεί ότι το ιατρείο δέχεται παιδιά που είχαν νοσηλευθεί στο νοσοκομείο με COVID-19. «Σε γενικό πλαίσιο κλείνουμε ραντεβού στις 10 με 15 ημέρες μετά το εξιτήριο για το follow-up και ανάλογα με τα ευρήματα μπορεί να κλείσουμε νέα ραντεβού για περαιτέρω παρακολούθηση. Επίσης ερχόμαστε σε επαφή με τους γονείς και στο ένα έτος από τη νοσηλεία ώστε να δούμε την πορεία της υγείας των παιδιών. Αυτό που βλέπουμε στο πρώτο follow-up παιδιών που είχαν εμφανίσει πνευμονία εξαιτίας της COVID είναι ότι οι βλάβες συνεχίζουν να υπάρχουν μετά από 15 ημέρες σε αυτή την post COVID κατάσταση. Απαιτείται διάστημα μεγαλύτερο του μηνός προκειμένου η αξονική τομογραφία των πνευμόνων να είναι φυσιολογική – σε μόνο δύο, τρία περιστατικά που έχουμε παρακολουθήσει οι βλάβες παρέμειναν για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών. Πάντως είναι εξαιρέσεις οι περιπτώσεις παιδιών με μόνιμες βλάβες – στη συντριπτική πλειονότητα ακόμη και των βαρέως νοσησάντων, μετά τον μήνα επανέρχονται οι δείκτες και έτσι τα παιδιά μπορούν να επανέλθουν και στις δραστηριότητές τους» τόνισε η κυρία Σπούλου και συμπλήρωσε πως σε ό,τι αφορά την ήπια νόσηση, η ίδια και η ομάδα της δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα καθώς δεν βλέπουν τέτοια περιστατικά. «Πάντως το τοπίο της Long COVID στα παιδιά είναι ακόμη αχαρτογράφητο και περιμένουμε μελλοντικές μεγάλες προοπτικές μελέτες ώστε να καταλήξουμε σχετικά με το τι συμβαίνει με τη μακρά COVID στην ήπια νόσηση και αν τα συμπτώματα που εμφανίζουν αυτά τα παιδιά μπορεί να αποτελούν ένα είδος μετατραυματικού πανδημικού στρες ή έχουν άλλη αιτιολογία».

Παρακολούθηση μετά τη νόσο

Δεν είναι όμως μόνο τα παιδιά που νοσηλεύθηκαν που μπορεί να εμφανίσουν εμμένοντα συμπτώματα. Τι πρέπει να κάνουν τα παιδιά που νόσησαν ήπια και δεν έφθασαν (ευτυχώς) ποτέ στο νοσοκομείο; Οπως απάντησε o παιδίατρος και πρόεδρος της Ενωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Αττικής κ. Κωνσταντίνος Νταλούκας, (φωτογραφία αριστερά) τον οποίον αναζητήσαμε καθώς οι ιδιώτες παιδίατροι είναι αυτοί που κατά κύριο λόγο βλέπουν τα παιδιά με ήπια νόσο, «δεν υπάρχουν οδηγίες για μαζικό έλεγχο όλων των παιδιών που νόσησαν με COVID-19. Βέβαια αν το παιδί έχει κάποιο σύμπτωμα που επιμένει πρέπει να επισκεφθεί τον παιδίατρο. Κάποια παιδιά αναφέρουν ακόμη και εβδομάδες μετά τη νόσηση πονοκέφαλο, κόπωση, αδυναμία συγκέντρωσης που συχνά ο περίγυρος αποδίδει σε ψυχολογικά αίτια. Δεν χρειάζεται πανικός αλλά απαιτείται εγρήγορση αν επιμένουν τέτοιου είδους συμπτώματα – πολύ περισσότερο μάλιστα αν τα παιδιά αναφέρουν πόνο στο στέρνο ή λαχάνιασμα». Ιδιαίτερη κατηγορία είναι εκείνη των παιδιών που ασχολούνται με τον πρωταθλητισμό: «Λόγω της πολύ έντονης προπόνησης που ακολουθούν αυτά τα παιδιά, καλό θα ήταν μετά τη νόσηση να επισκεφθούν τον παιδίατρο προκειμένου να ελέγξει ότι όλα βαίνουν καλώς και, αν εκείνος κρίνει, ίσως να υποβληθούν και σε ένα καρδιογράφημα».

Κύριος παράγοντας κινδύνου η παχυσαρκία

Η παχυσαρκία, και ιδιαιτέρως στους εφήβους, είναι ο κύριος παράγοντας κινδύνου στην παιδική ηλικία για βαριά COVID και για αργή αποδρομή των συμπτωμάτων, σύμφωνα με την καθηγήτρια Βάνα Σπούλου.